Η Ιταλία προσπαθεί να μην πέσει σε κατάσταση πανικού. Το απόγευμα της Κυριακής τα κρούσματα του κορωνοϊού σε όλη την χώρα ξεπερνούσαν τα εκατόν τριάντα. Τα περισσότερα είχαν εκδηλωθεί στην περιφέρεια του Μιλάνου, τη Λομβαρδία. Μέσα σε λιγότερο από 48 ώρες βρέθηκαν θετικοί στον ιό πολίτες που ζουν σε πέντε διαφορετικές περιφέρειες της χώρας, από τη Ρώμη μέχρι το Τορίνο και από το Βένετο μέχρι την Λομβαρδία. Μόνο η Κίνα, η Νότια Κορέα και η Ιαπωνία καταγράφουν περισσότερα κρούσματα.
Όλα αυτά παρά τα μέτρα προφύλαξης, την διακοπή των αεροπορικών συνδέσεων με την Κίνα και την εισαγωγή σε καραντίνα δεκάδων ανθρώπων σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις κοντά στη Ρώμη. Η κυβέρνηση προσπαθεί να δείξει ότι είναι σε θέση να ελέγξει την κατάσταση και ανακοίνωσε ότι θα απαγορευθεί η είσοδος και η έξοδος από τις κωμοπόλεις και τα χωριά στα οποία σημειώθηκαν τα περισσότερα κρούσματα. Υπολογίζεται ότι τα μέτρα αφορούν, σε μια πρώτη φάση, τουλάχιστο πενήντα με εβδομήντα χιλιάδες ανθρώπους.
Προβληματισμός για τις μεγάλες πόλεις
Για να τύχει σεβασμού η απόφαση θα χρησιμοποιηθούν, αν χρειαστεί, αστυνομία, καραμπινιέροι και στρατός. Το φαγητό, θα μεταφέρεται από τις γύρω περιοχές, χωρίς απευθείας επαφή με όσους βρίσκονται σε απομόνωση και είχαν επαφές με ασθενείς. Αυτό που διερωτώνται πολλοί σχολιαστές, είναι τι θα γίνει αν αυξηθούν τα κρούσματα στην Ρώμη και στην πόλη του Μιλάνου. Μπορεί να κλείσει η πρόσβαση στην πρωτεύουσα και στην συμπρωτεύουσα της χώρας;
«Δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να παύσουμε την ισχύ της Συνθήκης του Σένγκεν», δήλωσε ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε. Πάντως ο περιφερειάρχης της Λομβαρδίας Αττίλιο Φοντάνα ζήτησε να ενισχυθούν άμεσα οι έλεγχοι στα σύνορα. Θα απαγορευθούν επίσης οι σχολικές εκδρομές. Από την Κυριακή σταματούν και οι αθλητικές διοργανώσεις σε Βένετο και Λομβαρδία, ενώ ακυρώνονται οι εορταστικές εκδηλώσεις για το περίφημο Καρναβάλι της Βενετίας, που είχαν προγραμματιστεί μέχρι την Τρίτη. Η κυβέρνηση Κόνγτε υπόσχεται στήριξη στις χιλιάδες επιχειρήσεις που θα υποστούν οικονομική ζημία. Αλλά κανείς προς το παρόν δεν μπορεί να υπολογίσει τα αναγκαία ποσά. Και υπάρχει, τέλος, το κύριο και εύλογο ερώτημα: έγινε πράγματι ο,τι ήταν δυνατό, για να περιοριστεί η διάδοση του ιού;
Πηγή: DW