Η περίπτωση του εξαιρετικού και ανερχόμενου Στέφανου Τσιτσιπά και η νίκη του στο ATPNittoFinals στο Λονδίνο είναι –χωρίς, φυσικά, να το επιδιώκει ο ίδιος ή να φέρει την παραμικρή ευθύνη– η αντανάκλαση του ελληνικού επαρχιωτισμού. Σαν το παιδί που φεύγει από το κοινωνικά αυτιστικό περιβάλλον της κωμόπολης και “διαπρέπει” στην Αθήνα και άθελά του γίνεται είδωλο εικονικής εξωστρέφειας για εκείνους που μένουν πίσω και δεν τολμούν να κόψουν εισιτήριο με το ΚΤΕΛ για την πόλη.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Ο Στέφανος είναι ο “γιατρός” ή ο “δικηγόρος” που ανέρχεται στην κοινωνική ιεραρχία της πρωτεύουσας και γίνεται αντικείμενο συζήτησης στο καφενείο της ιδιαίτερης πατρίδας του. Για να καυχώνται “φουσκωμένοι” οι θαμώνες μεταξύ καπνίλας, καφέ και του ποδοσφαιρικού αγώνα που παίζει στην πάντοτε ανοιχτή τηλεόραση.
Ότι κατορθώνει ο Στέφανος το κατορθώνει μόνος του. Αυτός, ο πατέρας του, η οικογένειά του.
Τις χιλιάδες ώρες της προπόνησης δεν τις πέρασε μαζί μας. Δεν ήμαστε κι εμείς εκεί όταν ίδρωνε και κουραζόταν, όταν υπέφερε από τραυματισμούς, όταν έχανε αγώνες και προς στιγμή απογοητευόταν. Μόνος, με τους πολύ δικούς του ανθρώπους, ήταν, κι έτσι θα συνεχίσει να πορεύεται στα Grand Slam. Όπως και μόνος του θα απολαύσει τα χρήματα και τη δόξα που προέρχονται από τους κόπους του.
Ο Στέφανος, επίσης, δεν νικά επειδή είναι Έλληνας. Για να τελειώνουμε με τον καραδοκούντα εθνικισμό ορισμένων που υπερβαίνει την αφέλεια και γίνεται άκρως επικίνδυνη τοξικότητα. Και απαιτείται προσοχή και σύνεση απ΄ όσους (της πολιτικής κυρίως) εξαπολύουν με προχειρότητα δηλώσεις και “φανφάρες”, συνδέοντας την ικανότητα με την καταγωγή και επιδεικνύουν εθνοζηλωτισμό σαν τα “κορτ” του τένις να είναι η Αγία Λαύρα και το Μανιάκι.
Ο Ράφα Ναδάλ που ακόμα νικάει τον Στέφανο, ή ο Νόβακ Τζόκοβιτς, είναι Ισπανός και Σέρβος, άρα –σύμφωνα με την βλακώδη προσέγγιση ορισμένων– φαίνεται πως διαθέτουν ισχυρότερα γονίδια από το “ανυπέρβλητο Ελληνικό”.
Ο Στέφανος νικά επειδή είναι ο Στέφανος και επειδή έχει δουλέψει όσο έχει δουλέψει. Γι αυτό και δεν μας χρωστάει τίποτε όλους εμάς. Μας χαρίζει στιγμές απόλαυσης αλλά ίσα μ’ εκεί. Για το ότι τυλίχτηκε με την ελληνική σημαία, χίλια μπράβο. Χρειάζονται κι αυτά και χρήσιμα είναι.
Θα γίνει headline στο ESPN, θα του πλέξουν το εγκώμιο σε όλα τα μέσα ως “Έλληνα Θεό” (…) για να γεμίζει “φασιανούς” και “παγώνια” το ελληνικό διαδίκτυο, νομίζοντας πως αυτό αφορά κι όλους εμάς που τον παρακολουθήσαμε από τον καναπέ.
Ο Στέφανος είναι ικανός και κατά πάσα πιθανότητα θα διαγράψει σπουδαία πορεία στο παγκόσμιο τένις. Για να το κάνει αυτό, ωστόσο, δεν πρέπει να γυρίσει πίσω του να δει όλους εκείνους που μιλούν εξ ονόματός του και προσπαθούν να κλέψουν στιγμές και στιγμιότυπα από τις νίκες του.
Διότι οι ίδιοι δεν θα βρίσκονται εκεί στις ήττες του. Θα έρθουν, άλλωστε, και ήττες. Πάντοτε έτσι συμβαίνει. Και η ιστορία έχει αποδείξει πως στην Ελλάδα εύκολα απομυζούν τους νικητές και ακόμα ευκολότερα περιφρονούν και χλευάζουν τους ηττημένους.
Ο Στέφανος, τέλος, δεν είναι απαραίτητα σπουδαιότερος από την Στεφανίδη, την Κορακάκη, τον Πετρούνια, τον Γιαννιώτη και πολλούς άλλους που “φτύνουν αίμα” στους στίβους, τα προπονητήρια, τις πισίνες. Απλώς, ο Στέφανος, όπως και ο “Greek Freak” Γιάννης, έχουν την τύχη να πρωταγωνιστούν σε σπορ που αγαπούν τρελλά η τηλεόραση και οι σπόνσορες. Που διαθέτουν τεράστια επικοινωνιακή προβολή και επιρροή. Είναι και η φύση του αθλήματος, άλλωστε, που βοηθά.
Η Στεφανίδη, για παράδειγμα, δεν θα αποκτήσει ποτέ την ίδια μιντιακή απήχηση με τον Τσιτσιπά διότι είναι, αναμφίβολα, με επικοινωνιακούς όρους άλλο πράγμα το κοντάρι από την ρακέτα. Ως εκ τούτου δεν μπορεί να προσδοκά να βρεθούν πολλοί δίπλα της στις κερκίδες του στίβου και να την αποκαλούν “αθληταρού”…