Τις τρεις κεντρικές προτεραιότητές του αναμένεται να επαναλάβει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την ομιλία του πριν την ψήφιση του προϋπολογισμού στη Βουλή: «Θα μειώσω τους φόρους, θα δημιουργήσω πολλές και καλά πληρωμένες δουλειές, και θα αποκαταστήσω το αίσθημα της ασφάλειας. Και αυτό ακριβώς κάνω», αναμένεται να πει και θα προσθέσει:
«Ο προϋπολογισμός ανακουφίζει την μεσαία τάξη και φροντίζει τους ασθενέστερους με ένα οργανωμένο πρόγραμμα μείωσης των φόρων. Αλλά και δημιουργεί ζωτικό χώρο ανάπτυξης και παραγωγής νέου πλούτου. Δύο είναι τα χαρακτηριστικά του Κρατικού Προϋπολογισμού του 2020: Πρώτον, συνδυάζει την κοινωνική φροντίδα με την ανάπτυξη. Και αυτό το υπηρετεί διορθώνοντας παλαιότερες αδικίες. Αλλά κι ανοίγοντας το δρόμο για επενδύσεις και νέες δουλειές. Στόχος μας είναι από τη διανομή σποραδικών επιδομάτων σε όλο και φτωχότερους πολίτες, να περάσουμε στην απέναντι όχθη: Σε ένα διαρκώς αυξανόμενο εθνικό εισόδημα, το οποίο θα κατανέμεται δίκαια σε όλους. Ο εθνικός πλούτος το 2020 θα αυξηθεί κατά 7,3 δισεκατομμύρια, αγγίζοντας τα 197,3 δισεκατομμύρια. Κάτι που μεταφράζεται σε 1.600 ευρώ περισσότερα για κάθε νοικοκυριό. Ενώ στην απασχόληση, στόχος είναι του χρόνου να έχουμε 100.000 λιγότερους άνεργους».
Για τα αποκαλούμενα «υπερπλεονάσματα», ο κ. Μητσοτάκης αναμένεται να τονίσει: «Κατά την τριετία 2016-2018, αφαιρέθηκαν από την οικονομία 11,4 δισεκατομμύρια, πέραν τωνδεσμεύσεων που είχαν συμφωνηθεί με τους πιστωτές. Την ίδια ώρα, όμως, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των φορολογούμενων προς το Δημόσιο αυξήθηκαν κατά 18,1 δισεκατομμύρια. Ιδού, λοιπόν, με ποια λογιστική -αλλά και ολέθρια- αλχημεία προέκυπταν οι δήθεν επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ που επικαλείται, σήμερα, η αντιπολίτευση».
Επίσης, αναμένεται να στείλει σαφές μήνυμα στην Άγκυρα, ότι προϋπόθεση για κάθε διάλογο «είναι να εγκαταλείψει την εμπρηστική ρητορική και την προκλητική πρακτική». «Η Ελλάδα μένει πιστή στο Διεθνές Δίκαιο και στις ισχύουσες Συμφωνίες Είμαστε πάντα υπέρ των κανόνων καλής γειτονίας. Υπέρ των ανοιχτών διαύλων, της επικοινωνίας και του διαλόγου. Σ’ αυτόν όμως δεν προσερχόμαστε ούτε πιεζόμενοι, ούτε από θέση αδυναμίας. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, υπό την απειλή παράνομων τετελεσμένων. Έχουμε δίκιο, έχουμε αυτοπεποίθηση, έχουμε φίλους. Έχουμε ισχύ, αλλά και φιλική διάθεση. Προϋπόθεση, λοιπόν, για κάθε συζήτηση με την Τουρκία είναι να εγκαταλείψει την εμπρηστική ρητορική και την προκλητική πρακτική», αναμένεται να τονίσει κατά τις ίδιες πηγές.