Το να προετοιμάζονται οι Ένοπλες Δυνάμεις για όλα τα σενάρια που μπορεί να προκύψουν στις σχέσεις με την αναθεωρητική και επιθετική Τουρκία είναι λογικό και επιβεβλημένο. Για το στράτευμα, άλλωστε, μιλάμε και όχι για κάποια λέσχη φίλων του “paintball” που παίρνουν τα βουνά και τα δάση το σαββατοκύριακο. Το να δηλώνει, όμως, τακτικά και δημοσίως ο πολιτικός προϊστάμενός τους πως “προετοιμαζόμαστε για στρατιωτική εμπλοκή” είναι κάτι διαφορετικό.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Προφανώς δεν απευθύνεται στις γυναίκες και τους άνδρες των τριών όπλων. Το γνωρίζουν πολύ καλά, ασκούνται και εκπαιδεύονται καθημερινά για να διατηρούν υψηλά το αξιόμαχό τους, και λαμβάνουν τις σχετικές εντολές από την “γραμμή ιεραρχίας”. Προφανώς δεν απευθύνεται και στην “άλλη πλευρά του Αιγαίου”. Δεν πιστεύει κανείς πως οι Τούρκοι θεωρούν πως οι αεροπόροι μας πίνουν καφέ στη Σκύρο ή τη Νέα Αγχίαλο, ούτε ότι ναύτες και αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού κόβουν βόλτες στις προκυμαίες των νησιών. Γνωρίζουμε καλά, ο ένας τις κινήσεις του άλλου.
Ο υπουργός Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος απευθύνεται, κυρίως, στην ελληνική κοινωνία. Σε όλους τους πολίτες που συζητούν στις παρέες εάν “θα γίνει θερμό επεισόδιο ή και πόλεμος με την Τουρκία”. Το ζήτημα, όμως, δεν είναι η επικοινωνιακή διαχείριση στην οποία επιδίδεται η κυβέρνηση αλλά τι πραγματικά συμβαίνει.
Διότι, όπως αποκαλύπτει η εφημερίδα “Εστία”, την ώρα που ο Νίκος Παναγιωτόπουλος μας…προετοιμάζει για πόλεμο, στο Μέγαρο Μαξίμου διεξάγονται συσκέψεις με την “αφρόκρεμα” των διπλωματών, διεθνολόγων και αναλυτών περί τα ελληνοτουρκικά, και αντικείμενο την προετοιμασία για μια πιθανή (;) προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης κατόπιν συνυποσχετικού στο οποίο θα συμφωνήσουν και οι δύο πλευρές.
Η εφημερίδα, μάλιστα, αποκαλύπτει πως η “μυστική σύσκεψη στο Μαξίμου”, πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά τη συνάντηση που είχε ο Τούρκος πρέσβης στην Αθήνα με την διεύθυνση του ΕΛΙΑΜΕΠ (Ελληνικό Ινστιτούτο Άμυνας και Εξωτερικής Πολιτικής) και η οποία, όπως αναφέρεται, “περιείχε εκπλήξεις, αποκαλύψεις και απειλές”.
Συμβαίνουν, δηλαδή, πολύ ενδιαφέροντα πράγματα που περνούν “κάτω από τα ραντάρ”.
Στο πλαίσιο αυτό ίσως πρέπει κανείς να εντάξει και μια συζήτηση που αποκάλυψε ο δημοσιογράφος των “Νέων” Γιώργος Παπαχρήστος με τη Ντόρα Μπακογιάννη και την οποία μετέφερε στη στήλη του στην εφημερίδα.
Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο, “η κα Μπακογιάννη η οποία εμφανίζεται υπέρμαχος της υπογραφής συνυποσχετικού μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, κάνει ένα βήμα παραπάνω χαρακτηρίζοντας ως «απαρχαιωμένες αντιλήψεις του περασμένου αιώνα» όσες απόψεις είναι επιφυλακτικές σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Και, κατά τον αρθρογράφο, η κα Μπακογιάννη επισημαίνει πως μια προσφυγή στη Χάγη μπορεί να έχει “κάποιες απώλειες”! Όπως, “η ΑΟΖ του Καστελορίζου”.
Η αλληλουχία
Όλα τα παραπάνω αποτελούν νέα επεισόδια μιας αλληλουχίας δημόσιας τριβής με το θέμα της προσφυγής στη Χάγη που ξεκίνησε με το άρθρο του Κώστα Σημίτη στην “Καθημερινή, αμέσως μετά την ευρεία εκλογική νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπου γινόταν σαφής (με την τεκμηρίωση του πρώην πρωθυπουργού) προτροπή για την αναζήτηση μηχανισμού επίλυσης των διαφορών με την Τουρκία με “λύσεις που δεν θα είναι πάντοτε ευχάριστες”. Αφού, βεβαίως, προηγουμένως επέσεισε τον κίνδυνο “νέων Ιμίων“!
Προς την ίδια κατεύθυνση κινήθηκαν και άλλοι, το επόμενο διάστημα, δεν διέλαθε, μάλιστα, η παρέμβαση του αναπληρωτή Συμβούλου Εθνικής Ασφαλείας Θάνου Ντόκου με αναφορές στο θέμα της “συνδιαχείρισης”.
Άγκυρα: “Χάγη αλλά για…όλα”
Το τελευταίο διάστημα, η Τουρκία περιγράφει την δική της ατζέντα διεκδικήσεων έναντι της Ελλάδας.
Οι χάρτες για το Καστελόριζο με την επιχειρηματολογία πως δεν μπορεί να διαθέτει ΑΟΖ (αυτό, δηλαδή, που η κα Μπακογιάννη αναφέρει ότι μπορεί να αποτελέσει “απώλεια”), η συμφωνία Ερντογάν- Αλ Σάρατζ (που δεν ακυρώθηκε, όπως θα θέλαμε, στη Διάσκεψη του Βερολίνου αλλά παράγει “τετελεσμένα”) και οι αδειοδοτήσεις στην TPAO για την έναρξη ερευνών και γεωτρήσεων νοτίως της Κρήτης, η σύγκλιση της Άγκυρας με τη Μόσχα στο θέμα αυτό, η υπενθύμιση του “γκριζαρίσματος” ελληνικών θαλασσίων ζωνών, ή η προκλητική απαίτηση για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας, συνθέτουν το “ρόστερ” όσων η Τουρκία θα ήθελε να φέρει στη Χάγη.
Κάποιοι θεωρούν πως πρόκειται για μια “τακτική του Χότζα”, προσπάθεια, δηλαδή, να βάλει πολλά πράγματα στο τραπέζι και την τελευταία στιγμή να αφαιρέσει κάποια απ΄ αυτά για να εμφανιστεί πως επιδεικνύει καλή θέληση.
Η πάγια ελληνική θέση είναι πως στη Χάγη θα μπορούσαμε να προσέλθουμε μόνο για τη μία και μοναδική διαφορά που αναγνωρίζει η χώρα μας. Την υφαλοκρηπίδα -και κατ’ επέκταση την ΑΟΖ.
Εάν, λοιπόν, η προετοιμασία στο Μέγαρο Μαξίμου και οι πυρετώδεις συσκέψεις με διπλωμάτες και ειδικούς αποσκοπουν στη συγκρότηση μιας τακτικής έναντι του ανεξέλεγκτου πια τουρκικού αναθεωρητισμού έχει καλώς. Και χρήσιμες είναι και επιβεβλημένες. Ιδιαίτερα εάν συνδυάζονται με την ενημέρωση εταίρων και συμμάχων και τη δημιουργία διπλωματικών προγεφυρωμάτων.
Εφόσον, όμως, η προετοιμασία αφορά την αναθεώρηση της πάγιας ελληνικής θέσης και την δημιουργία ενός πιο ευέλικτου μηχανισμού που να οδηγεί -εάν, φυσικά, συμφωνήσει και η Τουρκία- υπό νέες προϋποθέσεις στη Χάγη, τότε είναι απολύτως σαφές πως η κυβέρνηση (και καμία κυβέρνηση) δεν διαθέτει τέτοια λαϊκή εντολή.
Το Μακεδονικό και η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν σαφώς πολύ μικρότερου βεληνεκούς θέμα από την αλλαγή της πάγιας εθνικής θέσης στα ελληνοτουρκικά και ειδικότερα στις συνθήκες και προϋποθέσεις για μια προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο. Και παρόλα αυτά μετατράπηκε σε πολιτικό “εργαλείο”, δίχασε την κοινωνία και προκάλεσε πολιτικές εξελίξεις.
Δεν αντέχουμε να βρεθούμε αντιμέτωποι με έναν νέο διχασμό και μάλιστα σε ένα θέμα που θεωρείται -λιγότερο ή περισσότερο- “λυδία λίθος” της εθνικής μας υπόστασης, κάτι που αποτελεί υποτίθεται και ζητούμενο του εθνικού μας ψυχογραφήματος ενόψει του εορτασμού για τα 200 χρόνια από τον απελευθερωτικό αγώνα του 1821.
Η δε συναίνεση δεν μπορεί να εκβιάζεται ως “κολυμβήθρα του Σιλωάμ” διότι τότε θα είναι επιδερμική ως “λευκή κάρτα” για την προώθηση σχεδιασμών που πόρρω μπορεί να απέχουν από το εθνικό συμφέρον.
Μπορεί ορισμένοι να κάνουν “αναγωγές” στον Ελευθέριο Βενιζέλο, όμως πέραν των θεμιτών ή όχι φιλοδοξιών που μπορεί να έχει κανένας, εκείνο που προέχει είναι η διαφύλαξη του εθνικού μας προσανατολισμού σε περιβάλλον ασφάλειας, ηρεμίας και ανάπτυξης.
Η ατζέντα της Χάγης πρέπει να αποφασιστεί (εάν…), με πλήρη γνώση των πιθανών συνεπειών, από το σύνολο του πολιτικού συστήματος και με ενημερωμένη την κοινωνία. Ακόμα κι αν απαιτηθεί να αποτελέσει πολιτικό και εκλογικό δίλημμα.
Και κάτι τελευταίο:
Πυκνώνουν τα “ευρήματα” των δημοσκοπήσεων περί “φόβου” των πολιτών για ένα “θερμό επεισόδιο” με την Τουρκία και υπέρ μιας λύσης με ορίζοντα τη Χάγη. Ο φόβος, όταν καλλιεργείται, είναι πολύ επικίνδυνος σύμβουλος. Οι δε δημοσκοπικές “προτροπές” περί Χάγης είναι εύκολο να αποπροσανατολίσουν όταν η κοινωνία δεν είναι σωστά ενημερωμένη και δεν μπορεί να αντιληφθεί τι ακριβώς διακυβεύεται…