Προθεσμίες τόσο για την υποβολή, όσο και για την τροποποίηση των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης (Πόθεν Έσχες) προβλέπει ο Νόμος 3213/2003, οι οποίες αν δεν τηρηθούν απαρέγκλιτα προβλέπονται κυρώσεις. Και διοικητικές (με πρόστιμα από 200 μέχρι 100.000 Ευρώ!) και ποινικού χαρακτήρα. Αυτά για τον απλό κόσμο, γιατί οι βουλευτές, όπως αποκαλύπτει το Vouliwatch, έχουν άλλη αντιμετώπιση.
Η Επιτροπή Ελέγχου της Βουλής, με την υπογραφή του προέδρου της Επιτροπής, Α. Μπούρα, εξέδωσε στις 22 Νοεμβρίου 2019 την ακόλουθη ανακοίνωση:
«Η Επιτροπή Ελέχγου Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης του άρθρου 3Α του ν.3213/2003 στην συνεδρίασή της στις 6.11.2019 αποφάσισε να δοθεί η δυνατότητα διόρθωσης (υποβολή τροποποιητικής δήλωσης) σε δηλώσεις για τις οποίες η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει. Η ως άνω δυνατότητα θα δοθεί τον Δεκέμβριο του 2019, για όλες τις δηλώσεις που υποβλήθηκαν στην Επιτροπή μέχρι τότε».
Δίνεται, κατά παράβαση των διατάξεων του ν. 3213/2003 και κατά παραβίαση συνταγματικών αρχών, όπως της αρχής της ισότητας, παρανόμως παράταση της προθεσμίας υποβολής δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης.
Η παράταση της προθεσμίας υποβολής, η οποία δεν λαμβάνει μάλιστα χώρα με νομοθετική ρύθμιση και ισχύει αποκλειστικά και μόνο για τους υπόχρεους στην Επιτροπή 3α, αποφασίζεται αυθαίρετα από την Επιτροπή, κατά παραβίαση του νόμου και καθ’ υπέρβαση των εξουσιών της.
Η αοριστία δε των αναφορών «δυνατότητα διόρθωσης…σε δηλώσεις για τις οποίες η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει» καθώς «και για όλες τις δηλώσεις που υποβλήθηκαν στην επιτροπή μέχρι τότε» δημιουργεί πλείστα ακόμη ζητήματα ως προς τις δηλώσεις που καλύπτει η εν λόγω ανακοίνωση, καθώς αφήνει περιθώρια τροποποίησης και σε δηλώσεις παλαιότερων χρήσεων, οι οποίες (υποτίθεται πως) έχουν ήδη ελεγχθεί και αρχειοθετηθεί ή σταλεί στον εισαγγελέα, δίνοντας μια επίφαση νομιμοφάνειας στην εν λόγω απόλυτα παράνομη και άκυρη ενέργεια.
Εν τέλει, ενόψει των ανωτέρω γεννάται το εύλογο ερώτημα αν τελικά η Επιτροπή Ελέγχου πράγματι ολοκλήρωσε ουσιαστικά και στο ακέραιο τον έλεγχο που όφειλε να διενεργήσει τόσο στο πλαίσιο των δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης όσο και στο πλαίσιο των οικονομικών των κομμάτων και των βουλευτών.
Η πιο πρόσφατη αυτή απόφασή της έρχεται να προστεθεί στον μακρύ κατάλογο των μεροληπτικών και μη νόμιμων χειρισμών και κλονίζει σημαντικά και εκ νέου την εμπιστοσύνη των πολιτών σε σχέση με την πρόθεσή της να φέρει σε πέρας ακέραια και με αποφασιστικότητα τον τόσο κρίσιμο ρόλο της!
Αναλυτικά παρακάτω η σχετική νομοθεσία:
Άρθρο 1 Ν. 3213/2003
Η δήλωση της παραγράφου 1 υποβάλλεται από τους υπόχρεους μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από την απόκτηση της ιδιότητάς τους (αρχική δήλωση). Τα επόμενα έτη, η δήλωση υποβάλλεται κάθε χρόνο κατά το διάστημα της θητείας της άσκησης της δραστηριότητας ή της διατήρησης της ιδιότητας των υπόχρεων και για το επόμενο έτος. Ειδικά για τους υπόχρεους των περιπτώσεων α’ έως και ε’ και ιβ’ της παραγράφου 1 η δήλωση υποβάλλεται για τρία (3) έτη μετά από την απώλεια της ιδιότητας ή τη λήξη της θητείας. Η δήλωση υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Κατ’ εξαίρεση, δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης και οικονομικών συμφερόντων, αρχικές με απόκτηση ιδιότητας υπόχρεου τα έτη 2016, 2017, 2018 και ετήσιες των ετών 2016 (χρήση 2015), 2017 (χρήση 2016) και 2018 (χρήση 2017) υποβάλλονται από 18.2.2019 έως 30.4.2019.
Άρθρο 2
Ελλείψεις ή ανακρίβειες της δήλωσης επιτρέπεται να συμπληρωθούν από τον υπόχρεο αυθορμήτως, σε προθεσμία ενός (1) μηνός από τη λήξη της προθεσμίας για την υποβολή της δήλωσης.
Άρθρο 6.
Μη υποβολή ή υποβολή ανακριβούς δήλωσης
Εντός τριάντα (30) ημερών από την πάροδο της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 του ν. 3213/2003 επιτρέπεται η υποβολή δήλωσης ύστερα από πληρωμή ηλεκτρονικού παράβολου ποσού διακοσίων (200) ευρώ για τους υπόχρεους που υποβάλλουν δήλωση στην επιτροπή ελέγχου του άρθρου 3Α και πενήντα (50) ευρώ για τους λοιπούς υπόχρεους. Μετά την πάροδο των τριάντα (30) ημερών του προηγουμένου εδαφίου, η υποβολή δήλωσης επιτρέπεται ύστερα από πληρωμή ηλεκτρονικού παράβολου ποσού τετρακοσίων (400) ευρώ για τους υπόχρεους που υποβάλλουν δήλωση στην επιτροπή ελέγχου του άρθρου 3Α και εκατό (100) ευρώ για τους λοιπούς υπόχρεους. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης δύναται να τροποποιείται το ποσό των παραβόλων.
Υπόχρεος που παραλείπει να υποβάλει δήλωση μετά την πάροδο εξήντα (60) ημερών από την παρέλευση της προθεσμίας της παραγράφου 2 του άρθρου 1 ή υποβάλλει ανακριβή ή ελλιπή δήλωση, τιμωρείται με φυλάκιση και με χρηματική ποινή έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ. Ανακριβής είναι και η δήλωση, όταν τα δηλωθέντα περιουσιακά στοιχεία ή η επαύξηση αυτών δεν δικαιολογείται από τα πάσης φύσεως, νομίμως αποκτηθέντα εισοδήματα του υπόχρεου. Αν ο υπόχρεος τελεί το αδίκημα με σκοπό την απόκρυψη περιουσιακού στοιχείου αξίας ανώτερης των τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) ευρώ.
Ο υπαίτιος του τρίτου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα (10) ετών και με χρηματική ποινή από είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ έως ένα εκατομμύριο (1.000.000) ευρώ, αν η συνολική αξία της αποκρυπτόμενης περιουσίας του ιδίου και των λοιπών προσώπων για τα οποία αυτός οφείλει να υποβάλει δήλωση υπερβαίνει συνολικά το ποσό των τριακοσίων χιλιάδων (300.000) ευρώ, ανεξαρτήτως αν η απόκρυψη επιχειρείται με τη μη υποβολή δήλωσης ή την υποβολή ελλιπούς ή ανακριβούς δήλωσης.
ΠΗΓΗ: vouliwatch.gr