Πρώτα απ΄ όλα μια απλή διαπίστωση: ο Καραμανλής είναι…Καραμανλής. Συνεχιστής του ονόματος και της πολιτικής σχολής του ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας, ταυτισμένος με τη δεξιά παράταξη, κάτοχος της “ψιλής κυριότητας” του ακινήτου του εγχώριου φιλελευθερισμού και κληρονόμος μιας παράδοσης που μεταφέρεται ως “ιερό δισκοπότηρο” από αρχηγό σε αρχηγό (είτε λέγεται Καραμανλής, είτε Μητσοτάκης, είτε Σαμαράς).
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Θα ήταν τουλάχιστον αφελές να πιστέψει κανείς πως ενόψει μιας πιθανώς μεγάλης εκλογικής νίκης της παράταξης, που λαμβάνει χαρακτηριστικά πολιτικής επιστροφής (μετά το διάλειμμα της “πρώτη φορά Αριστερά” όπως λένε), θα προτιμούσε να μείνει άπρακτος και απαθής. Διεκδικεί κι αυτός μερίδιο υστεροφημίας και αξιοποιείται από την ηγεσία ως “proof of life”- απόδειξη ενότητας και ως επιπλέον προωθητική δύναμη με στόχο την αυτοδυναμία και την ηγεμονία της επόμενης μέρας. Είναι απολύτως λογικό, ως εκ τούτου, το ότι σπεύδει να στηρίξει. Το αντίθετο θα ήταν πολιτικά σκανδαλώδες και θα προκαλούσε πολύ αρνητικές εντυπώσεις.
Το ερώτημα δεν είναι γιατί “επέστρεψε” ο Κώστας Καραμανλής από το ημίφως του πολιτικού αναχωρητισμού στο οποίο επίμονα παρέμενε επί μια δεκαετία. Ευφυές για τον πρόεδρο της Ν.Δ το γεγονός ότι τον ρίχνει στο τραπέζι ως το ύστατο και καλό χαρτί του, ευφυής και η δική του απόφαση να αυτο-προσφερθεί ως σημαιοφόρος της παράταξης.
Το ενδιαφέρον είναι η υποδοχή της οποίας τυγχάνει αυτή η επιστροφή. Είναι χαρακτηριστικό πως ακόμα και μέσα ενημέρωσης που “βούδα” τον ανέβαζαν, “τουρίστα της πολιτικής” τον κατέβαζαν, σπεύδουν τώρα να τον “αποθεώσουν” ως rock star που επιστρέφει για μια τελευταία συναυλία.
Η αλήθεια είναι πως από το 2009 και μετά η Νέα Δημοκρατία αισθάνθηκε βολικά με την απομόνωση του Κώστα Καραμανλή στην πολυτελή σιωπή του γραφείου του στην οδό Παναγή Κυριακού. Ούτε ο Αντώνης Σαμαράς, που πήρε στα χέρια του το κόμμα μετά απ΄ αυτόν, ούτε, φυσικά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης χρειάστηκαν να υπερασπίσουν την θητεία του, ούτε, βεβαίως, ο ίδιος ένιωσε την ανάγκη να εξηγήσει ή ακόμα περισσότερο να απολογηθεί για κάποιες από τις επιλογές του.
Ακόμα και όταν ο υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Σαμαρά- Βενιζέλου Γιάννης Στουρνάρας έλεγε ρητά από το Βήμα της Βουλής και σχεδόν σε κάθε δημόσια παρουσία του ότι η χώρα χρεοκόπησε εξαιτίας της πολιτικής Καραμανλή από το 2007 έως το 2009, ουδείς από την ηγεσία του κόμματος αισθάνθηκε την υποχρέωση να τον διαψεύσει. Η ιστορία είναι ιστορία και οι αριθμοί αμείλικτοι.
Κάποια στελέχη, βεβαίως, από τον νυν Πρόεδρο της Δημοκρατίας μέχρι τον Νικήτα Κακλαμάνη φρόντιζαν να επισημαίνουν ότι “ο Καραμανλής απλώς διαχειρίστηκε μια προαναγγελία χρεοκοπίας που εκκινεί από την κυβέρνηση του Κώστα Σημίτη και τον τρόπο ένταξης της χώρας στην ΟΝΕ”, όμως δεν βρήκαν αρκετούς υποστηρικτές αυτής της άποψης ακόμα και μέσα στη Νέα Δημοκρατία.
Είναι χαρακτηριστικό πως μόλις προ ημερών, όταν ο Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ απέδωσε πλήρως την ευθύνη της ελληνικής χρεοκοπίας στα “παραποιημένα στοιχεία” που με πρόθεση και σχέδιο παραπλάνησης της Κομισιόν έδιναν οι κυβερνήσεις του (2004-2009), ούτε η Νέα Δημοκρατία επισήμως, ούτε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά ούτε και ο ίδιος αισθάνθηκαν την ανάγκη να εκδώσουν ανακοινώσεις, να απαντήσουν και να διαψεύσουν.
Και επειδή η μη διάψευση ισοδυναμεί με μισή, τουλάχιστον, αποδοχή, έχει μεγάλο ενδιαφέρον το γεγονός πως η Νέα Δημοκρατία υψώνει την “σημαία Καραμανλή”, δέκα ημέρες πριν τις εκλογές, ωσάν να μην άκουσαν ή να μην έχει συμβεί κάτι. Αλλά και ο ίδιος, υποταγμένος στην αναγκαιότητα της παραταξιακής ενότητας και με βαθιά υπόκλιση στη νικηφόρα δυναμική του σημερινού αρχηγού, αδιαφορεί να υπερασπίσει την κυβερνητική του θητεία και να καταρρίψει τις κατηγορίες που του έχουν απευθύνει. Και σπεύδει να εμψυχώσει έτι περαιτέρω τους Βορειοελλαδίτες ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας, από τους Αμπελόκηπους και τον Εύοσμο μέχρι την Ξηροκρήνη και τον Λαγκαδά.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κέρδιζε τις εκλογές ακόμα και εάν ο Κώστας Καραμανλής παρέμενε στην κλιματιζόμενη μοναξιά του γραφείου του στην Παναγή Κυριακού. Επί της ουσίας δεν του προσφέρει κάτι στα εκλογικά μαθηματικά.
Η επιστράτευσή του, όμως, και η ομιλία στη Θεσσαλονίκη μετά από δέκα χρόνια απουσίας, προσφέρει στον αρχηγό της Ν.Δ τις αναγκαίες εντυπώσεις περί “ιδιοκτησίας” του συνόλου της παράταξης, πλήρους αποδοχής από φίλους και εσωκομματικούς αντιπάλους, και, εν τέλει, του λύνει τα χέρια για την επόμενη μέρα.
Εάν επιτύχει αυτοδυναμία στις εκλογές, ο κ. Μητσοτάκης έχει λυμένα τα χέρια, αναδεικνύεται αδιαμφισβήτητος, και η παρουσία του αποκτά ηγεμονικά χαρακτηριστικά στην παράταξη, πιο έντονα και από εκείνα που συνόδευσαν την μεγάλη νίκη του πατέρα του στις εκλογές του 1990. Και –καθόλου έλασσον και πιθανώς συνδεόμενο με τα παραπάνω– μπορεί να εκλέξει Πρόεδρο της Δημοκρατίας με 151 ψήφους.
Αυτό είναι το “κάτι παραπάνω” που κερδίζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης από την επιστροφή του Καραμανλή με γαλάζιο αμπέχωνο και με συγκεκριμένο “φύλλο πορείας”.
Η εξέλιξη αυτή, φυσικά, δεν αφορά μόνο τη Ν.Δ.
Πρώτον, “σπάει” την μακρά περίοδο ψευδαισθήσεων μερίδας ηγετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ ότι “ο Καραμανλής είναι διακριτικός σύμμαχος”. Ο πρώην πρωθυπουργός δεν μετρούσε τα θετικά λόγια του για τον Αλέξη Τσίπρα σε κάθε συνομιλητή του που τον επισκεπτόταν στο γραφείο του τα προηγούμενα χρόνια. Την ώρα που περνούσε “γενεές δέκα τέσσερις” κάποιους άλλους. Πάνω σε αυτή την εντύπωση καλλιεργήθηκε ο μύθος της “πέμπτης φάλαγγας” και της “τρίτης συνιστώσας” (όπως έλεγε ο Ευάγγελος Βενιζέλος) με δήθεν αποδείξεις τον Παπαγγελόπουλο, τον Αντώναρο, ακόμα και τον Προκόπη Παυλόπουλο. Τίποτε απ΄ όλα αυτά δεν ήταν στέρεο και εν τέλει τίποτε δεν είχε επαφή με την πραγματικότητα. Ο Καραμανλής πάντοτε…Καραμανλής θα έμενε.
Δεύτερον, φέρνει μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα την Φώφη Γεννηματά. Εάν ισχύει, όπως επανειλημμένα έχει πει η ίδια και όλα τα κορυφαία στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ , ότι ο Καραμανλής πτώχευσε την οικονομία και έβαλε τη χώρα στα μνημόνια, πως ετοιμάζεται να προσφέρει ψήφο ανοχής ή και να συγκυβερνήσει με την παράταξη που ανασύρει τον πρώην πρωθυπουργό από το κομματικό μουσείο και τον καθιστά σημαία της παράταξης; Διότι εάν δεν φταίει ο Καραμανλής για την χρεοκοπία, φταίει ο Σημίτης, ή, έστω, και οι δύο. Να μην φταίει κανείς δεν γίνεται…