Ψυχραιμία και εγρήγορση απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις, μετά και την «παράνομη και ανυπόστατη» συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης, συνιστά μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο τομεάρχης Εξωτερικών και πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος.
Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:
Ερ: Σας ανησυχούν οι εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά; Πού νομίζετε ότι αποβλέπει η Τουρκία;
Απ: Πρέπει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις με εγρήγορση, αλλά και ψυχραιμία. Είναι σαφές ότι οι νέες παράνομες τουρκικές γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, η παράνομη συμφωνία Τουρκίας-Λιβύης, η ανακοίνωση γεωτρήσεων στην περιοχή που καλύπτει η ανυπόστατη αυτή συμφωνία και η παρουσίαση για πρώτη φορά συντεταγμένων από την Τουρκία για την ΑΟΖ που διεκδικεί έξω από την Κρήτη, τη Ρόδο και το Καστελόριζο, σηματοδοτούν αναβάθμιση της τουρκικής προκλητικότητας. Η Τουρκία αντιδρά έτσι στην γενικευμένη απομόνωση της, για την οποία είναι αποκλειστικά υπεύθυνη η ίδια, λόγω του πάγιου αναθεωρητισμού της και της άρνησης της να αποδεχθεί το δίκαιο της θάλασσας. Η απομόνωση της εντάθηκε από την ενίσχυση της διπλωματικής θέσης της χώρας μας, εξαιτίας της ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, με αιχμή το ενεργειακό και τα τριμερή σχήματα συνεργασίας που αναπτύξαμε, σε συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία.
Η ανυπόστατη, ως αντίθετη στο διεθνές δίκαιο αλλά και της μη κύρωσης της από το λιβυκό Κοινοβούλιο «συμφωνία», αποτελεί αντιπερισπασμό που δεν παράγει έννομες συνέπειες, όπως και οι παράνομες γεωτρήσεις της. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με μεθοδευμένες κινήσεις εκ μέρους της ελληνικής πολιτείας, για να μην δημιουργήσει de facto τετελεσμένα. Είναι ιδιαίτερα σοβαρό γεγονός ότι λίγες ώρες πριν την συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν, η Τουρκία ανακοίνωσε γεωτρήσεις στην δήθεν «περιοχή θαλάσσιας δικαιοδοσίας της Τουρκίας και σε άλλες περιοχές». Η περαιτέρω επέκταση παράνομων δραστηριοτήτων στην ελληνική υφαλοκρηπίδα αποτελεί ευθεία απειλή κατά των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Ερ: Πού εστιάζετε την κριτική σας στην ελληνική κυβέρνηση;
Απ: Η κυβέρνηση, δυστυχώς, όχι μόνο δεν συνέχισε την ενεργητική δική μας πολιτική, αλλά κινείται στα κρίσιμα εθνικά θέματα χωρίς πυξίδα, άλλοτε παθητικά και κατευναστικά απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα, άλλοτε σπασμωδικά, όπως στην περίπτωση των αλληλοαναιρούμενων διαρροών για τη διακοπή των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Σταχυολογώ μερικές από αυτές τις εκφάνσεις παθητικότητας και έλλειψης συνεκτικής στρατηγικής της κυβέρνησης: ο κ. Μητσοτάκης ήταν ο πρώτος Έλληνας πρωθυπουργός που δεν έθεσε θέμα τουρκικής προκλητικότητας στο Αιγαίο κατά την πρώτη συνάντησή του στο πλαίσιο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Εξέπεμψε μάλιστα θετικό κλίμα κατά τη συνάντηση αυτή, προαναγγέλλοντας άνευ όρων ακόμα και τη διενέργεια Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας, με την ελπίδα, μάλλον, ότι με την κατευναστική αυτή πολιτική και την διαπροσωπική σχέση που θα ανέπτυσσε με τον Πρόεδρο Ερντογάν θα μειωνόταν η τουρκική παραβατικότητα.
Στην ίδια γραμμή, η κυβέρνηση περιορίστηκε στο να επικρίνει λεκτικά την κλιμάκωση της τουρκικής προκλητικότητας στην ΑΟΖ της Κύπρου και το Αιγαίο, αντί να αξιοποιήσει μέχρι πρόσφατα, το πλαίσιο κυρώσεων που εξασφάλισε στην ΕΕ η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ σε συνεργασία με την Κυπριακή Δημοκρατία. Παράλληλα απείχε από τη Διαδικασία του Βερολίνου (στη συνάντηση του Σεπτέμβριου του 2019) ενώ η χώρα μας ήταν παρούσα στις διευρυμένες συνομιλίες για το Λιβυκό, στη Διάσκεψη του Παλέρμο το Νοέμβριο του 2018.
Εξαιρετικά προβληματική ήταν και η δήλωση του Πρωθυπουργού κατά την πρόσφατη συνάντηση του με τον Πρόεδρο Ερντογάν, ότι «δυσκολίες στις σχέσεις με την Τουρκία υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Εκτιμώ όμως ότι εφόσον και οι δύο πλευρές δείξουν καλή διάθεση, αυτές τελικά μπορούν να ξεπεραστούν». Ούτε μεσολαβητής είναι ο πρωθυπουργός, για να προβαίνει σε παρόμοιες δηλώσεις ίσων αποστάσεων, ούτε αν τις ακούγαμε από τρίτο μεσολαβητή θα μας ικανοποιούσαν. Δεν είναι η κακή διάθεση της ‘Αγκυρας, αλλά η πάγια αναθεωρητική στρατηγική της πίσω από τις παραβατικές ενέργειες της. Ουδέποτε δε η πατρίδα μας είχε έλλειψη διάθεσης υποστήριξης των θέσεων της αποκλειστικά στο διεθνές δίκαιο.
Ερ: Ζητούσατε σύγκληση του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής το οποίο εξήγγειλε η κυβέρνηση. Με τι θέσεις θα προσέλθετε;
Απ: Εμείς δεν θα καταφύγουμε ποτέ σε δημαγωγική ρητορική, όπως δυστυχώς έπραττε η Νέα Δημοκρατία επί των ημερών μας. Θα θυμόσαστε την πολεμική της για κίνδυνο νέων Πρεσπών στο Αιγαίο. Θα προτείνουμε, αντιθέτως, την επιστροφή της χώρας σε ενεργητική εξωτερική πολιτική, με συγκεκριμένες προτάσεις. Ειδικότερα θα καλέσουμε την κυβέρνηση:
– Να εργαστεί προκειμένου να υπάρξουν ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά προσώπων και εταιρειών που προβαίνουν σε παράνομες ενέργειες στην Κυπριακή ΑΟΖ, κατ’ επέκταση των ανάλογων κυρώσεων που αποφασίστηκαν τον Ιούνιο του 2019, στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που εκπροσώπησε τη χώρα ο Αλέξης Τσίπρας.
– Να ζητήσει την άμεση σύγκληση της Συνόδου των Ευρωπαϊκών χωρών του Νότου για τη στήριξη της Ελλάδας και Κύπρου.
– Να εξαντλήσει κάθε περιθώριο προς τις ΗΠΑ για πιο δυναμική στάση απέναντι στην Τουρκία, ενόψει της συνάντησης του πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ και τις συνομιλίες για περαιτέρω αναβάθμιση της διμερούς στρατιωτικής συνεργασίας.
– Να ζητήσει από την Ιταλία να υιοθετήσει σαφή και αυστηρή στάση απέναντι στις παράνομες ενέργειες της διεθνώς αναγνωρισμένης κυβέρνησης της Λιβύης, ενόψει μάλιστα και της ανανέωσης της ευρωπαϊκής επιχείρησης Sophia τον Μάρτιο.
– Να ενισχύσει τις επαφές με όλες τις πλευρές στη Λιβύη και να εντείνει τις συνομιλίες με την Αίγυπτο για οριοθέτηση ΑΟΖ, σε συνέχεια των προσπαθειών της δικής μας κυβέρνησης.
– Να απαιτήσει να βρίσκεται στις διευρυμένες συνομιλίες για το Λιβυκό σε συνέχεια και της συμμετοχής της Ελλάδας στη Διάσκεψη του Παλέρμο το Νοέμβριο του 2018. Η απουσία της Ελλάδας από τις Διαδικασίες του Βερολίνου δεν πρέπει να επαναληφθεί.
– Να συνεχίσει το διάλογο για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης.
Ερ: Στο προσφυγικό/μεταναστευτικό ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμη ζητά πιο σκληρή στάση της χώρας, με ενέργειες αποτροπής στον Έβρο και στα νησιά, δημιουργία κέντρων κλειστού τύπου, ενώ αντιδρά και στη μετεγκατάσταση στην ενδοχώρα. Νομίζετε ότι το προσφυγικό/μεταναστευτικό είναι εκτός ελέγχου;
Απ: Και εδώ η στάση της κυβέρνησης είναι μνημείο αντιφάσεων και παλινωδιών, με το βλέμμα στραμμένο στο εσωτερικό ακροατήριο και όχι στην ουσιαστική επίλυση του προσφυγικού/μεταναστευτικού. Αφού προσγειώθηκε ανώμαλα στην πραγματικότητα, μόλις κατέρρευσε η δημαγωγία της ότι, τάχα, η «πολιτική ανοικτών συνόρων» του ΣΥΡΙΖΑ διογκώνει τις ροές, η ρητορική της συνεχίζει να αντιγράφει τον Όρμπαν και η διαχείριση της είναι μνημείο προχειρότητας. Λέει και ξελέει, παίρνει αποφάσεις και τις αναιρεί. Ανακοινώνει, πχ. ότι θα καταργήσει την διοικητική προσφυγή στην διαδικασία ασύλου και το παίρνει πίσω, όταν αντιλήφθηκε ότι είναι αντίθετο στο ευρωπαϊκό δίκαιο. ‘Αφησε την κατάσταση στη Μόρια να βγει εκτός ελέγχου και εξακολουθεί να χειρίζεται το θέμα με όρους δημοσιότητας και όχι ουσίας. Ανακοινώνει στο εσωτερικό ότι θα κλείσει τη Μόρια και τα άλλα ανοικτά κέντρα και ενημερώνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα αντίθετα. Κλείνει το μάτι στην ακροδεξιά της πτέρυγα, ανακοινώνοντας «σκληρά μέτρα» αμφίβολης νομιμότητας τόσο σε σχέση με την Συνθήκη της Γενεύης όσο και με το ευρωπαϊκό δίκαιο. Η κυβέρνηση θα πρέπει να σοβαρευτεί και να επιδιώξει να υπάρξει πραγματική ευρωπαϊκή πολιτική στο προσφυγικό/μεταναστευτικό, με ριζική αναθεώρηση του Κανονισμού του Δουβλίνου, ώστε να μην πέφτουν όλα τα βάρη στα κράτη πρώτης εισόδου.
Ερ: Πώς κρίνετε την θέση του Αντώνη Σαμαρά για αποδέσμευση από την Συμφωνία των Πρεσπών;
Απ: Η στάση αυτή του πρώην πρωθυπουργού, που είναι ο κύριος ένοχος για την διαιώνιση επί τρεις δεκαετίες του Μακεδονικού, δεν αποτελεί έκπληξη, αλλά κραυγαλέα απόδειξη του εσωτερικού διχασμού της Νέας Δημοκρατίας. Δεν είναι όμως το μόνο δείγμα επικράτησης υπερσυντηρητικών και αντιδραστικών απόψεων στο εσωτερικό της. Δεν αποτελεί αναχρονιστική παραφωνία η άρνηση της να αποδεχθεί την πρόταση μας στη συνταγματική αναθεώρηση για απαγόρευση διακρίσεων για λόγους φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού; Η αμφισβήτηση όμως της εφαρμογής της Συνθήκης των Πρεσπών δεν αφορά μόνον τα εσωτερικά της Νέας Δημοκρατίας, αλλά την εξωτερική πολιτική της χώρας. Το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός δεν μπορεί να εξασφαλίσει την ενιαία έκφραση της κυβέρνησης στον κρίσιμο αυτό τομέα, αποτελεί σαφές και σοβαρό πρόβλημα αδυναμίας.
Ερ: Το νομοσχέδιο για τη ψήφο των ομογενών κατατέθηκε και συζητείται. Εκτιμάτε ότι θα βρεθεί κοινός τόπος μεταξύ των κομμάτων;
Απ: Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει οι απόδημοι να έχουν φωνή, ψήφο και αυτοτελές δικαίωμα του εκλέγεσθαι. Για το λόγο αυτό προτείναμε στη συνταγματική αναθεώρηση συγκεκριμένες προτάσεις για την κατοχύρωση του ενεργητικού και του παθητικού εκλογικού δικαιώματος των αποδήμων και ήμασταν το μόνο κυβερνητικό κόμμα που συγκρότησε νομοπαρασκευαστική επιτροπή από εμπειρογνώμονες για την κατάρτιση σχετικού νομοσχεδίου.
Εξακολουθούμε να θεωρούμε τη δική μας πρόταση πολύ καλύτερη από το σχέδιο νόμου της Νέας Δημοκρατίας, γιατί προβλέπει ψήφο σε όλους τους Έλληνες του εξωτερικού και αυτοτελές δικαίωμα εκλογής των εκπροσώπων τους. (Υπενθυμίζω ότι η πρόταση μας συγκέντρωσε 108 ψήφους στην αναθεώρηση, ψηφίσθηκε δηλαδή από βουλευτές τουλάχιστον δύο κομμάτων εκτός του ΣΥΡΙΖΑ). Παρόλα αυτά, επειδή θέλουμε να υπάρξει λύση, επιδιώκουμε συναινέσεις στη βάση δύο θεμελιωδών προϋποθέσεων: τη διασφάλιση αδιάβλητων εκλογικών διαδικασιών, υπό την εποπτεία διακομματικής επιτροπής και την εξασφάλιση αυτοτελούς δικαιώματος εκλέγεσθαι των αποδήμων. Η κυβέρνηση έκανε μερικώς δεκτές ορισμένες από τις προτάσεις μας, ενώ και οι υπόλοιπες έχουν ευρύτερη διακομματική υποστήριξη. Ελπίζουμε ότι το νομοσχέδιο μέχρι την Ολομέλεια θα βελτιωθεί περαιτέρω, σύμφωνα με αυτές. Μέχρι τότε επιφυλασσόμαστε για την τελική μας στάση.
Ερ: Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέβασε πολύ το θέμα των διορισμών και του κ. Διαματάρη. Δεν είναι φαινόμενα αυτά που παρατηρούνται σε κάθε κυβέρνηση -πχ επί ΣΥΡΙΖΑ ο διορισμός πρώην ιδιοκτήτη βουλκανιζατέρ σε Κέντρο Υγείας;
Απ: Δεν είμαστε μόνον εμείς που ασκήσαμε κριτική. Θα έλεγα μάλιστα ότι ήταν η αυθόρμητη κριτική των κοινωνικών μέσων δικτύωσης που έκανε αναγκαστική την παραίτηση του υφυπουργού. Ούτε τίθεται θέμα σύγκρισης της περίπτωσης αυτής με τους διορισμούς διοικητών επί ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για τη μέρα με τη νύχτα. Εμείς προβλέψαμε συγκεκριμένη δημόσια διαδικασία με προκήρυξη, προσόντα και συνεντεύξεις και δεν διορίζαμε κομματάρχες κατόπιν απευθείας deal με τον πρωθυπουργό. ‘Αλλωστε ο κύριος Διαματάρης δεν παραιτήθηκε απλώς επειδή δεν είχε τυπικά προσόντα, αλλά γιατί δεν είπε την αλήθεια για αυτά και γιατί διατηρούσε ασύμβατες με το υπουργικό αξίωμα επαγγελματική δραστηριότητα.
Ερ: Πέντε μήνες είναι αρκετός χρόνος για να κριθεί η κυβέρνηση;
Απ: Εξ όνυχος τον λέοντα. Οι στρατηγικές της επιλογές είναι διαφανείς και διαρκείς: Προσπάθεια παλινόρθωσης κομματικού κράτους της Δεξιάς. Νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική υπέρ των λίγων και ισχυρών. Δόγμα νόμου και τάξης, πιο κοντά στο δόγμα Σαλβίνι παρά στον ευρωπαϊκό νομικό πολιτισμό.
Ερ: Η κυβέρνηση πρόβαλλε τη βελτίωση του οικονομικού κλίματος μετά τις πρώτες κινήσεις και τη μείωση της φορολογίας.
Απ: Αυτή είναι η αφήγηση της, πράγματι, και αναπαράγεται ευρέως λόγω της μηντιακής της υπεροπλίας. (Αν αυτός ο ευφημισμός περιγράφει επακριβώς την υιοθέτηση/υπαγόρευση των θέσεων της από τα γνωστά μονοπωλιακά και αδιαφανή συμφέροντα). Όμως, η πρόσφατη αναθεώρηση των επίσημων στατιστικών στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ την διαψεύδει: Ανακοινώθηκαν τα αναθεωρημένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την ανάπτυξη του πρώτου τριμήνου του έτους από 1,1% στο 1,4% και του δεύτερου τριμήνου από το 1,9% στο 2,8%. Αυτά που υπόσχεται η ΝΔ με τον προϋπολογισμό, με άλλα λόγια, τα είχε ήδη πετύχει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Η μεγέθυνση, βεβαίως, δεν αποτελεί το μοναδικό, ούτε το κύριο κριτήριο αξιολόγησης της οικονομίας. Ακόμη πιο σημαντικά είναι η βιωσιμότητα, η διατηρησιμότητα και το κοινωνικό πρόσημο της ανάπτυξης. Και, δυστυχώς, ως προς αυτά, όπως δήλωσε και ο αντιπρόεδρος των κυβερνήσεων μας, Γιάννης Δραγασάκης, η κυβέρνηση της ΝΔ γκρεμίζει ό,τι έχτιζε η δικη μας. Και οι συνέπειες δεν θα αργήσουν να φανούν.
Ερ: Πώς βλέπετε τις αλλαγές που ετοιμάζει στο ασφαλιστικό -επανειλημμένως η ΝΔ έχει καταγγείλει τον δικό σας νόμο;
Απ: Όλες οι κεντρικές επιλογές του νόμου, με μία εξαίρεση, τα αυξημένα ποσοστά αναπλήρωσης για τους χαμηλόμισθους και τη μεσαία τάξη, κρίθηκαν συνταγματικές. (Αντισυνταγματικές κρίθηκαν και οι μειώσεις στις επικουρικές, αυτές όμως ήταν αποτέλεσμα των μνημονιακών δεσμεύσεων, όχι ουσιώδες χαρακτηριστικό του νόμου.) Παραλάβαμε ένα ασφαλιστικό σύστημα που κατέρρεε, με μία μαύρη τρύπα ενός δισ., παρά τις έντεκα περικοπές ΠΑΣΟΚ και ΝΔ. Εξασφαλίσαμε τη βιωσιμότητα του, καθιερώνοντας ενιαίους κανόνες για όλους στο πλαίσιο ενός και μόνον ταμείου, με ιδιαίτερη εύνοια προς τους χαμηλόμισθους και όσους είχαν, λόγω της κρίσης, λίγα χρόνια εργασίας.
Αντιθέτως, στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης είναι ένα σύστημα τύπου Πινοσέτ, ιδιωτικοποίησης δηλαδή της ασφάλισης, αρχικά της επικουρικής. Όπου εφαρμόστηκαν παρόμοια συστήματα, το αποτέλεσμα ήταν μεγάλη επισφάλεια για τις συντάξεις των εργαζομένων, με σημαντικό ποσοστό τους να μένει τελικά χωρίς καμία κάλυψη. Τεράστιος είναι, προφανώς, ο κίνδυνος και για τη χρηματοδότηση των ήδη καταβαλλόμενων συντάξεων, εφόσον οι εισφορές που θα κατευθύνονται σε ιδιωτικά ασφαλιστικά συστήματα θα αφαιρούνται από το δημόσιο σύστημα
Ερ: Πώς εξελίσσεται το εγχείρημα της διεύρυνσης στον ΣΥΡΙΖΑ; Έρχεται κόσμος;
Απ: Υπάρχει μεγάλη ανταπόκριση και μάλιστα συνεχώς διευρυνόμενη.
Ερ: Τα ρεπορτάζ κάνουν λόγο για αντιδράσεις του σκληρού πυρήνα του κόμματος -τον ΣΥΡΙΖΑ του 3%, λένε- στη διεύρυνση και στην στροφή του ΣΥΡΙΖΑ προς μία αριστερή Σοσιαλδημοκρατία.
Απ: Ομόφωνες ήταν οι αποφάσεις τόσο της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ όσο και της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης, που περιλαμβάνει και τα στελέχη της Κεντροαριστεράς που συστρατεύτηκαν μαζί μας στο πλαίσιο της Προοδευτικής Συμμαχίας. Μπορεί να υπάρχουν αντιρρήσεις στα επιμέρους, όλοι όμως αναγνωρίζουν ότι η διεύρυνση είναι μονόδρομος.
Ερ: Νομίζετε ότι θα πρέπει ο αρχηγός του κόμματος να εκλέγεται από την βάση;
Απ: Δεν έχει τεθεί ακόμη παρόμοια πρόταση από κανένα στον εσωκομματικό διάλογο. Προσωπικά δεν το θεωρώ το πιο ουσιώδες ζήτημα, δεν θα το απέκλεια όμως, εάν κριθεί στο συνέδριο ότι με τον τρόπο αυτό θα διευκολυνόταν η επαφή μας με μεγαλύτερο τμήμα του λαού.
Πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ