Μία από τις πλέον πολύκροτες υποθέσεις ομηρίας στα ιστορικά της χώρας έλαβε χώρα σαν σήμερα, 23 Σεπτέμβρη του 1998. Ο 27χρονος Ρουμάνος καταζητούμενος, Σορίν Ματέι, εισέβαλε σε διαμέρισμα πολυκατοικίας στην οδό Νιόβης 4 στα Κάτω Πατήσια και κράτησε ομήρους – υπό την απειλή χειροβομβίδας – τα μέλη μίας οικογένειας. Μετά από ημέρες «κυνηγητού» με την αστυνομία, ο Ματέι κατέληξε στο σπίτι μίας φίλης του, της Πηνελόπης Αθανασοπούλου, η οποία διέμενε στην εν λόγω πολυκατοικία. Όταν εντοπίστηκε από τις Αρχές, το έσκασε από την οικία και εισέβαλε σε διαμέρισμα του πρώτου ορόφου.
Το διαμέρισα ανήκε στην οικογένεια Γκινάκη και την ώρα της εισβολής βρίσκονταν εκεί η Σουλτάνα Γκινάκη, 58 χρονών, τα δύο της παιδιά, Ευάγγελος Γκινάκης, 24 χρονών, και Αμαλία Γκινάκη, 25 χρονών, καθώς και ο αρραβωνιαστικός της τελευταίας, Απόστολος Μακρινός, 34 χρονών.
Στις 19:00 το απόγευμα ο Ματέι κάλεσε τον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ, ενημέρωσε για την υπόθεση και ξεκίνησε διαπραγματεύσεις με τον κεντρικό παρουσιαστή ειδήσεων του καναλιού, Νίκο Ευαγγελάτο. Το δελτίο βγήκε live και όλη η Ελλάδα παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα την εξέλιξη της ομηρίας.
Ο δράστης, τόνισε ότι δεν θα πειράξει τους ομήρους, όμως ζήτησε 500.000 δραχμές (περίπου 1.500 ευρώ) και να του παραχθούν αμφεταμίνες για να μπορέσει να συνέλθει από την ηρωίνη, υπό την επήρεια της οποία βρισκόταν.
Οι αστυνομικοί επιχείρησαν να τον ξεγελάσουν στέλνοντάς του υπνωτικά χάπια, όμως ο 27χρονος κατάλαβε την πλάνη και αποφάσισε να διακόψει κάθε επικοινωνία με την αστυνομία, απειλώντας, μάλιστα, να πετάξει τη χειροβομβίδα.
Η παρέμβαση Ευαγγελάτου
Η επικοινωνία με τον δημοσιογράφο του ΣΚΑΪ, όμως, συνεχίστηκε.
Ο υπαρχηγός της αστυνομίας, υποστράτηγος, Θεόδωρος Πλάκας, έφτασε στον τηλεοπτικό σταθμό γύρω στις 20:00 ώστε να κατευθύνει τις διαπραγματεύσεις και ο Νίκος Ευαγγελάτος κατάφερε να πείσει τον Ρουμάνο να αφήσει ελεύθερο ένα από τα μέλη της οικογένειας και συγκεκριμένα τον Ευάγγελο Γκινάκη.
Να σημειωθεί πως αυτή ήταν η πρώτη φορά στα χρονικά της Ελλάδας, που μία τέτοια διαπραγμάτευση γινόταν υπό αυτές τις συνθήκες.
Η εισβολή της αστυνομίας
Ο αρχηγός της αστυνομίας, Αθανάσιος Βασιλόπουλος, θεωρώντας ότι η χειροβομβίδα που κρατούσε ο ύποπτος ήταν ψεύτικη αποφάσισε να διακοπεί η τηλεφωνική επικοινωνία του κακοποιού με τον ΣΚΑΪ. Η ώρα ήταν πλέον 22:00.
Μία ώρα αργότερα, 23:00, ο Ματέι άφησε ελεύθερη και την Σουλτάνα Γκινάκη, λίγο πριν να εισβάλει η αστυνομία στο διαμέρισμα, αιφνιδιάζοντάς τον.
Όλοι οι όμηροι βγήκαν σώοι, εκτός από την Αμαλία Γκινάκη.
Η χειροβομβίδα, που τελικώς δεν ήταν ψεύτικη, έσκασε και η 25χρονη τραυματίστηκε σοβαρά. Ύστερα από 17 ημέρες στο νοσοκομείο υπέκυψε στα τραύματά της.
Από τα θραύσματα τραυματίστηκαν επίσης ο αρχηγός της αστυνομίας (υπέστη ελαφρά τραύματα στο πρόσωπο και ρήξη αριστερού τυμπάνου), ο υπαρχηγός, Ιωάννης Γεωργακόπουλος (σοβαρά τραύματα στο αριστερό μάτι), ο προϊστάμενος του τμήματος της περιοχής, Βασίλειος Τσιατούρας, ο αστυνομικός της Ασφάλειας Γιώργος Mαρκόπουλος, και ο οδηγός του αρχηγού της αστυνομίας, Γιώργος Παλιούρας, ο οποίος ακρωτηριάστηκε.
Ο θάνατος του Ματέι
Ο δράστης, μεταφέρθηκε, επίσης, τραυματίας στο Γενικό Κρατικό και ύστερα από δύο ημέρες κράτησης θεωρήθηκε δυνατή η μεταφορά τους στις φυλακές Κορυδαλλού.
Το ίδιο βράδυ, εντοπίστηκε νεκρός. Ο θάνατος οφειλόταν σε πνιγμό λόγω εισρόφησης εμετού σε συνδυασμό με την παρατεταμένη καταστολή.
Λόγω των αντιδράσεων που υπήρξαν από τις πληροφορίες ότι στο νοσοκομείο του είχαν χορηγηθεί μεγάλες ποσότητες υπνωτικών, ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης, Ευάγγελος Γιαννόπουλος, διέταξε ένορκη διοικητική εξέταση.