Η Δύση δείχνει να δυσκολεύεται να κατανοήσει και να χειριστεί τις αλλαγές στο σημερινό κόσμο. Αδυναμία που ενισχύεται από την έλλειψη της απαιτούμενης σοβαρότητας ορισμένων ηγετών της. Τα προβλήματα συσσωρεύονται: Αστάθεια στην Οικονομία, Οικολογικά προβλήματα, Κουρδικό, Κυπριακό, Ουκρανικό, Μέση Ανατολή, Καταλονία και Brexit. Πρόκειται για μεγάλα ζητήματα τα οποία ταλανίζουν την ΕΕ. Η τελευταία δεν δείχνει να διαθέτει επάρκεια ικανοτήτων και στρατηγικών επιλογών για τη λύση τους.
Μέσα σε αυτές τις δυσκολίες υπήρξε μια φλόγα ελπίδας για όλη την Ευρώπη: η λύση του Ονοματολογικού. Λύση που ενίσχυσε τις προσδοκίες για επίλυση και άλλων ζητημάτων στην περιοχή. Ορισμένοι ευρωπαίοι εταίροι αντί να στηρίξουν τη Βόρεια Μακεδονία μικρόψυχα της δημιούργησαν πρόβλημα σταθερότητας. Με την επιλογή τους, προκάλεσαν αύξηση των δυσκολιών συνοχής στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη. Ενώ γίνεται όλο και πιο δύσκολη η λύση του προβλήματος ανάμεσα σε Κόσοβο και Σερβία. Και οι δύο πλευρές δεν θα εμπιστεύονται πια την ΕΕ. Αυτό σημαίνει ότι είναι πιθανό να βρεθούμε με τρεις εστίες κρίσης στα Δυτικά Βαλκάνια. Όποιος δεν το κατανοεί αυτό, φαίνεται να μη γνωρίζει την πρόσφατη ιστορία της περιοχής.
Όπως ο Τραμπ δεν κράτησε το λόγο του απέναντι στους Κούρδους, έτσι και οι Ευρωπαίοι δεν κράτησαν τον λόγο τους έναντι της Βόρειας Μακεδονίας. Πρόκειται για μια εκδήλωση έλλειψης σοβαρότητας και στρατηγικής σκέψης. Κύριοι υπεύθυνοι είναι η Γαλλία, καθώς και οι υποστηρικτές της σε αυτή την υπόθεση, Ολλανδία και Δανία. Ευθύνη, όμως, έχουν και χώρες όπως η Γερμανία που δεν στηρίξαν ουσιαστικά τη Βόρεια Μακεδονία. Σήμερα γνωρίζουμε ότι η συζήτηση στη σύνοδο κάποια στιγμή περιορίστηκε ανάμεσα στη Μέρκελ και τον Μακρόν και ότι ο διάλογος τους τέλειωσε με καλαμπούρια. Ασφαλώς ευθύνη έχουν με την αδράνεια τους χώρες όπως η Ελλάδα. Τα φερέφωνά της ΝΔ υποστηρίζουν ότι η επιλογή Μακρόν ήταν σε συνεννόηση με την Αθήνα. Κάτι που δεν θέλω να το πιστέψω αφού κάθε άλλο παρά μπορεί η Ελλάδα να θέλει αστάθεια στην περιοχή ή την επιστροφή του τουρκικού στρατού στα σύνορα της χώρας με τη Βόρεια Μακεδονία.
Το ερώτημα είναι τι είναι αυτό που οδήγησε τη Γαλλία σε αυτή τη στάση της; Νομίζω, ανάμεσα στα άλλα, ότι:
(α) ενόψει περιφερειακών εκλογών ο κ. Μακρόν κάνει διεθνή πολιτική κοιτώντας το εσωτερικό της χώρας του και τις εκλογικές ανάγκες του. Η χειρότερη μεθόδευση για την αντιμετώπιση ζητημάτων εξωτερικής πολιτικής.
(β) Ο Μακρόν πιέζεται από την ακροδεξιά εξαιτίας των χιλιάδων Αλβανών που ζητούν άσυλο στη Γαλλία. Η λύση, όμως, δεν βρίσκεται στην υιοθέτηση των αντιλήψεων της Λε Πεν, αλλά στη στήριξη μιας πολιτικής που ξεριζώνει τις αιτίες της μετανάστευσης από την Αλβανία. Δηλαδή, το άνοιγμα διαπραγματεύσεών μαζί της. Άνοιγμα που θα διευκολύνει την προώθηση μεταρρυθμίσεων σε αυτήν.
(γ) Ο Μακρόν δεν ήθελε να διαταράξει προσωπικές του σχέσεις με συγκεκριμένους ηγέτες στα Δυτικά Βαλκάνια επιτρέποντας στην ΕΕ το άνοιγμα των διαπραγματεύσεων μόνο με τη Βόρεια Μακεδονία.
(δ) Ο Μακρόν βρίσκεται σε διάσταση με τη Γερμανία που εξακολουθεί να μη λαμβάνει υπόψη τις προτάσεις του για μεταρρυθμίσεις της ΕΕ. Τη ζημιά την πλήρωσε η Βόρεια Μακεδονία.
(ε) Ο Μακρόν έχει θυμώσει με το ευρωκοινοβούλιο που «επέτρεψε» η πρώην υπουργός άμυνας της Γερμανίας να γίνει Πρόεδρος της Επιτροπής της ΕΕ, ενώ έκοψε την αντίστοιχη υπουργό της Γαλλίας να γίνει καν μέλος της Επιτροπής παρά τις διαβεβαιώσεις που του δόθηκαν ότι όλα είναι «τακτοποιημένα».
Τέλος, (στ) ο Μακρόν έχει θυμώσει με τον Τραμπ που απέσυρε χωρίς καμία συνεννόηση μαζί του τον αμερικάνικο στρατό από τη Συρία που ήταν η ομπρέλα για τα γαλλικά στρατεύματα στην περιοχή.
Ο Μακρόν, λοιπόν, αποφάσισε με κριτήρια εσωτερικής πολιτικής και το θυμικό του να κάνει τη ζωή των προοδευτικών βορειομακεδόνων αβίωτη. Θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αυτή η εξέλιξη; Ασφαλώς, καθότι ο Μακρόν δεν καταψήφισε τη Βόρεια Μακεδονία αλλά φρόντισε τα ψηφουλάκιά του (έτσι τουλάχιστον νομίζει) και την ικανοποίηση των θυμών του. Θα μπορούσε αυτό να είχε αποφευχθεί αν η Ελλάδα ακολουθούσε μια ενεργητική εξωτερική πολιτική. Αν είχε συγκροτήσει τις απαραίτητες συμμαχίες οι οποίες θα έδειχναν στον Γάλλο πρόεδρο ότι η αρνητική επιλογή του θα είχε κόστος για τα δικά του ειδικά συμφέροντα.
Τι πρέπει να κάνουμε τώρα; Νομίζω να υπερασπιστούμε τη σταθερότητα και ασφάλεια της περιοχής. Να μην επιτρέψουμε να ξανανάψουν οι φωτιές στα Δυτικά Βαλκάνια. Αυτό σημαίνει να στηρίξουμε τη συμφωνία των Πρεσπών με επιμονή και επιβάλλοντας στα μέρη να εφαρμόσουν με ακρίβεια όλες τις προβλέψεις τους. Όποιος πανηγυρίζει διότι μυωπικά πιστεύει ότι ήρθε η ώρα της κατάργησης της συμφωνίας θα πρέπει να γνωρίζει ότι μια τέτοια εξέλιξη φέρνει αστάθεια στα Βαλκάνια, εκ νέου τα Τουρκικά αεροπλάνα στα βόρεια σύνορά μας, ενώ εγκλωβίζει την Ελλάδα σε πολλαπλές εστίες πολέμου, αστάθειας και σπατάλης διπλωματικού κεφαλαίου. Δείχνει δε, ότι δεν έχει καταλάβει τίποτα από την πολιτική που ακολουθεί αυτό το διάστημα η Τουρκία. Καλό θα ήταν να σταματήσουν κάποιοι να εμφανίζουν τις επιλογές Μακρόν ως «την φυσιολογική» ευρωπαϊκή συμπεριφορά, όταν μάλιστα είναι οι ίδιοι που ανοήτως υποστήριζαν ότι οι γαλλογερμανοί «αντάλλαξαν» τη ρύθμιση των συντάξεων με τη συμφωνία των Πρεσπών.
Νομίζω ότι η Ελλάδα πρέπει να υιοθετήσει τις θέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Να στηρίξει δε, την πρόταση της Ιταλίας ώστε το θέμα της Βόρειας Μακεδονίας να επανέλθει φέτος, στην επόμενη Σύνοδο Κορυφής. Η ΕΕ οφείλει να επανορθώσει. Μέχρι τότε χρειάζεται να ληφθούν σειρά από πρωτοβουλίες στήριξης της συμφωνίας των Πρεσπών και της ευρωπαϊκής πορείας της Βόρειας Μακεδονίας. Επίσης, θα πρέπει να υπάρξουν αντιδράσεις στη συμπεριφορά της ηγεσίας του VMRO που εγκλωβισμένη στον αλυτρωτισμό της παραβιάζει τόσο τη Συμφωνία των Πρεσπών, όσο και την Ενδιάμεση Συμφωνία (1995).
ΥΣ Η κυβέρνηση υπονομεύει με τη στάση της τη συμφωνία των Πρεσπών μόνο και μόνο για να επικαλείται τα αποτελέσματα της δικής της πρακτικής ως δικαιολογία για την αντιπαραγωγική στάση της.
Το άρθρο του Νίκου Κοτζιά δημοσιεύτηκε στα Νέα Σαββατοκύριακο