Με πρωτοσέλιδο τίτλο «Νέα κίνηση – 3ο Γεωτρύπανο», η φιλοκυβερνητική εφημερίδα Γενί Σαφάκ αναφέρει ότι ανάμεσα στις χώρες που βρίσκεται σε επαφές η Τουρκία για την αγορά γεωτρύπανου είναι και η Νορβηγία, από την οποία αγόρασε και τα άλλα δύο, ενώ παράλληλα έχουν ξεκινήσει διεργασίες για την παραγωγή εγχώριων υλικών για τα γεωτρύπανα ώστε η Τουρκία να μην εξαρτάται από το εξωτερικό.
«Σύμφωνα με πληροφορίες, μετά το “Φατίχ” και το “Γιαβούζ” επισπεύστηκαν οι διεργασίες για την αγορά και τρίτης πλατφόρμας» αναφέρει η «Γενί Σαφάκ», σημειώνοντας ότι με την κίνηση αυτή η Τουρκία θα αυξήσει τα πλοία για έρευνες και γεωτρήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο στα πέντε.
Η τουρκική εφημερίδα υποστηρίζει ότι η Άγκυρα συνεχίζει τα προληπτικά βήματα στην Ανατολική Μεσόγειο και, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες ανάγκες της για απόκτηση τεχνογνωσίας και περαιτέρω έμπειρου προσωπικού στις ερευνητικές και γεωτρητικές δραστηριότητές της, ξεκινά προσπάθεια για παραγωγή εγχώριων υλικών και εκπαίδευση προσωπικού. Την εκπαίδευση και τη στελέχωση του νέου γεωτρύπανου με έμπειρο τουρκικό προσωπικό θα αναλάβει η θυγατρική της κρατικής Εταιρείας Πετρελαίου (ΤΡΑΟ) η Offshore Technology Center (OTC).
Το «σήμα», όπως αναφέρει η «Γενί Σαφάκ», έδωσε ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δηλώνοντας πριν από λίγους μήνες ότι συζητείται η έλευση τρίτου πλωτού γεωτρύπανου στην Ανατολική Μεσόγειο.
Τι περιμένει η Αθήνα
Προετοιμασμένη για εξελίξεις ακόμα και μέσα στον Ιανουάριο είναι η Αθήνα, μετά και την κύρωση του συμφώνου οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών ανάμεσα στην Τουρκία και στη Λιβύη, το οποίο υπεγράφη από την Αγκυρα και την απολύτως εξαρτώμενη από αυτήν κυβέρνηση της Τρίπολης. Τον Ιανουάριο του 2020 έχουν προγραμματιστεί έρευνες σε μια έκταση που ξεκινάει από τα νοτιοδυτικά της Κρήτης έως τα ανατολικά της Ρόδου από ερευνητικό πλοίο υπό γαλλική σημαία για λογαριασμό τρίτης χώρας. Με δεδομένη τη νέα πραγματικότητα, όπως την αντιλαμβάνεται η Αγκυρα, το τουρκικό ναυτικό θα έχει δικαίωμα να προβεί σε νηοψία στη ζώνη η οποία προκύπτει σε μια περιοχή που ξεκινάει από τα νοτιοανατολικά της Κρήτης με πορεία προς τα νοτιοδυτικά προς τη Λιβύη.
Στην Αθήνα υπάρχει ανησυχία και για ακόμα πιο ευθεία παρέμβαση από μέρους της Τουρκίας, δηλαδή μέσω της αποστολής ερευνητικού πλοίου της ΤΡΑΟ, σε περιοχή η οποία βρίσκεται στη ζώνη ανατολικά της Κρήτης, νότια της Ρόδου ή νότια του Καστελλόριζου, κάτι που θα αμφισβητούσε ευθέως τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στην υφαλοκρηπίδα της.
Η Αθήνα εξετάζει όλα αυτά τα σενάρια, ωστόσο δεν υπάρχει επιχειρησιακή επιφυλακή πέρα από τη συνήθη. Αρμόδιες πηγές επισήμαιναν στην «Κ» ότι η ατμόσφαιρα στρατιωτικοποίησης της κρίσης που εκπεμπόταν από διάφορες πλευρές στο εσωτερικό της χώρας τις προηγούμενες ημέρες δεν έχουν απολύτως καμία επαφή με την πραγματικότητα.
Αντιθέτως, υπογράμμιζαν, η κατάσταση είναι ακόμη και υποτονική σε σύγκριση με τα συνήθη. Κάτι τέτοιο σημαίνει ότι η Αγκυρα έχει ρίξει το βάρος της στο διπλωματικό πεδίο, όπου και εκτιμά πως μπορεί να δημιουργήσει ανυπέρβλητα, για την Αθήνα, τετελεσμένα.
Στην Αθήνα είναι επίσης απολύτως σαφές ότι η επιλογή της Αγκυρας να προχωρήσει ταχέως στην κύρωση του συμφώνου με την κυβέρνηση-ανδρείκελο της Τρίπολης οφείλεται σε πολιτικούς λόγους. Μάλιστα, προετοιμάστηκε με τέτοια ταχύτητα που έχει οδηγήσει στη σύνταξη ενός κειμένου το οποίο βρίθει ανακριβειών και αυθαίρετων, κατά το δοκούν, ερμηνειών, προκειμένου η ακτή της Τουρκίας να κατορθώσει να αποτελέσει βάση έναρξης χάραξης γραμμών για την οριοθέτηση αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) με την αντίστοιχη πλευρά της Λιβύης.
Στις επεξεργασίες που γίνονται τα τελευταία 24ωρα στα υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας, προκύπτει ότι η Αγκυρα χρησιμοποιεί το διεθνές δίκαιο της θάλασσας όταν εξυπηρετεί τη σχεδίαση του χάρτη, ενώ το παραβιάζει όταν συμβαίνει το αντίθετο. Προκειμένου να καταλήξουν ως γραμμή συνάντησης των υποτιθέμενων ορίων θαλάσσιας δικαιοδοσίας μεταξύ Λιβύης και Τουρκίας, χρησιμοποιούνται ως σημεία βάσης οι πόλεις Μαρμαρίδα – Φετιγέ – Κας στην Ανατολία και Ντέρνα – Τομπρούκ – Μπαρντίγια στην Κυρηναϊκή. Για να γίνει εφικτό αυτό το σενάριο, οι Τούρκοι χαρτογράφοι εκμηδένισαν την επήρεια του Καστελλόριζου, ενώ λίγα χιλιόμετρα βορειότερα έδωσαν πλήρη επήρεια σε ακατοίκητες βραχονησίδες που ανήκουν στην Τουρκία. Στην πρώτη περίπτωση το Καστελλόριζο είναι ένα νησί που κατοικείται και υποστηρίζει οικονομική ζωή, ενώ στη δεύτερη πρόκειται για βραχονησίδες που δεν έχουν παρά περιορισμένα δικαιώματα με βάση το διεθνές δίκαιο.
Παράλληλα, οι Τούρκοι «κλείνουν» κόλπους, προκειμένου να τους χρησιμοποιήσουν ως σημείο εκκίνησης για τη χάραξη γραμμών. Εν ολίγοις χρησιμοποιούν κόλπους και ακατοίκητες βραχονησίδες για να επεκτείνουν τη χωρική θάλασσά τους όσο χρειάζεται ώστε να δημιουργήσουν σύνορα με τη Λιβύη. Η προχειρότητα με την οποία έχει καταρτιστεί το κείμενο της συμφωνίας ανάμεσα στην Αγκυρα και την κυβέρνηση της Τρίπολης για την οριοθέτηση ζωνών θαλάσσιας δικαιοδοσίας υποδηλώνει και το εύρος της υπηρεσιακής διάβρωσης που έχει υποστεί το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, το οποίο, ανεξαρτήτως των διαφορών Ελλάδας – Τουρκίας, διατηρούσε υψηλό επίπεδο.
Ο χάρτης της «Γαλάζιας Πατρίδας» αποτελεί την προαναγγελία των τουρκικών διεκδικήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο και στο Αιγαίο και αντιμετωπίζεται από την Αθήνα με ανησυχία, παρά το γεγονός ότι ο σχεδιασμός του χάρτη δεν υπακούει παρά ελάχιστα στους κανόνες του Διεθνούς Θαλάσσιου Δικαίου.
Ολες αυτές οι κινήσεις οδηγούν έμπειρους παρατηρητές στο συμπέρασμα ότι η Αγκυρα επιχειρεί να ισχυροποιήσει, έστω και άγαρμπα με βάση το διεθνές δίκαιο, τη θέση της, με σκοπό να αναγκάσει την Αθήνα να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και, παράλληλα, να πιέσει τη Λευκωσία ώστε να διακόψει το δικό της ερευνητικό πρόγραμμα, προκειμένου να υπάρξει μια συνολική συζήτηση για την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ο κύριος στόχος
Η λογική της αμοιβαιότητας (quid pro quo ή –αγγλιστί– reciprocity, όπως αρέσκονται να τη χαρακτηρίζουν οι Τούρκοι) αποτελεί βασικό στοιχείο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, ωστόσο γίνεται σαφές ότι σε αυτή τη φάση η Αγκυρα έχει θέσει ως κύριο στόχο την πλήρη αποδιάρθρωση των ελληνικών και κυπριακών δικαιωμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Τώρα, ακόμη και οι πλέον δύσπιστοι στην Αθήνα αντιλαμβάνονται ότι η «Γαλάζια Πατρίδα» δεν είναι ένα ρητορικό σχήμα, αλλά η αποτύπωση των τουρκικών διεκδικήσεων.
Η Λευκωσία τις προηγούμενες ημέρες εκκίνησε τη διαδικασία προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (τη δικαιοδοσία του οποίου δεν αναγνωρίζει η Αγκυρα), καθώς η ισχυρή τουρκική παρουσία στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα λειτουργεί ως ουσιαστική τροχοπέδη στην προώθηση του ενεργειακού προγράμματος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ολες αυτές οι εξελίξεις αναδεικνύουν και τα όρια της όποιας συζήτησης μπορεί να γίνει για την επίλυση του Κυπριακού στην παρούσα φάση.
Η Αθήνα έχει αποδυθεί και σε έναν διπλωματικό μαραθώνιο ο οποίος κρύβει ευχάριστες αλλά και δυσάρεστες εκπλήξεις. Οι πλέον σαφείς και ουσιαστικές καταδίκες και δηλώσεις υποστήριξης ήλθαν από τη Γαλλία και τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, αλλά και από το Ισραήλ. Την πολύ ισχυρή δήλωση του αμερικανικού Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξουδετέρωσε η στάση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος εμφανίστηκε στην επετειακή σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Λονδίνο περίπου ως το «alter ego» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η Τουρκία έχει τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ και αυτή η βαρύτητα φάνηκε ανάγλυφα και σε διπλωματικό επίπεδο στο Λονδίνο. Η απόφαση της Αθήνας να παράσχει δέκα αεροσκάφη τύπου F-16 στο πλαίσιο της νατοϊκής υπηρεσίας επιφυλακής με ονομασία «Initiative Readiness», όπως είχε εισηγηθεί και ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ Χρήστος Χριστοδούλου, αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για τη συνήθως πιο διστακτική Ελλάδα, ωστόσο δεν αντισταθμίζει την πραγματική «διαφημιστική καμπάνια» που έκανε η Αγκυρα στο Λονδίνο, σχετικά με την κομβική σημασία των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.
Η στάση της Ε.Ε. ήταν ικανοποιητική για την Αθήνα, ενώ στην παρούσα φάση ευθυγραμμίζονται και τα συμφέροντά της με τη Μόσχα, η οποία αντιτίθεται στην κυβέρνηση του Φαγέζ αλ Σαράζ στην Τρίπολη, καθώς υποστηρίζει τον αντίπαλό του Χαλίφα Χαφτάρ. Αντιθέτως, στην Αθήνα παρατηρείται με καχυποψία η υποτονικότητα με την οποία αντιμετώπισε το θέμα η Ιταλία, που εμφανίζεται να δείχνει κατανόηση στις θέσεις της κυβέρνησης του κ. Σαράζ στην Τρίπολη και, κατ’ επέκταση, στις τουρκικές. Την Παρασκευή, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου βρέθηκε στη Ρώμη, όπου και συναντήθηκε με τον Ιταλό ομόλογό του. Μένει να φανεί αν ο κ. Τσαβούσογλου θα μεταβεί και στην Αθήνα τις επόμενες ημέρες για την υπουργική σύνοδο του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου…
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα Καθημερινή