Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έπιασε το νήμα της εξωτερικής πολιτικής από εκεί που το άφησε ο Αλέξης Τσίπρας, παρά την “πομπώδη” και ανέξοδη ρητορική των υψηλών τόνων στα εθνικά θέματα όσο ήταν στην αντιπολίτευση. Και ορθώς έπραξε. Οι πληροφορίες θέλουν τους δύο άνδρες να αφιερώνουν αρκετό χρόνο στα θέματα αυτά, σε εκείνη την συζήτηση μιάμισης ώρας κατά την παράδοση-παραλαβή στο Μέγαρο Μαξίμου. Οι δε σχετικά χαμηλοί τόνοι του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ δεν περνούν απαρατήρητοι.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Η επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ στην Αθήνα επιβεβαίωσε πλήρως αυτή την κατεύθυνση. Η επέκταση του πρωτοκόλλου αμυντικής συνεργασίας Ελλάδας- ΗΠΑ και τα πλατιά χαμόγελα του Μάϊκ Πομπέο και του Νίκου Δένδια δεν ήταν τίποτε περισσότερο από την λογική εξέλιξη όσων ξεκίνησαν κατά την επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στον Λευκό Οίκο, τις συχνές τηλεφωνικές επαφές με τον Μάϊκλ Πενς και τα “πήγαινε- έλα” του Νίκου Κοτζιά στην Ουάσιγκτον.
Η Αλεξανδρούπολη, η Ανδραβίδα, το Στεφανοβίκειο και η Σούδα ήταν πάντοτε “κρυφός πόθος” των ΗΠΑ και το γεωπολιτικό χάος στη Μέση Ανατολή (Συρία, Ιράν) μαζί με την βούληση της Ουάσιγκτον να εδραιώσουν ένα νέο ενεργειακό στάτους στην Ανατολική Μεσόγειο που -όπως ρητώς είπε ο επικεφαλής του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ- “θα αποδεσμεύσει την Ευρώπη από μονοπώλια (σ.σ Ρωσία)” οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη πρόσδεση της χώρας μας στο αμερικανικό άρμα.
Πριν περίπου δύο χρόνια ήταν ο (τότε) υπ. Άμυνας Πάνος Καμμένος που έφευγε από τις ΗΠΑ με μια πρωτόλεια συμφωνία για αναβάθμιση της στρατιωτικής αμερικανικής παρουσίας στην Ελλάδα. Τα εγχώρια ΜΜΕ “έκαναν πάρτι” για τα…”καμώματα” του Καμμένου και την προσχώρηση της “πρώτη φορά Αριστερά” κυβέρνησης στο αμερικανικό δόγμα. Τώρα η κυβέρνηση της Ν.Δ συνεχίζει με ακόμα μεγαλύτερο ζήλο όσα λοιδορούσε εκείνη την εποχή.
Περίπου το ίδιο συνέβη και με τις Πρέσπες –να μην τα ξαναλέμε– αλλά και με την πολιτική σχετικά με τα δυτικά Βαλκάνια γενικότερα. Η απειλή βέτο “ανά κεφάλαιο” στην ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας έγινε απόλυτη πρόσδεση στην γερμανική γραμμή για “εδώ και τώρα” εκκίνηση της διαδικασίας προσχώρησης. Ταυτόχρονα, μάλιστα, για Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία, παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση Ράμα ελάχιστα έχει πράξει απ΄ όσα οφείλει σχετικά με το περιουσιακό και άλλες εκκρεμότητες που αφορούν την υπόσταση της ελληνικής ομογένειας.
Πέρασε, μάλλον, απαρατήρητο το γεγονός πως στο άρθρο που δημοσίευσε ο Αλέξης Τσίπρας στους Financial Times (μετά την επίσκεψη στα Σκόπια) αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στην ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας και δεν κάνει λόγο για την Αλβανία.
Δικαίως, δεδομένου ότι οι εκκρεμότητες με τα Τίρανα παραμένουν. Όμως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεσμεύτηκε πως στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 16-17 Οκτωβρίου θα πει “όχι” στον διαχωρισμό (decoupling) και έτσι – επιδιώκοντας αυτό που θεωρεί μείζον– θα δώσει ένα στρατηγικό προβάδισμα στον Έντι Ράμα και στους σκληρούς των Τιράνων. Η Ελλάδα θα μπορούσε να στηρίξει σε πρώτη φάση την Ολλανδική θέση για ένταξη μόνο της Βόρειας Μακεδονίας αλλά, προφανώς, η πίεση της Άγκελα Μέρκελ και η διεκδίκηση πιθανών “ανταλλαγμάτων” δεν του το επιτρέπουν. Εάν το έπραττε, άλλωστε, παρότι θα ήταν ίσως διπλωματικά πιο ωφέλιμο θα φαινόταν στο εσωτερικό της χώρας ως απόλυτη προσχώρηση στο αφήγημα των Πρεσπών- κάτι που ενώ το έχει ήδη πράξει δεν μπορεί, όμως, και να ομολογήσει.
Όλα αυτά αποτελούν, αναμφίβολα, συνέχιση της εθνικής γραμμής που συγκροτήθηκε τα προηγούμενα χρόνια. Μιας γραμμής αναγκαίας και υπό προϋποθέσεις γεωπολιτικά επικερδούς, η οποία, από την άλλη, προκάλεσε ακραία αντιπολιτευτική ρητορική και διχασμό στο εσωτερικό της χώρας, με μεγάλο πολιτικό και τελικά εκλογικό κέρδος για τη Ν.Δ.
Η επίσκεψη Πομπέο αποτέλεσε, βεβαίως, μια εντυπωσιακή αναβάθμιση της ρητορικής των ΗΠΑ έναντι της Τουρκίας. Ο προϊστάμενος του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ είπε δύο σημαντικά πράγματα: πρώτον, ότι οι ΗΠΑ δεν θα επιτρέψουν παράνομες τουρκικές γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ και, δεύτερον, εάν υπάρξει επιθετική ενέργεια της Τουρκίας με επιχείρηση απόβασης σε ελληνικό νησί, η Ουάσιγκτον θα εμπλακεί.
Δεν είχαν ειπωθεί τόσο καθαρά αυτά κατά το παρελθόν, παρότι θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς πως είναι περίπου αυτονόητα και γενικόλογα (και στα Ίμια του 1996 υπήρξε εκ των υστέρων εμπλοκή των ΗΠΑ με τα γνωστά, όμως, τετελεσμένα στο “γκριζάρισμα” του Αιγαίου από την Άγκυρα). Το Γιαβούζ, άλλωστε, βρίσκεται εντός της κυπριακής ΑΟΖ και ο Ερντογάν ανακοινώνει την απόκτηση και τρίτου πλωτού γεωτρύπανου.
Υπάρχει, όμως, κάτι επιπλέον που πρέπει να μας προσγειώνει στην πραγματικότητα. Την ώρα που ο Μάϊκ Πομπέο αναχωρούσε από την Αθήνα, ο Λευκός Οίκος άναβε το “πράσινο φως” για την εισβολή των τουρκικών στρατευμάτων στην Συρία. Αντιφατικό; Μόνο για τους αφελείς που πίστεψαν ότι οι ΗΠΑ αναδεικνύουν την Ελλάδα ως “τοποτηρητή” στην ευρύτερη περιοχή. Για τις ΗΠΑ η Τουρκία είναι ο βασικός σύμμαχος στο “μεγάλο σχέδιο” της Μέσης Ανατολής και αυτό είναι κάτι που πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας στους συσχετισμούς δυνάμεων.
Υπάρχει, όμως, και μια αποστροφή στις δηλώσεις Πομπέο που περνά απαρατήρητη. Έκανε λόγο για “αμοιβαία αποδεκτή” λύση σχετικά με τα ενεργειακά της Κύπρου. Μπορεί να υπονοεί γενικώς το Κυπριακό, μπορεί, όμως, να έχει και κάτι άλλο κατά νου που συνδέει αυτά τα δύο. Ορισμένοι αναλυτές στην Κύπρο κάνουν λόγο για “σχέδιο συνεκμετάλλευσης” και προεξοφλούν νέες υποχωρήσεις από την πλευρά του Νίκου Αναστασιάδη ενόψει της επανεκκίνησης των συνομιλιών. Οι πιο απαισιόδοξοι μιλούν για μια σχεδόν προεξοφλημένη αλυσίδα αποτυχιών που θα οδηγήσει κάποια στιγμή στη διχοτόμηση.
Δεν γνωρίζουμε εάν ο Μάϊκ Πομπέο έκανε τον σταυρό του μπαίνοντας το πρωί της Κυριακής στην Μητρόπολη Αθηνών, ίσως, όμως, χρειαστεί να κάνουμε όλοι τον σταυρό μας τους επόμενους μήνες, εάν η Τουρκία υπερβεί την φλύαρη, πομπώδη και απειλητική ρητορική της. Φαίνεται δύσκολο, δεν μπορεί, όμως, να θεωρείται απίθανο.
Η ελληνική διπλωματία, πάντως, δείχνει εν γένει αμήχανη. Εάν θυμηθεί κανείς την επίσημη κυβερνητική δήλωση ότι η συνάντηση Μητσοτάκη- Ερντογάν στη Νέα Υόρκη εξελίχθηκε “καλύτερα του αναμενομένου” και σκεφτεί την τουρκική κλιμάκωση που ακολούθησε σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει.
Η απάντηση που δίνουν διπλωματικές πηγές είναι πως “η Τουρκία δοκιμάζει τις αντοχές της νέας κυβέρνησης και απαιτείται ψυχραιμία”. Σωστό. Η ακύρωση, όμως, της πτήσης ελληνικών μαχητικών πάνω από την στρατιωτική παρέλαση στη Λευκωσία και το δόγμα “ας αφήσουμε τον Αναστασιάδη να αποφασίσει” (σε αντίθεση με την εκ του σύνεγγυς παρακολούθηση των συνομιλιών και την αποφασιστική συνδρομή μέχρι και το Κραν Μοντανά) αμηχανία προδίδουν. Από την άλλη η ακόμα μεγαλύτερη συσχέτιση της ελληνικής γεωπολιτικής θέσης (δίχως άλλο ιδιαίτερα αναβαθμισμένης μετά την πολιτική των προηγούμενων ετών) με τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή είναι σωστή αλλά δεν πρέπει να θεωρείται πανάκεια.
Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι ένας απρόβλεπτος και αλλοπρόσαλλος παίκτης και μια πιθανή επανεκλογή του, το 2020, μπορεί να τον καταστήσει ακόμα πιο απρόβλεπτο. Οι γνωρίζοντες λένε ότι μπορεί να εκφωνεί επιθετική ρητορική κατά της Άγκυρας αλλά υπολογίζει και σέβεται τον Ερντογάν. Η Τουρκία θα είναι πάντοτε Τουρκία αλλά και εξόχως σημαντικός γεωπολιτικός παράγοντας.
Προκύπτει, ως εκ τούτου, το ερώτημα: αξιοποιεί η Ελλάδα όσο μπορεί και όσο πρέπει το γεωπολιτικό momentum; Διεκδικεί από τις ΗΠΑ σημαντικά ανταλλάγματα και “κλειδιά ασφαλείας” την ώρα που παραδίδει πρόσθετο χώρο στις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις και διαπραγματεύεται την ένταξή της στο πρόγραμμα των F-35; Ή θα υποστεί τις συνέπειες ενός ακόμα διπλωματικού ναυαγίου στο Κυπριακό που θα βάλει ακόμα μεγαλύτερες φωτιές στην περιοχή;
Το πολιτικοδιπλωματικό προσωπικό της κυβέρνησης, από το γραφείο του πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου μέχρι το νεοκλασικό κτίριο του υπουργείου Εξωτερικών στην Βασιλίσσης Σοφίας δεν δείχνει ομοιογενές και έτοιμο να εκπονήσει και να υλοποιήσει μακροπρόθεσμη στρατηγική.
Συν τω χρόνω, ίσως αλλάξουν τα πράγματα, αλλά ο χρόνος είναι στοιχείο εντελώς απρόβλεπτο που μπορεί να ανατρέψει τις συνθήκες. Το “πατ” στη διπλωματική σκακιέρα είναι αναμφίβολα καλύτερη λύση από ένα βέβαιο “ματ”, από την άλλη, όμως, δεν μπορεί να είναι η κύρια επιδίωξη του σκακιστή…
*πατ :*Πρόκειται για την περίπτωση που ο παίκτης που έχει την κίνηση δεν διαθέτει καμία νόμιμη κίνηση αλλά ο βασιλιάς του δεν απειλείται.Στο φινάλε το πατ είναι ένας σχετικά σημαντικός παράγοντας, καθώς σώζει συχνά παίκτες από φαινομενικά χαμένες θέσεις. Οι αρχάριοι πρέπει να προσέχουν το πατ ειδικά στο τέλος του παιχνιδιού όταν προσπαθούν να στριμώξουν με την βασίλισσα τους τον αντίπαλο βασιλιά. Το να δίνουν συνεχώς σαχ δεν ωφελεί, αλλά υπερβολική βιασύνη μπορεί να προκαλέσει πατ και να χάσουν έτσι μια εξόφθαλμη νίκη. Σαχ λέγεται στο σκάκι η άμεση απειλή εναντίον του βασιλιά. Προέρχεται από την περσική λέξη شاه (βλέπε σάχης), ενώ ο όρος “σαχ ματ” σημαίνει “Ο βασιλιάς είναι αβοήθητος (αλλά όχι νεκρός)”.