Πριν από δύο εβδομάδες πραγματοποίησε ταξίδι-αστραπή στην Αθήνα ο Ντιν Ντακόλιας, επικεφαλής της Fortress, του αμερικανικού fund που διαχειρίστηκε επιτυχώς, μέσω της θυγατρικής του Do bank, το μεγαλύτερο μερίδιο των ιταλικών κόκκινων δανείων και πλέον φιλοδοξεί να πράξει το ίδιο και στην Ελλάδα μέσω της Do Value, η οποία αγόρασε μεγάλο πακέτο δανείων της Eurobank και διεκδικεί αντίστοιχα μερίδια από την Εθνική Τράπεζα και την Alpha Bank. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει σχετικά το άρθρο του Αντώνη Καρακούση στο “Βήμα της Κυριακής”.
O ριψοκίνδυνος, όπως περιγράφεται απ’ όσους τον γνωρίζουν, ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας είχε πάμπολλες συναντήσεις στην Αθήνα με τραπεζίτες, επιχειρηματίες, ανώτερα κυβερνητικά στελέχη και με τους επιφανέστερους της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Κατά μία εκδοχή μάλιστα επιδίωξε και είχε συνάντηση με τον πρώην πρωθυπουργό και επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα, παρουσία του άλλοτε υφυπουργού Επικρατείας Δ. Λιάκου και νυν συμβούλου διοίκησης της Eurobank.
Oι συναντήσεις του επικεφαλής της Fortress στην Αθήνα ήταν διερευνητικές και το ενδιαφέρον τους έγκειται στην αγωνία που διακατέχει τους διεθνείς επενδυτές για την τύχη της διαχείρισης των κόκκινων δανείων και τις πιθανές κοινωνικές αντιδράσεις που μπορεί να προκαλέσουν ενδεχόμενες τριβές κατά την εφαρμογή αναγκαστικών μέτρων. Η ίδια αγωνία διακατέχει επίσης τόσο τις ελληνικές αρχές, τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα συγκεκριμένα, όσο και τους επόπτες της Κομισιόν και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Το θέμα των κόκκινων δανείων ήταν κεντρικό ζήτημα της πέμπτης αξιολόγησης και ειδικότερα στις συσκέψεις με τους θεσμούς αναζητήθηκαν οι λόγοι της άρνησης των απειλούμενων με πλειστηριασμούς και εξώσεις δανειοληπτών να κάνουν χρήση των δυνατοτήτων ρύθμισης των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω της καινούργιας πλατφόρμας που είχε προκρίνει η προηγούμενη κυβέρνηση.
Τι δείχνουν τα στοιχεία
Βάσει των τελευταίων διαθέσιμων στοιχείων, από τους 67.686 δανειολήπτες που εισήλθαν στην ηλεκτρονική εφαρμογή ρύθμισης μη εξυπηρετούμενων δανείων μόνο 44.924 δέχθηκαν να άρουν το απόρρητο των λογαριασμών τους και να καταθέσουν εν τέλει αίτηση ρύθμισης του δανείου τους. Από αυτές, παρέμειναν ενεργές μόλις 13.111. Και από εκείνες, μόλις 2.218 διαβιβάστηκαν στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα οποία έχουν καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις ρύθμισης μόνο για 836 δανειολήπτες. Επίσης, μόλις 380 δανειολήπτες αποδέχθηκαν την προτεινόμενη ρύθμιση και εξ αυτών μόνο οι 240 έχουν λάβει έγκριση χορήγησης της κρατικής επιδότησης (αναλυτικό ρεπορτάζ για το ναυάγιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού, Ανάπτυξη, σελίδα Β3).
Από την παράθεση των παραπάνω στοιχείων γίνεται φανερό ότι η ρύθμιση για πολλούς και διαφορετικούς λόγους δεν «τρέχει». Κοινή είναι η πεποίθηση σε τράπεζες και διαχειριστές ότι οι δανειολήπτες έπειτα από δέκα χρόνια ανοχής και προστασίας της πρώτης κατοικίας θεωρούν ότι δεν απειλούνται και πως στο τέλος θα υπάρξει κάποιο καθεστώς κάλυψής τους.
Αλλοι ωστόσο αποδίδουν την άρνηση στην πολυπλοκότητα των διαδικασιών και στο πλήθος των προαπαιτουμένων για ένταξη στη ρύθμιση.
Απροθυμία δανειοληπτών
Διάχυτη είναι επίσης η εντύπωση ότι όλο το προηγούμενο διάστημα οι τράπεζες ήταν δύστοκες καθώς προετοίμαζαν τις πωλήσεις δανείων και ήσαν απασχολημένες με τη δημιουργία των ειδικών μηχανισμών διαχείρισης των κόκκινων δανείων. Η ίδια η κυβέρνηση επιπροσθέτως δεν είχε αντιληφθεί το βάρος και την ένταση του κοινωνικού προβλήματος που θα δημιουργούνταν με τη λήξη του νόμου Κατσέλη και των προβλέψεών του. Οπως και να έχει πάντως, αυτή τη στιγμή κυβέρνηση, τράπεζες και διαχειριστές βρίσκονται επί ποδός πολέμου και προσπαθούν να προετοιμαστούν καταλλήλως για να αντιμετωπίσουν την κρίση που έρχεται.
Το υπουργείο Οικονομικών θα επιχειρήσει το προσεχές διάστημα να αφυπνίσει τους δανειολήπτες που αρνήθηκαν ή εγκατέλειψαν την προσπάθεια ρύθμισης των οφειλών τους με αποστολές σημειωμάτων και ηλεκτρονικών μηνυμάτων, επισημαίνοντας πάντα τον κίνδυνο της απώλειας προστασίας της πρώτης κατοικίας. Επίσης, οι τράπεζες θα αποδυθούν σε έναν αγώνα αντίστοιχης ενημέρωσης αλλά και οχλήσεων προς τους ασυνεπείς δανειολήπτες να προσέλθουν στα πιστωτικά ιδρύματα ώστε να επιτύχουν κάποια διευθέτηση των χρεών.
Η αλήθεια είναι ότι η μέθοδος αυτή υπήρξε αποδοτική το τελευταίο διάστημα. Υπό το βάρος των συνθηκών και της συνειδητοποίησης των επερχομένων, σημαντικός αριθμός δανειοληπτών επιδίωξε απευθείας ρυθμίσεις των δανείων με τις τράπεζες, χωρίς χρήση της πλατφόρμας που προσφέρει το κράτος.
Η Ενωση Ελληνικών Τραπεζών ενημέρωσε επίσημα την περασμένη εβδομάδα την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών ότι στο δεύτερο εξάμηνο του 2019 περίπου 43.000 δανειολήπτες ρύθμισαν συναινετικά στεγαστικά δάνεια συνολικού ύψους 3,18 δισ. ευρώ και εκτιμάται ότι ο αριθμός των δανειοληπτών που θα επιλέξουν αυτή τη μέθοδο θα αυξηθεί σημαντικά το προσεχές διάστημα.
Ενημέρωση και «κουρέματα»
Ο υπουργός Οικονομικών σκοπεύει μάλιστα να ζητήσει από όλους τους εμπλεκομένους (τράπεζες, διαχειριστές, εκκαθαριστές κ.λπ.) να ορίσουν τα πρόσωπα και τις εστίες επικοινωνίας ώστε να έρχονται απευθείας σε επαφή οι δανειολήπτες.
Σύμφωνα με τον Θοδωρή Καλαντώνη, υπεύθυνο της FPS, της εταιρείας διαχείρισης κόκκινων δανείων της Eurobank, οι τράπεζες προβαίνουν αυτή τη στιγμή σε απευθείας ρυθμίσεις στεγαστικών δανείων προσφέροντας και «κούρεμα» της αρχικής οφειλής, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την τρέχουσα αξία του ακινήτου. «Κουρεύουν» δηλαδή την αρχική οφειλή στο 120% της τρέχουσας αξίας του ακινήτου και συγκροτούν νέο δάνειο με επιτόκιο 2% για 25 χρόνια. Με άλλα λόγια, το δάνειο περιορίζεται και οι όροι εξυπηρέτησής του προσαρμόζονται στις νέες νομισματικές συνθήκες, με αποτέλεσμα η δόση να περικόπτεται και να γίνεται λογικότερη.
Ρυθμίσεις εκτός πλατφόρμας
Κατά τα φαινόμενα, κυβέρνηση, τράπεζες και διαχειριστές θα ευνοήσουν προσεχώς τις συναινετικές ρυθμίσεις καταναλωτικών, στεγαστικών και επιχειρηματικών δανείων. Ιδιαιτέρως οι διαχειριστές που έχουν αποκτήσει περίπου 65 δισ. μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων δηλώνουν ότι θα κινηθούν με ακόμη περισσότερη ευελιξία και διαβεβαιώνουν ότι δεν είναι στις προθέσεις τους τα αναγκαστικά και επώδυνα μέτρα. Αντίθετα, θα ευνοήσουν φιλικούς διακανονισμούς, εξατομικευμένες ρυθμίσεις με βάση εισοδηματικά και άλλα κριτήρια, εθελοντικές πωλήσεις ακινήτων, συμφωνίες πώλησης και επανεκμίσθωσης του υποθηκευμένου ακινήτου και άλλες επιλογές που έχουν ευρύτατα εφαρμοσθεί διεθνώς και έχουν βοηθήσει χιλιάδες δανειολήπτες.
Οπως επισημαίνουν εκπρόσωποι των 23 εταιρειών διαχείρισης κόκκινων δανείων, η ευελιξία τους πηγάζει από το γεγονός ότι έχουν αγοράσει φθηνά τα προς διαχείριση δάνεια και οι επιδιωκόμενες αποδόσεις είναι λελογισμένες.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι τα μη ενυπόθηκα καταναλωτικά έχουν αγοραστεί μεταξύ 5% και 10% της αρχικής οφειλής, τα ενυπόθηκα στεγαστικά και τα καλυμμένα με προσωπικές εγγυήσεις επιχειρηματικά στο 30%-40% της οφειλής τους κατά μέσο όρο. Οι παραπάνω τιμές απόκτησης σε συνδυασμό με τις επιδιωκόμενες καθαρές αποδόσεις της τάξεως του 15% με 17% στην επόμενη επταετία επιτρέπουν την αναζήτηση συναινετικών λύσεων και ρυθμίσεων, οι οποίες μπορούν να συμπεριλαμβάνουν και «κουρέματα» της αρχικής οφειλής από 30% έως και 50%.
Οι εναλλακτικές της διευθέτησης
Σε ειδικό ενημερωτικό σημείωμα των εταιρειών διαχείρισης σημειώνεται ότι έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν και να συνδυάσουν τις καταλληλότερες λύσεις για τον κάθε δανειολήπτη ξεχωριστά. Για τα φυσικά πρόσωπα η πρώτη επιλογή είναι πάντοτε η μετατροπή ενός κόκκινου δανείου σε εξυπηρετούμενο με μακρό χρονικό ορίζοντα και κόστος εξυπηρέτησης που να ανταποκρίνεται στις πραγματικές δυνατότητες του δανειολήπτη ώστε να μην υπάρξει εκ νέου αθέτηση.
Για τις επιχειρήσεις η δυνατότητα εξυπηρέτησης μπορεί να συνδυαστεί και με την εξεύρεση νέων κεφαλαίων στο πλαίσιο μιας συμφωνίας εξυγίανσης της επιχείρησης ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά της.
Στόχος η βιωσιμότητα των δανείων
Στόχος των διαχειριστών, τονίζεται στο ίδιο σημείωμα, είναι πριν από όλα η μετατροπή μη εξυπηρετούμενων δανείων σε εξυπηρετούμενα ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα της ρύθμισης και η δυνατότητα του φυσικού προσώπου ή της επιχείρησης να ανταποκρίνεται σε μακροπρόθεσμη βάση. Ο πλειστηριασμός, επιμένουν, δεν είναι προς το συμφέρον των διαχειριστών και αποτελεί την ύστατη λύση για τις περιπτώσεις παντελούς έλλειψης συνεργασίας από την πλευρά των δανειοληπτών, προπάντων εκείνων που έχουν τις δυνατότητες αλλά προτιμούν να αθετούν τις υποχρεώσεις τους. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στους στρατηγικούς κακοπληρωτές, οι οποίοι καταφεύγουν σε καταχρηστικές πρακτικές όπως στρατηγική αθέτηση υποχρεώσεων, δόλια υποχρέωση, απόκρυψη εισοδημάτων και περιουσιακών στοιχείων. Σε αυτές τις περιπτώσεις δηλώνεται χωρίς περιστροφές ότι οι εταιρείες διαχείρισης θα αξιοποιούν όλα τα μέσα που τους προσφέρει το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, με πλήρη σεβασμό των προβλεπόμενων διαδικασιών.
Στα ερωτήματα που τίθενται από πολλές πλευρές για ενδεχόμενη αυθαιρεσία επιλογής των όποιων λύσεων, που πηγάζει από την υποκειμενική κρίση και ελευθερία των διαχειριστών κόκκινων δανείων, οι ίδιοι απαντούν ότι ελέγχονται αυστηρά από τις εποπτικές αρχές, ότι η Τράπεζα της Ελλάδος είναι εξοπλισμένη από τους αυστηρότερους κανόνες πανευρωπαϊκά και πως οι ίδιες δεσμεύονται από κανόνες δεοντολογίας, όπως και από τη νομοθεσία για την προστασία των καταναλωτών. Σημειώνεται δε ότι η Τράπεζα της Ελλάδος αξιολογεί τη στρατηγική των εταιρειών, το επιχειρησιακό σχέδιο και τη μεθοδολογία διεκδίκησης των κεφαλαίων.
Θέλουν να αποφύγουν κοινωνικές εκρήξεις
Οπως και να έχει, η αγωνία για τη διαχείριση των κόκκινων δανείων έχει φθάσει στο κατακόρυφο. Οι μήνες που ακολουθούν είναι κρίσιμοι και όλα δείχνουν πως φθάνει η ώρα της κρίσης. Η κυβέρνηση θέλει προφανώς να αποφύγει εκρηκτικές καταστάσεις, δεν θέλει επ’ ουδενί να διαμορφωθούν συνθήκες αντίστοιχες με εκείνες που επικράτησαν πριν από λίγα χρόνια στην Ισπανία, αλλά ταυτόχρονα δεν μπορεί να αποφύγει το πικρό ποτήρι της εξυγίανσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων, από την οποία εξαρτάται πλέον η ταχύτητα αποκατάστασης ατμόσφαιρας εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία. Αυτή τη στιγμή είναι το μεγαλύτερο αγκάθι και αυτό που κρατά την οικονομία ακόμη καθηλωμένη, αδύναμη και αμφισβητούμενη με κάθε ευκαιρία.
Η ευκαιρία του νέου πτωχευτικού νόμου
Ωστόσο η εξυγίανση των τραπεζών δεν μπορεί να έλθει με νέες ανακεφαλαιοποιήσεις, παρά μόνο με την καλύτερη δυνατή ανάκτηση μέρους των ανείσπρακτων δανείων. Το ζήτημα που τίθεται είναι να μην υπονομευθεί η όλη διαδικασία από ενδεχόμενες κοινωνικές εντάσεις και εκρήξεις. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση επιστρατεύει όλες τις δυνάμεις, συντονίζεται με τις τράπεζες, συμμαχεί με τις εταιρείες διαχείρισης και βεβαίως θα επιχειρήσει προσεχώς να προσεταιριστεί τους δανειολήπτες με τον νέο πτωχευτικό νόμο, ο οποίος θα προσφέρει δεύτερη ευκαιρία με απαλλαγή από το υπόλοιπο του χρέους στην περίπτωση απώλειας της πρώτης κατοικίας και με επιδότηση ενοικίου ώστε να μη βρεθούν στον δρόμο συμπολίτες μας.
Συζητούν σιωπηρή παράταση
Κατά μία εκδοχή μάλιστα εξετάζεται το ενδεχόμενο να διατηρηθεί σιωπηρά η δυνατότητα χρησιμοποίησης της πλατφόρμας και μετά την 1η Μαΐου, οπότε παύει να υφίσταται το καθεστώς πρώτης κατοικίας. Η όλη προσπάθεια πάντως μοιάζει με απόπειρα τετραγωνισμού του κύκλου, γιατί απλούστατα μεταξύ κυβέρνησης, τραπεζών, διαχειριστών και δανειοληπτών υπάρχουν αντικρουόμενα συμφέροντα, που δύσκολα θα συντονιστούν ικανά. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που υποδαυλίζουν εντάσεις και αντιπαραθέσεις. Το σίγουρο είναι πάντως ότι από την επιτυχή έκβαση της διαχείρισης των κόκκινων δανείων θα κριθεί η ταχύτητα εξόδου από την κρίση και βεβαίως η δυναμική της ανάπτυξης. Περιττό δε να σημειώσουμε ότι ενδεχόμενη ομαλή διεκπεραίωση του όλου θέματος θα προσφέρει μοναδικές δυνατότητες αναγέννησης συνολικά του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας
Πηγή: tovima.gr