Οι Κούρδοι συνηθίζουν να λένε ότι ο μόνος σταθερός τους σύμμαχος είναι τα βουνά τους. Τους το δίδαξε η Ιστορία, με σκληρό τρόπο. Η Αντάντ τους υποσχέθηκε κράτος με τη Συνθήκη των Σεβρών, το 1920, για να τους αφήσει απροστάτευτους απέναντι στον στρατό του Κεμάλ. Ο Στάλιν τους ενθάρρυνε να ανακηρύξουν αυτόνομη Λαϊκή Δημοκρατία στο Ιράν, τον Δεκέμβριο του 1945, αλλά τους άφησε στα κρύα του λουτρού όταν απέσυρε τα στρατεύματά του, καθώς ο Τρούμαν κήρυξε τη ζώνη Ελλάδα -Τουρκία – Ιράν άβατο για τη σοβιετική επιρροή. Ο πατέρας Τζορτζ Μπους ενθάρρυνε με τη σειρά του κουρδική εξέγερση, αυτή τη φορά στο Ιράκ, το 1991, αλλά δεν έκανε τίποτα για να εμποδίσει τη συντριβή της από τον Σαντάμ Χουσεΐν.
Ετυχε στον Ντόναλντ Τραμπ ο κλήρος να ολοκληρώσει τον κύκλο της προδοσίας, στην τέταρτη χώρα που στεγάζει αυτό το ιστορικό έθνος χωρίς κράτος, τη Συρία. Η αλήθεια είναι ότι ο Αμερικανός πρόεδρος ξεπέρασε κατά πολύ τους προκατόχους του, συνδυάζοντας τον κυνισμό με την παράνοια. Προσπαθώντας να δικαιολογήσει την πισώπλατη μαχαιριά στους Κούρδους, βασικούς συμμάχους της Αμερικής στον αγώνα κατά του Ισλαμικού Κράτους, δήλωσε ότι πολεμούν μόνο για την πάρτη τους, απόδειξη ότι δεν βοήθησαν την Αμερική στην απόβαση της Νορμανδίας. Ηταν άλλη μια εκδήλωση της «μεγάλης και απαράμιλλης σοφίας» του, όπως ο ίδιος έγραψε, σε μια δήλωση που δεν αφήνει περιθώριο για σχόλια.
Το τι έχει στο μυαλό του ο Τραμπ για τη Συρία είναι μάλλον απλό. Το μόνο που πραγματικά τον απασχολεί είναι οι προεδρικές εκλογές του 2020. Εκτιμά ότι η κοινή γνώμη έχει απαυδήσει με τους πολέμους στη Μέση Ανατολή και θα χειροκροτήσει την αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από την περιοχή, αδιάφορο για το ποιος θα πληρώσει τη νύφη. Επιπλέον, ήλπιζε ότι λίγος θόρυβος για τη Συρία θα μπορούσε να τραβήξει τα φώτα της δημοσιότητας από την επώδυνη και απειλητική για τον ίδιο υπόθεση της παραπομπής του με το ερώτημα της καθαίρεσης.
Πολύ δυσκολότερο είναι το ερώτημα για το τι ακριβώς σχεδιάζει ο Ταγίπ Ερντογάν με την τρίτη κατά σειράν εισβολή του στη βόρεια Συρία (είχαν προηγηθεί εκείνες στην Τζαραμπλούς, τον Αύγουστο του 2016 και στο Αφρίν, τον Ιανουάριο του 2018). Ο διακηρυγμένος στόχος του είναι η δημιουργία «ασφαλούς ζώνης» σε βάθος τουλάχιστον 30 χιλιομέτρων από τα τουρκικά σύνορα και σε μήκος 480 χιλιομέτρων, από τον Ευφράτη μέχρι τα σύνορα Συρίας-Ιράκ. Αν το κατάφερνε, θα έβαζε ταφόπλακα στο όνειρο μιας αυτόνομης, ημικρατικής οντότητας των Κούρδων, σε γεωγραφική συνέχεια με το συριακό Κουρδιστάν, κάτι που θα έδινε φτερά στις αλυτρωτικές διαθέσεις των ομοεθνών τους στην Τουρκία.
Επιπλέον, ο Ερντογάν διακηρύσσει ότι θα εγκαταστήσει σε αυτές τις περιοχές μεγάλο μέρος από τα 3,7 εκατομμύρια Σύρων προσφύγων της Τουρκίας, εκτονώνοντας το εκρηκτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η χώρα του, σε καιρούς οικονομικής δυσπραγίας. Ωστόσο, ο δρόμος για την επίτευξη αυτών των στόχων είναι ναρκοθετημένος, τόσο στο καθαρά στρατιωτικό όσο και στο πολιτικό επίπεδο.
Υστερα από τους από αέρος και ξηράς βομβαρδισμούς σειράς κουρδικών πόλεων και χωριών, ο τουρκικός στρατός ξεκίνησε την εισβολή χερσαίων δυνάμεων, βάζοντας μπροστά τους άνδρες (στην πραγματικότητα μισθοφόρους) του λεγόμενου «Εθνικού Συριακού Στρατού». Οι Κούρδοι ισχυρίζονται ότι πρόκειται κυρίως για τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και άλλων ακραίων οργανώσεων που απλώς άλλαξαν στολή. Αλλωστε, η ιστορική εφημερίδα «Τζουμχουριέτ» είχε αποκαλύψει ήδη από το 2015 ότι η τουρκική υπηρεσία πληροφοριών ΜΙΤ έστελνε φορτηγά με όπλα στους ισλαμιστές που πολεμούσαν τον Ασαντ.
Οι δύο δρόμοι
Εκείνο που παραμένει ασαφές είναι μέχρι πού θα φτάσει ο Ερντογάν. Αν περιοριστεί στη ζώνη που ενώνει δύο μικρές κουρδικές πόλεις, το Ταλ Αμπιάντ και το Ρας αλ Αϊντ, θα μπορούσε ενδεχομένως να αποφύγει τα χειρότερα. Αλλά αν επιχειρήσει να καταλάβει ολόκληρη την περιοχή, συμπεριλαμβανομένων μεγάλων πόλεων, όπως το Καμισλί και το Κομπανί, το ρίσκο θα είναι τεράστιο. Θα χρεωθεί, πιθανότατα, τη σφαγή πολλών μαχητών και αμάχων, προκαλώντας διεθνείς αντιδράσεις που θα ξεφεύγουν από τις πλατωνικές διαμαρτυρίες και θα πλήξουν καίρια την ευάλωτη τουρκική οικονομία. Επιπλέον, θα κινδυνεύσει να εγκλωβιστεί σε ένα είδος τουρκικού «Αφγανιστάν», αντιμέτωπος με ένα αξιόμαχο κουρδικό αντάρτικο, εξοπλισμένο με αμερικανικά όπλα και τροφοδοτούμενο από τα έσοδα των σημαντικών πετρελαιοπηγών που ελέγχει, πολύ μακριά από τη ζώνη των επιχειρήσεων. Σε αυτή την περίπτωση, είναι πολύ πιθανή η αναζωπύρωση του ένοπλου αγώνα του ΡΚΚ στο εσωτερικό της Τουρκίας.
Εξίσου ακανθώδη είναι τα ερωτήματα γύρω από τη θρυλούμενη μεταφορά ενός τόσο μεγάλου αριθμού προσφύγων. Οι περισσότεροι από αυτούς έχουν ξεγράψει από καιρό την προοπτική να γυρίσουν στη φλεγόμενη Συρία και το μόνο που επιθυμούν είναι να φύγουν από την Τουρκία για Γερμανία ή Σουηδία, επομένως το μόνο επιχείρημα που θα μπορούσε να τους μεταπείσει βρίσκεται στην άκρη της ξιφολόγχης. Η βίαιη, μαζική εγκατάσταση Αράβων και Τουρκμένων σε κουρδικές περιοχές θα μεταφραζόταν από τη διεθνή κοινότητα ως επιχείρηση δημογραφικής αλλοίωσης για τη συντριβή της κουρδικής ταυτότητας, ενώ θα έφερνε σε μόνιμη αντιπαλότητα τις διαφορετικές κοινότητες με τον κίνδυνο για νέες Σρεμπρένιτσα στην ημερήσια διάταξη.
Επιπλέον, η εγκατάσταση δύο εκατομμυρίων ανθρώπων σε μια έκταση όσο το μισό της Πελοποννήσου θα απαιτήσει τη δημιουργία ολόκληρων πόλεων και τεράστια κονδύλια, δεκάδων δισ. ευρώ. Ενδεχομένως, ο Ερντογάν ελπίζει ότι θα εκβιάσει τους Ευρωπαίους, που τρέμουν ένα νέο προσφυγικό κύμα, να χρηματοδοτήσουν μια ακήρυκτη εθνοκάθαρση εις βάρος των Κούρδων. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς, όμως, ότι η πολιτική ζωή στη Γηραιά Ηπειρο έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο εκφυλισμού ώστε να επιτρέψει κάτι τέτοιο.
Τραύμα για ΗΠΑ, κέρδη για Ρωσία
Το πρώτο θύμα από την «Πηγή Ειρήνης», όπως με περίσσεια κυνισμού ονόμασε την επιχείρηση του τουρκικού στρατού ο Ερντογάν, είναι η διεθνής αξιοπιστία της Αμερικής. Ολοι οι σύμμαχοί της στη Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο θα αναρωτηθούν γιατί άραγε θα έχουν καλύτερη τύχη από τους Κούρδους στην πρώτη αναποδιά. Αντίθετα, η Ρωσία έχει κάθε λόγο να αισθάνεται ισχυρότερη, καθώς οι Αμερικανοί δεν θα έχουν καμία θέση στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης για την τελική λύση του Συριακού, ενώ οι Κούρδοι θα αναγκαστούν να στραφούν προς τον Ασαντ για να διασώσουν ό,τι μπορεί να διασωθεί. Ο μόνος παράγοντας που θα μπορούσε, αυτή τη στιγμή, να αλλάξει τα δεδομένα φαίνεται να είναι το αμερικανικό Κογκρέσο, όπου Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί προσπαθούν να ακυρώσουν τον ματωμένο γάμο Τραμπ – Ερντογάν με θύμα τους Κούρδους. Απομένει να αποδειχθεί ότι δεν έρχονται κατόπιν εορτής.
ΠΗΓΗ: kathimerini.gr