Κορυφώνεται απόψε η κοινοβουλευτική μάχη για τον προϋπολογισμό που θα ολοκληρωθεί με την ψηφοφορία η οποία παραδοσιακά έχει και χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Οι αποψινές ομιλίες των πολιτικών αρχηγών θα έχουν ιδιαίτερο χαρακτήρα καθώς γίνονται υπό τη σκιά της κλιμακούμενης έντασης στα ελληνοτουρκικά.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης θα κλείσει τη συζήτηση ενώ ο Αλέξης Τσίπρας θα ανέβει στο βήμα της Ολομέλειας λίγο πριν και αναμένεται να ανοίξει τη «βεντάλια» της κριτικής στο Μαξίμου κάνοντας έναν μίνι απολογισμό των πέντε πρώτων μηνών της ΝΔ στην εξουσία. Αιχμή θα είναι η οικονομία, αφού στην Κουμουνδούρου κάνουν λόγο για έναν προϋπολογισμό που δεν είναι ούτε αναπτυξιακός ούτε κοινωνικός.
Αυτός θα είναι ο άξονας πάνω στον οποίο θα στηριχτούν τα επιχειρήματα του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρώντας να αποδομήσει τον σχεδιασμό της κυβέρνησης και παράλληλα να συγκρίνει τις προεκλογικές δεσμεύσεις με τα νομοσχέδια που έρχονται ή δεν έρχονται για ψήφιση στη Βουλή. «Οι πολυδιαφημισμένες “σημαντικές φοροελαφρύνσεις”, έμειναν μόνο υποσχέσεις για τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, προκειμένου να εξασφαλιστούν σημαντικές ελαφρύνσεις στα υψηλά εισοδήματα και τις μεγάλες επιχειρήσεις. Επιπλέον, στον προϋπολογισμό του 2020 υπάρχουν όλοι οι διαβόητοι “29 άδικοι φόροι του ΣΥΡΙΖΑ”, όπως έλεγε προεκλογικά η ΝΔ, εκτός από τον φόρο των κερδών των επιχειρήσεων και των μερισμάτων”, τονίζουν πηγές της Κουμουνδούρου.
Ο Αλέξης Τσίπρας αναμένεται να τονίσει σε σχέση με τον προϋπολογισμό πως:
– Προβλέπει σημαντικές φοροελαφρύνσεις για τους ισχυρούς και τους πλούσιους. Δεν είναι, όμως καθόλου γενναιόδωρος με τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα.
– Δεν ανακουφίζει τη μεσαία τάξη. Απεναντίας, διαψεύδει τις ελπίδες για σημαντική βελτίωση της εισοδηματικής της κατάστασης που προεκλογικά είχε καλλιεργήσει η ΝΔ.
– Οι εισοδηματικές ανισότητες όχι μόνο δεν αντιμετωπίζονται, αλλά αντίθετα ενισχύονται. Ανατρέπεται δηλαδή η κυβερνητική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία είχε αρχίσει να αμβλύνει τις ανισότητες αυτές.
– Τα οφέλη που αποκόμισε η χώρα από την έξοδό της από τα μνημόνια και τη διαρκή ανάπτυξη επί δέκα συνεχόμενα τρίμηνα όχι μόνο δεν κατανέμονται δίκαια αλλά, επιπλέον, κατανέμονται με εκείνον ακριβώς τον τρόπο που οδήγησε στην κρίση και τη χρεοκοπία.
Στην αξιωματική αντιπολίτευση εξακολουθούν να στέκονται πολύ επικριτικά στην πρώτη απόφαση της κυβέρνησης να μην χρησιμοποιήσει μέρος από τα ταμειακά διαθέσιμα που είχε διασφαλίσει ο ΣΥΡΙΖΑ για να μειώσει το πρωτογενές πλεόνασμα κατά 1% ήδη από το 2020, όπως είχε σχεδιάσει με τον εγγυητικό λογαριασμό. Υποστηρίζουν πως από εκεί ουσιαστικά ξεκινούν όλα τα «δεινά» και για τη μεσαία τάξη, αφού η απόφαση αυτή στερεί για το 2020 δημοσιονομικό χώρο ύψους περίπου 2 δισ. ευρώ, ο οποίος, όπως υποστηρίζουν από την Κουμουνδούρου, θα μπορούσε να διατεθεί σε ελαφρύνσεις και μέτρα κοινωνικής στήριξης που είχε σχεδιάσει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Το κλίμα της σύγκρουσης είναι φανερό και από το γεγονός πως χθες σε ανακοίνωσή του ο Γιώργος Χουλιαράκης δήλωσε πως «κατά τη διάρκεια της συζήτησης του σχεδίου προϋπολογισμού στην ολομέλεια της Βουλής, η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, καθώς και πλήθος βουλευτών της πλειοψηφίας, ισχυρίζονται πως η απελθούσα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ παρέδωσε δημοσιονομικό κενό της τάξης των 396 εκατ. ή 0.2 τοις εκατό του ΑΕΠ. Ο ισχυρισμός αυτός στηρίζεται σε προσωρινές προβλέψεις δημοσιονομικών μεγεθών της 10ης Ιουλίου οι οποίες διορθώθηκαν-αναθεωρήθηκαν το αμέσως επόμενο διάστημα (όπως συχνά συμβαίνει στην εκτίμηση δημοσιονομικών μεγεθών υπό συνθήκες αβεβαιότητας) γεγονός που το υπουργείο Οικονομικών επέλεξε να αποσιωπήσει».