“Το δίλημμα στις εθνικές εκλογές αφορά το ποιος θα κυβερνήσει τη χώρα και με ποιο πρόγραμμα, “πρέπει να μιλήσουμε για το μέλλον, να αντιπαραθέσουμε πολιτικά προγράμματα, να ξεδιπλώσουμε τη δική μας πολιτική προοπτική”, “εμείς επιδιώκουμε να ανατρέψουμε αυτό το αποτέλεσμα και θεωρούμε ότι είναι απολύτως εφικτό να ανατραπεί”. Αυτό δήλωσε ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, στην εκπομπή “Οpen Mind” του τηλεοπτικού σταθμού Open, με τη συμμετοχή και της βουλευτή της ΝΔ Ντόρας Μπακογιάννη και του ευρωβουλευτή του Κινήματος Αλλαγής, Νίκου Ανδρουλάκη.
Μιλώντας για τη νομική πτυχή του ζητήματος του ορισμού των ανώτατων δικαστικών λειτουργών, ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι η κυβέρνηση έχει το απόλυτο δικαίωμα να ασκήσει τις αρμοδιότητές της ως τη λήξη της θητείας της. Ως προς το πολιτικό σκέλος είπε ότι με δεδομένο ότι είχε προηγηθεί η διαδικασία προεπιλογής στο κοινοβούλιο όπου η ΝΔ ψήφισε ορισμένα πρόσωπα ανώτατων δικαστικών λειτουργών, η κυβέρνηση έκανε συγκεκριμένη πρόταση καλώντας τη ΝΔ να συναινέσει στην από κοινού επιλογή των βέλτιστων προσώπων, ώστε να προχωρήσει η διαδικασία της επιλογής από το Υπουργικό Συμβούλιο όπως προβλέπεται. “Η ΝΔ το αρνήθηκε για πολύ συγκεκριμένους λόγους γιατί θέλει να ακυρώσει τη διαδικασία της προεπιλογής, να την επανεκκινήσει και στη συνέχεια να επιλέξει εκείνα τα πρόσωπα που η ΝΔ τα θεωρεί βέλτιστα”.
Ερωτηθείς εάν η κυβέρνηση, μετά την άρνηση της αντιπολίτευσης να καθίσει στο τραπέζι, θα προχωρήσει στον ορισμό της ηγεσίας των ανώτατων δικαστικών, απάντησε πως “η κυβέρνηση της χώρας διατηρεί το σύνολο των αρμοδιοτήτων της”.
Ο κ. Τζανακόπουλος υποστήριξε ότι “η ΝΔ θεωρεί ότι μπορεί να χειραγωγήσει την ελληνική δικαιοσύνη”, ενώ “εμείς καλέσαμε σε συναινετική επιλογή -άρα δεν έχουμε καμία τέτοια διάθεση χειραγώγησης εμείς- και η ΝΔ αρνήθηκε να συμμετέχει σε αυτή”. “Εκτιμώ ότι νομίζει ότι μπορεί να χειραγωγήσει δικαστές γιατί υπάρχουν πάμπολλες ανοικτές υποθέσεις που αφορούν τη ΝΔ και στελέχη της και εκτιμάμε ότι γι’ αυτόν τον λόγο δεν δέχεται τη συναινετική πρόταση που καταθέσαμε”, συνέχισε, σχολιάζοντας ότι “αυτό είναι προσβλητικό για τα ίδια τα πρόσωπα των ανώτατων δικαστικών που συμμετείχαν στη διαδικασία και συνολικά τη δικαιοσύνη”.
Αναφερόμενος στους λόγους της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές, είπε σε αυτά τα 3,5 χρόνια επιχείρησε να βάλει μια τάξη στο απόλυτο χάος, να διορθώσει τη δημοσιονομική κατάσταση και να μειώσει την ανεργία και να προστατεύσει ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας που βρισκόταν στη δίνη της ανθρωπιστικής κρίσης. Είπε ότι ακριβώς επειδή η προτεραιότητα δόθηκε στο να αποκτήσουν ένα στοιχειωδώς αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, η θέση της μεσαίας τάξης, σταθεροποιήθηκε μεν, ωστόσο “δεν καταφέραμε να τη βελτιώσουμε”, “δεν μπορέσαμε να αρθούμε στο ύψος των προσδοκιών που είχε ένα τμήμα της μεσαίας τάξης από την κυβέρνηση”. Χαρακτήρισε αυτό ως έναν απ’ τους βασικούς λόγους που καθόρισαν το αποτέλεσμα. “Υπήρξε και υψηλή φορολόγηση και υψηλές ασφαλιστικές εισφορές για συγκεκριμένα τμήματα και πρέπει να δούμε πώς θα δημιουργήσουμε τους όρους, ώστε να προστατεύσουμε και τη μεσαία τάξη, να βιώσει στην καθημερινότητα της τα οφέλη από την ανάκαμψη της οικονομίας”. Είπε ότι η κυβέρνηση ήδη από τον Δεκέμβριο του ‘18 έχει προχωρήσει σε στοχευμένες φοροελαφρύνσεις, στοχευμένες μειώσεις ασφαλιστικών εισφορών.
Ερωτηθείς εάν υπήρξαν λάθη και σε άλλα επίπεδα, όπως “στο ήθος και το ύφος της εξουσίας”, ο κ. Τζανακόπουλος είπε ότι από την πρώτη στιγμή “εξαπολύονταν διαρκώς απίστευτες επιθέσεις εναντίον μας από το σύνολο των ΜΜΕ” και πως είναι από τους πρώτους που θα αναγνωρίσει “και λάθη και πιθανόν άστοχες οξύνσεις, πιθανόν στιγμές που μπορεί να μην πήραμε τις ορθές αποφάσεις”, για να υπογραμμίσει ότι όμως στη γενική εικόνα αυτό που επηρέασε το εκλογικό αποτέλεσμα είναι η συνθήκη που ανέπτυξε προηγουμένως. Στο ερώτημα αν ο πρωθυπουργός “παραπλανήθηκε ως προς το πώς προχωρά η κοινωνία”, είπε ότι οι ευρωεκλογές ήταν μια πολύ μεγάλη επίσημη δημοσκόπηση, υπήρξε καταγραφή μιας νίκης της ΝΔ, και “εμείς πρέπει να δούμε τους λόγους που καθόρισαν το αποτέλεσμα”. Τόνισε πως εν αντιθέσει με τον ΣΥΡΙΖΑ, η ΝΔ δεν έκανε αυτοκριτική για την κατάσταση που δημιούργησε στη χώρα ούτε για το ότι δεν την έβγαλε απ’ τα μνημόνια.
Ενόψει των εθνικών εκλογών τόνισε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αγωνίζεται για περισσότερες δουλειές, με καλύτερους μισθούς, στοχευμένες παρεμβάσεις για την ελάφρυνση των μεσαίων στρωμάτων και όχι οριζόντιες παρεμβάσεις στη φορολογία όπως θέλει η ΝΔ. Είπε ότι π.χ. η ΝΔ λέει πως ο ΕΝΦΙΑ πρέπει να μειωθεί 30% οριζόντια για τους πλούσιους, τους μεσαίους, τους φτωχούς, ενώ η κυβέρνηση θεωρεί ότι πρέπει να διατηρηθεί υψηλός για τους πολύ πλούσιους, να υπάρξει γενναία μείωση για τα μεσαία και κατώτερα εισοδήματα. “Λέμε ότι χρειάζεται δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα, δεν πρέπει βάλουμε τις συντάξεις στη διακινδύνευση που βάζει η ΝΔ”, “εμείς παλεύουμε για την αύξηση μισθών, αυξήσαμε τον κατώτατο μισθό, επαναφέραμε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, ενώ η ΝΔ θεωρεί ότι η ανάπτυξη θα έρθει με πλήρη απορρύθμιση του εργασιακού τοπίου”.
Κατηγόρησε τέλος το Κίνημα Αλλαγής ότι εδώ και 8 χρόνια το ΠΑΣΟΚ “σε όλα τα μεγάλα θέματα που έχουν τεθεί έχει συμπορευτεί και έχει ταυτιστεί τελικά με τη ΝΔ και δεν στήριξε καμία προοδευτική μεταρρύθμιση του ΣΥΡΙΖΑ.