Ο πατέρας του Ζαχαρία ήρθε στην Ελλάδα για εργασία μόλις δεκαπέντε ετών. Ζούσε μόνος και φοβόταν μην απελαθεί. Μετά από χρόνια επέστρεψε στη Συρία, όπου παντρεύτηκε τη μητέρα του Ζαχαρία. Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 ήρθαν μαζί στην Ελλάδα, ωστόσο την πρώτη μέρα που φτάνουν εδώ, εκείνη απελαύνεται. Τελικά, κατάφεραν και έζησαν μαζί στη χώρα μας και δημιούργησαν μια όμορφη οικογένεια που αποτελείται από τον Ζαχαρία και την μικρότερη αδερφή του, που γεννιούνται εδώ.
Όλα αυτά, υπογραμμίζει, ότι δεν θα τα κατάφερναν χωρίς τη βοήθεια μιας ελληνικής οικογένειας που τους αγκάλιασε από την πρώτη στιγμή. Η οικογένεια αυτή τίμησε και με το παραπάνω το ιδεώδες της φιλοξενίας και αγάπησε με όλη της την καρδιά την οικογένεια Ιμάμ. Πλέον, αποκαλεί τα άτομα αυτής: “Θείο”, “Θεία”, “Ξαδέρφια” και “Γιαγιά”.
Οι άνθρωποι αυτοί, αποτέλεσαν ένα δεύτερο σχολείο για την οικογένειά του. Ο “Θείος” του, δεν του χάρισε, όπως αναφέρει, απλά ένα ψάρι, αλλά τον έμαθε να ψαρεύει. Η “Γιαγιά” του τον έμαθε να γράφει και να διαβάζει στα ελληνικά. Και οι δύο οικογένειες του Ζαχαρία, η βιολογική και αυτή που βρήκε εδώ, είναι το λαμπρό παράδειγμα πως η δοτικότητα, η συνεργασία και η αγάπη, τόσο από την πλευρά των Ελλήνων, όσο και από των προσφύγων – μεταναστών, μπορεί να κάνει θαύματα και να εξομαλύνει όλα τα προβλήματα.
Σχετικά με τους πρόσφυγες – μετανάστες, ο συνεντευξιαζόμενος αναφέρει, πως «πρέπει να σκεφτούμε με καθαρό μυαλό ποιες είναι οι πραγματικές αιτίες που αναγκάζουν μαζικά εκατομμύρια ανθρώπων να εγκαταλείπουν τις χώρες τους και να ζουν σε τραγικές συνθήκες στα κέντρα προσφύγων. Οι προφανείς αιτίες είναι οι πόλεμοι, η φτώχεια, αλλά η βαθύτερη είναι το όνειρο για μια καλύτερη ζωή. Όλοι πρέπει να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Οι αναπτυγμένες χώρες πρέπει να βοηθήσουν τις πιο αδύναμες να σταθούν στα πόδια τους, ώστε να μην τις εγκαταλείπουν οι κάτοικοι τους, και οι δεύτερες πρέπει να εργαστούν σκληρά για να προοδεύσουν. Για την κατάσταση που υπάρχει σήμερα, προσθέτει, ότι όσοι πρόσφυγες ή μετανάστες δεν έχουν σκοπό να επιστρέψουν στα σπίτια τους μετά το τέλος των πολέμων, πρέπει να προσπαθήσουν να ενταχθούν στη νέα τους πατρίδα, όποια και αν είναι αυτή, να την αγαπήσουν και να γίνουν πρωτεργάτες για την ανάπτυξη και την πρόοδο της. Γιατί αν ο κάθε άνθρωπος δεχτεί για τον εαυτό του το ρόλο του θύματος, η κατάσταση θα γίνει ακόμα χειρότερη και κανένας δεν θα μπορεί να βοηθήσει κανέναν».
Ο πατέρας του, όπως και εκατοντάδες άλλοι μετανάστες, κέρδισαν την αγάπη και την εκτίμηση των συνανθρώπων με την εργατικότητα και την εντιμότητα τους και έτσι αποτελούν μάθημα για όλους. Ανάμεσα στους πρόσφυγες, τονίζει, ότι υπάρχουν επιστήμονες, εργάτες, οικιακοί βοηθοί, όπου θα μπορούσαν να εργαστούν παντού. Για να γίνει αυτό, πρέπει να υπάρχουν θέσεις εργασίας και ανάπτυξη, άρα πάλι επιστρέφουμε στη βοήθεια των “δυνατών”.
Ο Ζαχαρίας κατάφερε ένα μεγάλο μέρος αυτού που μας είπε. Εντάχθηκε κι αγάπησε την Ελλάδα και τώρα πια έφτασε το πλήρωμα του χρόνου να εργαστεί για αυτή. Το όνειρο του μας το διηγήθηκε. Θέλει οπωσδήποτε να εξοφλήσει έστω και ένα μικρό μέρος από το χρέος του στην Ελλάδα, που μεγαλώνει και μορφώνει εκείνον και την αδελφή του, όπως και τα άλλα παιδιά της, αλλά και για όσα προσφέρει στην οικογένεια του.
Υπάρχουν στιγμές μάλιστα που ονειρεύεται ότι ίσως θα μπορούσε να κάνει κάτι για να φέρει τις δυο πατρίδες του πιο κοντά στην αλληλοβοήθεια και στη συνεργασία, αλλά αμέσως μετά σκέφτεται ότι για να μπορέσει να κρατήσει αυτό το όνειρο ζωντανό πρέπει πρώτα να εργαστεί σκληρά, να τελειώσει το Πολυτεχνείο και να προοδεύσει στη ζωή, γιατί μόνο έτσι θα έχει αυτή τη δυνατότητα. «Αυτός, λοιπόν, είναι ο πρώτος μου στόχος για μια καλύτερη ζωή για την Ελλάδα και την Συρία που αγαπώ, να τις φέρω κοντά και να δουλέψω σκληρά για αυτές».
Έτσι, ο νεαρός Ζαχαρίας, συνιστά ένα παράδειγμα ανθρώπου, ο οποίος σέβεται και εκτιμά εξίσου τη χώρα καταγωγής του και τη χώρα που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Προέρχεται από μια ταλαιπωρημένη και βασανισμένη περιοχή, η οποία ακόμα και σήμερα συνεχίζει να ταλανίζεται σπέρνοντας ως θύματα τον άμαχο πληθυσμό. Οι δυσκολίες αυτές, δεν τον εμπόδισαν από το να αγαπήσει την Ελλάδα και να θελήσει να προσφέρει σε αυτήν, αλλά φυσικά ούτε του δημιούργησαν αποστροφή προς την Συρία λόγω των μυριάδων προβλημάτων της. Κλείνοντας την συνέντευξη, εξομολογήθηκε πως η Συρία έχει θάλασσα και ελπίζει να μπορέσει να κάνει κάτι για αυτήν. Αφού, όταν ήταν μικρός καθόταν δίπλα στη θάλασσα και ονειρευόταν πως αν άφηνε ένα κομμάτι ξύλο, θα μπορούσε να φτάσει στη Συρία, εκεί που βρισκόντουσαν οι συγγενείς του και αυτό το θεωρούσε μαγικό.
Εμείς θα ευχηθούμε το ξύλο που ονειρευόταν να στείλει δια θαλάσσης να είναι κάποιο πλοίο που θα ναυπηγήσει ο ίδιος, καθώς και να καταφέρει μια μέρα να γίνει πρότυπο για όλες τις ταλαιπωρημένες ψυχές που κυνηγούν το όνειρο πάνω σε μια βάρκα, περπατώντας ώρες ή και φτάνοντας σε μια ξένη χώρα, όπου στοιβάζονται σε κέντρα “φιλοξενίας”.
*Το “Ζαχαρίας Ιμάμ: Όταν οι απόψεις του Roland Barthes παίρνουν σάρκα και οστά” (πρώτος τίτλος του κειμένου) είναι ένα από τα 12 κείμενα που διακρίθηκαν στον διαγωνισμό της ActionAid «Write for Inclusion» με θέμα την ένταξη προσφύγων και μεταναστών στην κοινωνική, οικονομική, πολιτιστική και πολιτική ζωή της Ελλάδας.
Πηγή: news247.gr