Είθισται, σε ένα κύκλο συναντήσεων του πρωθυπουργού με τους πολιτικούς αρχηγούς, και δη για τα εθνικά θέματα και μετά από την επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ, εκείνη που τραβάει το δημοσιογραφικό και πολιτικό ενδιαφέρον να είναι αυτή με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Χωρίς να υποβαθμίζει κανείς το τετ α τετ του πρωθυπουργού με τον Αλέξη Τσίπρα, τα βλέμματα πολλών στρέφονται στο δεύτερο κατά σειρά ραντεβού με την Φώφη Γεννηματά. Κι αυτό διότι -παρά τις όποιες διαρροές γίνουν ή δεν γίνουν- είναι πιθανό αυτό να προδιαγράψει τις πολιτικές εξελίξεις άμεσα.
Ο εκλογικός νόμος και η προεδρική εκλογή είναι αναμφίβολα δύο θέματα που θα απασχολήσουν τη συγκεκριμένη συνάντηση.
Η κυβέρνηση (και ο Πρόεδρος της Βουλής) έχει αποσαφηνίσει πως πρώτα θα ψηφιστεί ο εκλογικός νόμος στη Βουλή και αμέσως μετά θα εκκινήσουν οι ψηφοφορίες για την εκλογή του ΠτΔ με συνταγματικό περιθώριο ολοκλήρωσής τους την 13η Φεβρουαρίου.
Δεδομένου ότι ο πρωθυπουργός “καίγεται” να περάσει τον εκλογικό νόμο, ώστε να υπερκεράσει στις μεθεπόμενες εκλογές το κατ΄ αυτόν εμπόδιο της απλής αναλογικής (νόμος Τσίπρα), χρειάζεται την πολιτική συνηγορία του ΚΙΝ.ΑΛ, ώστε να συγκεντρώσει το αναγκαίο όριο των 180 ψήφων.
Κάποιοι, ωστόσο, προδιαγράφουν πως η Φώφη Γεννηματά δεν μπορεί να συμφωνήσει στο σχέδιο εκλογικού νόμου που, σύμφωνα με πληροφορίες, θα φέρει στη Βουλή ο Τάκης Θεοδωρικάκος.
Στην πρόταση νόμου που κατέθεσε η Χαριλάου Τρικούπη προβλέπεται μπόνους 35 εδρών στο πρώτο κόμμα, εάν αυτό συγκεντρώνει από 40% και πάνω. Το νομοσχέδιο της κυβέρνησης, αν ισχύουν όσα διέρρευσαν, δίνει τις 35 έδρες στο πρώτο κόμμα εφόσον αυτό συγκεντρώνει το 32,5%. Για να πάρουμε μια αίσθηση, με 37% το πρώτο κόμμα λαμβάνει 44 έδρες μπόνους, με 38% 46 έδρες και με 39,5% 49 έδρες.
Είναι σαφές πως ένα τέτοιο νομοσχέδιο, με βάση τις θέσεις του, το Κίνημα Αλλαγής δεν υπάρχει περίπτωση να το ψηφίσει. Πολύ περισσότερο που, όπως ήδη είπαμε, η ψήφος του δεν έχει καμία πρακτική σημασία, παρά μόνο πολιτική και ως εκ τούτου μάλλον δεν πρόκειται να πιεστεί ιδιαιτέρως σε αυτό το θέμα από την κυβέρνηση.
Πολλοί υποστηρίζουν πως η μοναδική πιθανότητα να συγκλίνουν τελικά Ν.Δ και ΚΙΝ.ΑΛ οδηγεί σε δύο κινήσεις. Αφενός ο Τάκης Θεοδωρικάκος πρέπει να υποχωρήσει σε κάποιες εκφάνσεις της πρότασης εκλογικού νόμου που προτίθεται να καταθέσει (κυρίως ως προς το μπόνους σε συνδυασμό με τα εκλογικά ποσοστά του πρώτου κόμματος). Αφετέρου, ο πρωθυπουργός ίσως δώσει στην κ. Γεννηματά έναν Πρόεδρο Δημοκρατίας “δικής της επιλογής”, προκειμένου να επιτευχθεί σύγκλιση.
Τέσσερα είναι τα ονόματα στα οποία είναι πιθανό να υπάρχει συμφωνία καθώς συγκεντρώνουν την θετική άποψη και των δύο πλευρών. Η Μαρία Δαμανάκη, ο καθηγητής Διεθνούς Δικαίου Βασίλης Σκουρής, ο Τάσος Γιαννίτσης και ο Βαγγέλης Βενιζέλος.
Ο τελευταίες φαίνεται πως έχει μπει ξανά γερά στην κούρσα της προεδρικής εκλογής. Στην πρόσφατη εμφάνισή του στην ΕΡΤ “απαξίωσε” έμμεσα τον σημερινό Πρόεδρο της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλο, λέγοντας πως ναι μεν είναι επιτυχημένος αλλά, όπως τόνισε, “είναι δύσκολο να μην είναι επαρκής κάποιος σε αυτή τη θέση”. Βεβαίως, με αυτό τον τρόπο, περιόρισε το εύρος και τη σημασία του θεσμού και έτσι και τον δικό του ρόλο εάν αναλάμβανε αυτή τη θέση.
Για τον πρωθυπουργό, πάντως, το μείζον δεν είναι το πρόσωπο που θα προτείνει για ΠτΔ αλλά ο εκλογικός νόμος. Με 180 ψήφους μπορεί να είναι βέβαιος πως οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν μεν με απλή αναλογική, κατ’ ισχύ του νόμου που είχε ψηφίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο με δεδομένη την αδυναμία να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας -όπως έχουν δηλώσει επανειλημμένα κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης-, μπορεί να ελπίζει πως στην δεύτερη εκλογική αναμέτρηση θα κατορθώσει να κερδίσει και να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Για να συμβεί αυτό το σενάριο που επεξεργάζονται στο Μέγαρο Μαξίμου -με ανοικτή ακόμα και την πιθανότητα για διεξαγωγή πρόωρων εκλογών εντός του 2020- ο Κυριάκος Μητσοτάκης χρειάζεται τη συναίνεση του ΚΙΝ.ΑΛ. Γι αυτό το βασικό του “όπλο” είναι να δώσει στην Φώφη Γεννηματά έναν πρόεδρο από τον δικό της πολιτικό χώρο.