Η έρευνα που δημοσιεύει η διαΝΕΟσις εξετάζει την οπτική των Ελλήνων απέναντι στο προσφυγικό ζήτημα. Τα αποτελέσματα δείχνουν πως μεγάλα ποσοστά Ελλήνων, πιστεύουν ότι οι μετανάστες αυξάνουν την εγκληματικότητα και αποτελούν “κίνδυνο αλλοίωσης της εθνικής μας ταυτότητας”, την ώρα που οι μετανάστες δηλώνουν ότι έχουν υποστεί διακρίσεις και νιώθουν μεγάλη ψυχολογική επιβάρυνση.
Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων μεταναστών, επιθυμεί να πάει σε άλλη χώρα της Ευρώπης, ενώ οι παλαιότεροι μετανάστες βλέπουν πιο θετικά την παραμονή τους στην Ελλάδα.
Οι ερευνητές καταλήγουν σε μια σειρά από βασικά συμπεράσματα για τη φύση και την πραγματική εικόνα της μετανάστευσης στην Ελλάδα, αλλά και σε μια σειρά από ρεαλιστικές προτάσεις πολιτικής για την καλύτερη διαχείριση του φαινομένου από την ελληνική κυβέρνηση.
4,4% είναι το ποσοστό των μεταναστών (πολιτών χωρίς υπηκοότητα χώρας της Ε.Ε.) που ζουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση
580.000 περίπου είναι οι νόμιμοι μετανάστες που βρίσκονται στην Ελλάδα σήμερα, οι οποίοι ζουν κυρίως στα αστικά κέντρα
50.000 – 70.000 εκτιμάται ότι είναι ο αριθμός των μεταναστών που ήρθαν μετά το 2015 και έχουν μείνει εδώ (οι αιτήσεις ασύλου που εκκρεμούσαν ως και τα τέλη 2018 έφταναν τις 67.000)
35.000 περίπου (περισσότεροι από τους μισούς) είναι οι γυναίκες και τα παιδιά στο σύνολο των νέων προσφύγων
27.000 είναι ο αριθμός των παιδιών σύμφωνα με τη UNICEF, ενώ σύμφωνα με την καταγραφή της Ύπατης Αρμοστείας για τους Πρόσφυγες τον Σεπτέμβριο 2019, ο ακριβής αριθμός των αυνόδευτων παιδιών ήταν 4.616
Το 56% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι ο αντίκτυπος της ύπαρξης μεταναστών στην ελληνική οικονομία είναι αρνητικός.
Το 58% θεωρούν ότι η παρουσία μεταναστών στην Ελλάδα “αποτελεί κίνδυνο αλλοίωσης της εθνικής μας ταυτότητας”.
Το 79% πιστεύουν ότι η παρουσία των μεταναστών δεν συμβάλλει στην επίλυση του δημογραφικού.
Το 53% πιστεύουν ότι η παρουσία τους αυξάνει την εγκληματικότητα.
Το 54% πιστεύουν ότι στο μέλλον θα έρχονται περισσότεροι πρόσφυγες και μετανάστες.
* Τα στοιχεία προκύπτουν από την έρευνα της διαΝΕΟσις σε συνεργασία με το γερμανικό ίδρυμα Hanns Seidel (Φεβρουάριος 2019)