Κατά του Βρετανικού Μουσείου έβαλε ο Τζέφρι Ρόμπερτσον, ο Βρετανός δικηγόρος, που φέρει τον τίτλο Queen’s Counsel- δηλαδή δικηγόρος διορισμένος από τη βασίλισσα, κατηγορώντας την για κλεμμένη πολιτιστική κληρονομιά. «Το συμβούλιο του Βρετανικού Μουσείου έχει γίνει ο μεγαλύτερος αποδέκτης κλεμμένης περιουσίας στον κόσμο και η συντριπτική πλειονότητα των κλοπιμαίων τους δεν είναι καν σε δημόσια θέα», δήλωσε ο Ρόμπερτσον στον Guardian, σημειώνοντας ότι το Βρετανικό Μουσείο επιτρέπει να γίνεται ανεπίσημη «τουρ των κλεμμένων», όπως τα Γλυπτά του Παρθενώνα, τα χάλκινα αγάλματα του Μπενίν και το Hoa Hakananai’a από το Νησί του Πάσχα. Το Βρετανικό Μουσείο θα ήταν σπουδαιότερο αν «ξέπλενε τα χέρια του από το αίμα και επέστρεφε τα κλοπιμαία του Ελγιν», τόνισε ο Τζέφρι Ρόμπερτσον.
«Το Μουσείο λέει μια σειρά από προσεκτικά κατασκευασμένα ψέμματα και μισές αλήθειες για το πώς τα Γλυπτά του Παρθενώνα σώθηκαν, περισώθηκαν ή διασώθηκαν από τον Λόρδο Ελγιν, που τα απέκτησε παράνομα», υπογράμμισε ο δικηγόρος. Παράλληλα επέκρινε το Βρετανικό Μουσείο, το Λούβρο και το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης στη Νέα Υόρκη ότι «κλειδώνουν την πολύτιμη κληρονομιά άλλων χωρών, που εκλάπη από τους λαούς τους με πολέμους, κλοπές και δολιότητα».
Επιπλέον, κατηγορεί το Βρετανικό Μουσείο και την κυβέρνηση ότι τα φορτώνουν σε άλλους, όταν πρέπει να απαντήσουν σε αιτήματα επιστροφής πολιτιστικής κληρονομιάς. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε δηλώσει στον Observer ότι σκόπευε να προτείνει στον Μπόρις Τζόνσον να δανείσει η Βρετανία στην Ελλάδα τα Γλυπτά του Παρθενώνα το 2021 για τη συμπλήρωση των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση, με αντάλλαγμα τον δανεισμό θησαυρών που δεν έχουν βγει ποτέ από τη χώρα μας.
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός τόνιζε ότι αποτελεί πάγιο αίτημα της Ελλάδας η επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η πρώτη αντίδραση του Βρετανικού Μουσείου ήταν ότι θα εξετάσει το όποιο αίτημα δανεισμού από την Αθήνα, αλλά υπογράμμιζε ότι το ζήτημα δεν είναι θέμα της βρετανικής κυβέρνησης, αλλά τους επιτρόπους του Μουσείου.
Απαντώντας στις κατηγορίες του Τζέφρι Ρόμπερτσον, εκπρόσωπος του Βρετανικού Μουσείου επιβεβαίωσε ότι γίνεται «τουρ σε κλεμμένους θησαυρούς», αλλά όχι από άνθρωπο του μουσείου.
Σε ό,τι αφορά τα Γλυπτά του Παρθενώνα, η εκπρόσωπος του Βρετανικού Μουσείου δήλωσε:
«Αποκτήθηκαν νόμιμα, με την έγκριση των τότε οθωμανικών αρχών. Δεν αποκτήθηκαν ως αποτέλεσμα σύγκρουσης ή βίας. Οι ενέργειες του Λόρδου Ελγιν ερευνήθηκαν λεπτομερώς από επιτροπή που επέλεξε το κοινοβούλιο το 1816 και κρίθηκαν απολύτως νόμιμες». Παράλληλα, η εκπρόσωπος του Βρετανικού Μουσείου σημείωσε: «Αναγνωρίζουμε τις δύσκολες ιστορίες κάποιων εκ των συλλογών μας, συμπεριλαμβανομένου των αμφισβητούμενων τρόπων με τους οποίους αποκτήθηκαν κάποιες συλλογές, όπως μέσω στρατιωτικής δράσης και πλιάτσικου».