Ο κ. Μητσοτάκης ρωτήθηκε για το κλίμα που επικράτησε και το τι εισέπραξε από τη συνάντηση που είχε με τον Ταγίπ Ερντογάν. «Αποδίδω μεγάλη σημασία στις διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ των ηγετών», ήταν το σχόλιό του. Υιοθέτησε, δηλαδή, την πολιτική των ανοικτών διαύλων επικοινωνίας της κυβέρνησης Τσίπρα που είχε αποτελέσει αιχμή της κριτικής της Ν.Δ ως αντιπολίτευσης.
Για τις συναντήσεις με τους Ζόραν Ζάεφ και Εντι Ράμα και τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Ελληνας πρωθυπουργός είπε: «Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα αξιολογήσουν την πορεία των δύο κρατών των Δυτικών Βαλκανίων και ανάλογα θα αποφασιστούν τα επόμενα βήματα. Συμφωνούμε με την επικρατούσα στην Ευρώπη άποψη ότι δεν πρέπει να υπάρξει αποσύνδεση (decoupling)». Δηλαδή, ο πρωθυπουργός απέρριψε τον διαχωρισμό των ενταξιακών διαπραγματεύσεων για τις δύο χώρες (Αλβανία και Βόρεια Μακεδονίας) που αποτελεί θέση των Ολλανδών αλλά και τη θέση του Εμανουέλ Μακρόν που δεν επιθυμεί την έναρξη των διαπραγματεύσεων και για τις δύο χώρες και συντάχθηκε απολύτως με την άποψη του Βερολίνου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει υπόψη του δύο σενάρια και επιχειρεί να αποκομίσει οφέλη σε κάθε περίπτωση.
Εφόσον επικρατήσει η βούληση της Άγκελα Μέρκελ για ταυτόχρονη έναρξη ενταξιακής διαδικασίας για Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία (στο πλαίσιο της πάγιας θέσης της Γερμανίας για σταθερότητα στα δυτικά Βαλκάνια, ιδιαίτερα όταν είναι ανοικτό το θέμα του Κοσσυφοπεδίου που εγκυμονεί μείζονες κινδύνους), ο κ. Μητσοτάκης θα βρεθεί στην “πλευρά των νικητών” και θα έχει προσφέρει σημαντική εξυπηρέτηση στην Γερμανίδα καγκελάριο προσβλέποντας σε κέρδη σε άλλο επίπεδο.
Εάν, όμως, επικρατήσει η άποψη Μακρόν (αντιρρήσεις έχουν εκφράσει σε διάφορες εκδοχές η Ολλανδία, η Δανία και η Βουλγαρία) και ναυαγήσει η έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων και για τις δύο χώρες μαζί, τότε ο κ. Μητσοτάκης θα “επικοινωνήσει” στο εσωτερικό την καθυστέρηση της ευρωπαϊκής πορείας της Βόρειας Μακεδονίας, ενώ στο εξωτερικό θα καθιστά σαφές πως δεν ήταν δική του ευθύνη.
Ως προς τα θέματα που αφορούν τις σχέσεις Ελλάδας- Αλβανίας (μειονοτικά δικαιώματα, περιουσίες Ελλήνων κ.ά), ο Έλληνας πρωθυπουργός δεν προτίθεται, σύμφωνα με πληροφορίες, να θέσει σχετικό ζήτημα αυτή την ώρα αλλά -στην περίπτωση που πάρουν το “καλώς έχει” στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 17ης Οκτωβρίου- στις ενδιάμεσες διακυβερνητικές διασκέψεις που θα προσδιορίσουν το πλαίσιο και τους όρους κατά την ενταξιακή διαδικασία.
Η Γερμανική Βουλή
Ένα μεγάλο εμπόδιο στο δρόμο προσέγγισης της Βόρειας Μακεδονίας και της Αλβανίας στην ΕΕ βγαίνει από τη μέση μετά την απόφαση της Γερμανικής Βουλής και είναι σαφές πως η ελληνική κυβέρνηση, παρά τις όποιες επιφυλάξεις στο εσωτερικό της Ν.Δ σχετικά με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης συντάσσεται με την “γραμμή” της Άγκελα Μέρκελ για έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων και με την Αλβανία και την Βόρεια Μακεδονία ταυτοχρόνως.
Δεν είναι τυχαίο πως στο επίσημο δημόσιο λόγο της κυβέρνησης το μόνο θέμα που μπαίνει στο τραπέζι είναι αυτό των εμπορικών ονομασιών και δεν τίθεται κανένα ζήτημα που να αφορά άλλες πτυχές της συμφωνίας την οποία προεκλογικά η Ν.Δ χαρακτήριζε “εθνικά επιζήμια”, κάποια στελέχη της, δε, ακόμα και μειοδοτική.
Το ελληνικό “πράσινο φως” κατέστησε σαφές στον πρωθυπουργό της Βόρειας Μακεδονίας Ζόραν Ζάεφ ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνάντηση που είχαν στη Ν. Υόρκη, παρά το γεγονός ότι η επίσημη ενημέρωση που διανεμήθηκε μέσω του ΑΠΕ-ΜΠΕ δεν είχε σχετική αναφορά. Το κοινοποίησε, ωστόσο, η πλευρά των Σκοπίων και μεταδόθηκε από το εθνικό πρακτορείο MIA της Βόρειας Μακεδονίας χωρίς να διαψευστεί από την Αθήνα.
Με τις ψήφους των κυβερνητικών βουλευτών η γερμανική βουλή θα εγκρίνει σήμερα εκτός απροόπτου την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τις δύο αυτές χώρες των δυτικών Βαλκανίων.
Η ψηφοφορία στη γερμανική Βουλή είναι η τελευταία πράξη μιας μακράς διαδικασίας που θα ολοκληρωθεί, εάν όλα πάνε καλά, στις 15 Οκτωβρίου, στο άτυπο συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών και δύο ημέρες αργότερα, στο Συμβούλιο Κορυφής της ΕΕ. Εάν βέβαια, οι αρχηγοί καρτών και κυβερνήσεων συναινέσουν, είναι κάτι που δεν είναι καθόλου βέβαιο κι αυτό οφείλεται στον στενό εταίρο της Γερμανίας, τη Γαλλία.
Στην περίπτωση της Αλβανίας η πρώτη ενταξιακή διάσκεψη θα γίνει μόνο, όταν η κυβέρνηση στα Τίρανα αποκαταστήσει τη λειτουργικότητα του Συνταγματικού Δικαστηρίου με ικανό αριθμό δικαστών και εισαγγελέων και μεταρρυθμίσει τον εκλογικό νόμο σε πλήρη εναρμόνιση με τις συστάσεις της Οργάνωσης για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη.
Παράλληλα θα πρέπει να εξασφαλίσει τη διαφάνεια στη χρηματοδότηση των κομμάτων και του προεκλογικού αγώνα. Η συναίνεση του SPD στη βουλή θεωρείται βεβαία, αλλά θετικές ψήφοι αναμένεται να έρθουν και από βουλευτές των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων.
Σε ό,τι αφορά τη Βόρεια Μακεδονία η καγκελάριος Μέρκελ υποσχέθηκε στον πρωθυπουργό Ζόραν Ζάεφ ότι ο δρόμος προς την ΕΕ θα ανοίξει μόνο όταν διευθετηθεί το πρόβλημα της ονομασίας, κάτι που έγινε. Το θέμα συζητήθηκε διεξοδικά και στη συνάντηση του έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη κατά την πρόσφατη συνάντησή του με την γερμανίδα καγκελάριο στο Βερολίνο.
Ψηφοφορίες σε κοινοβούλια θα γίνουν επίσης στη Γαλλία, την Ολλανδία και τη Δανία, τρεις χώρες που αντιμετωπίζουν επικριτικά κάθε περεταίρω διεύρυνση της ΕΕ. Και σε αυτές καταγράφονται ενδοιασμοί για την Αλβανία, κυρίως λόγω έλλειψης συγκεκριμένων επιτυχιών στην καταπολέμηση του εμπορίου ναρκωτικών και της διαφθοράς.
Ο πρόεδρος Μακρόν έχει και ένα επιπλέον πρόβλημα. Θεωρεί ότι η ΕΕ πριν από κάθε νέα διεύρυνση θα πρέπει πρώτα να μεταρρυθμιστεί εσωτερικά. «Ένα άλλο επιχείρημα των Παρισίων είναι ότι όταν ξεκινήσει ενταξιακός διάλογος, είναι δύσκολο μετά να απορρίψεις την υποψήφια χώρα», επισημαίνει ο Μίλαν Νιτς, ειδικός σε θέματα Βαλκανίων στην Γερμανική Εταιρία για την Εξωτερική Πολιτική DGAP. Το Βερολίνο ανταπαντά ότι οι διαπραγματεύσεις διαρκούν πολλά χρόνια και ότι οι χώρες μέλη της ΕΕ καλούνται πάντα να εγκρίνουν κάθε νέο κεφάλαιο που ανοίγει.