Τρεις δεκαετίες μετά την αιματηρή καταστολή των διαδηλωτών υπέρ της δημοκρατίας μέσα και γύρω από την πλατεία Τιενανμέν του Πεκίνου, η αυξημένη κυβερνητική καταστολή του ακτιβισμού για τα δικαιώματα έχει απομακρύνει περισσότερο παρά ποτέ τους αρχικούς σκοπούς των διαδηλωτών. Τον Απρίλιο του 1989, εβδομάδες πριν οι Κινέζοι ηγέτες διατάξουν μια στρατιωτική επίθεση για την απομάκρυνση των διαδηλωτών από το κέντρο του Πεκίνου, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι ενώθηκαν πίσω από επτά αιτήματα κλειδιά – μεταξύ των οποίων η ελευθερία του Τύπου και η ελευθερία του λόγου, η αποκάλυψη των περιουσιακών στοιχείων των ηγετών και η ελευθερία των διαδηλώσεων
Με τα αιτήματα να έχουν ενσωματωθεί σε ένα άγαλμα της «Θεάς της Δημοκρατίας» ύψους 10 μέτρων στα πρότυπα της Αγάλματος της Ελευθερίας και να έχουν τυπωθεί σε χιλιάδες φυλλάδια, οι φοιτητές αψήφησαν την κήρυξη στρατιωτικού νόμου από το Πεκίνο ζητώντας μεταρρυθμίσεις απέναντι σε μια κυβέρνηση που είχε πληγεί από κρούσματα διαφθοράς και σε μια χώρα που συγκλονιζόταν από τις αυξανόμενες ανισότητες. Όμως υποστηρικτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων λένε πως το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο αντιμετωπίζει αύριο την πολύ ευαίσθητη επέτειο της 4ης Ιουνίου, όταν Κινέζοι στρατιώτες άνοιξαν πυρ εναντίον συμπατριωτών τους, καταπνίγει τα τελευταία 10 χρόνια μια κοινωνία των πολιτών που ανατράφηκε στη διάρκεια των ετών της οικονομικής ανάπτυξης.
«Είναι πολύ, πολύ χειρότερα απ΄ ό,τι το 1989», δήλωσε ο Σάο Τζιανγκ, ένας από τους ηγέτες των φοιτητών που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην κατάρτιση του καταλόγου των αιτημάτων, στο Reuters από το Λονδίνο, όπου ζει εξόριστος. «Η κινεζική κυβέρνηση έχει μετατρέψει την Κίνα σε μια μεγάλη φυλακή», είπε ο Σάο, αναφερόμενος στη φυλάκιση ενός εκατομμυρίου και πλέον μειονοτικών μουσουλμάνων στην περιοχή Δυτική Σιντζιάνγκ και στα εκτεταμένα μέτρα «διατήρησης της σταθερότητας» της κυβέρνησης για την επιτήρηση των διαφωνούντων.