Η ιχνηλάτηση των ατόμων που πιθανώς να έχουν προσβληθεί με ενδογενή μετάδοση του κοροναϊού, δηλαδή εντός της χώρας και χωρίς να έχουν ταξιδέψει σε χώρα που ενδημεί ο ιός, ενδέχεται να φέρει στην επιφάνεια και νέα κρούσματα. Καθημερινή είναι πλέον η ενημέρωση στην Αριστοτέλους από τον επιστημονικό υπεύθυνο, αλλά και εκπρόσωπο ενημέρωσης για τον κορονοϊό, καθηγητή Σωτήρη Τσιόδρα.
Ήδη στα νοσοκομεία αναφοράς προσήλθαν εθελοντικά την Πέμπτη για να εξεταστούν, άτομα από το συγγενικό και φιλικό περιβάλλον των δύο γυναικών που νόσησαν από την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Κάποια από αυτά θεωρήθηκαν πιθανά κρούσματα και υποβλήθηκαν σε εργαστηριακές εξετάσεις, τα αποτελέσματα των οποίων αναμένονται σήμερα.
Κορονοϊός: Πως γίνεται η διαλογή των περιστατικών
Η διαλογή των περιστατικών και η ενεργητική επιτήρηση των συμπτωμάτων της νόσου, γίνεται πλέον σε δύο κατευθύνσεις: Η μία αφορά σε περιστατικά μειωμένης πιθανότητας να έχουν προσβληθεί και η δεύτερη σε περιστατικά που εμφανίζουν υψηλή επικινδυνότητα, λόγω στενότερης επαφής με τους ανθρώπους που βρέθηκαν θετικοί στον κορονοϊό.
«Χαμηλής υποψίας επαφές» θεωρούνται τα άτομα που έχουν έρθει σε απροσδιόριστη και σε εξ’ αποστάσεως επαφή με τους νοσούντες (π.χ. συνάδελφοι ή συμμαθητές). Σ’ αυτούς οι αρχές, εάν δεν έχουν εμφανίσει συμπτώματα, συστήνουν να παρακολουθούν στενά την υγεία τους και μόνο εάν εμφανίσουν συμπτώματα να επικοινωνήσουν με τον ΕΟΔΥ. Αν δεν αρρωστήσουν δεν θα χρειαστεί να υποβληθούν καν σε εργαστηριακές εξετάσεις.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις γίνεται απολύμανση των δημόσιων χώρων στους οποίους κυκλοφόρησε ο ασθενής πριν τεθεί σε περιορισμό ή τα άτομα του περιβάλλοντός του που είναι “ύποπτα” για τη νόσο.
«Υψηλού κινδύνου επαφές» είναι οι άνθρωποι που έχουν έρθει σε πολύ στενή επαφή με ασθενή. Είναι κυρίως άτομα του στενού οικογενειακού και φιλικού περιβάλλοντος του πάσχοντα, αλλά και άτομα που μπορεί να βρέθηκαν τυχαία σε πολύ στενή επαφή μαζί του.
Ύποπτο, πιθανό και επιβεβαιωμένο κρούσμα: οι διαφορές
Οι παρακάτω ορισμοί, που έχουν αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του ΕΟΔΥ, έχουν συνταχθεί και επικαιροποιηθεί με βάση τα τρέχοντα επιδημιολογικά δεδομένα. Αφορούν τόσο στην ανίχνευση των κρουσμάτων με υποψία λοίμωξης από τον SARS-CoV-2 όσο και στη δήλωσή τους στον ΕΟΔΥ.
Τονίζεται ότι, καθώς η επιδημία εξελίσσεται, ο ορισμός κρούσματος ενδέχεται να τροποποιηθεί.
Ύποπτο κρούσμα
Ως “ύποπτο κρούσμα” χαρακτηρίζεται ο ασθενής με οξεία λοίμωξη του αναπνευστικού (αιφνίδια έναρξη νόσου, με τουλάχιστον ένα από τα παρακάτω συμπτώματα: πυρετό, βήχα, δύσπνοια), με ή χωρίς ανάγκη νοσηλείας και τουλάχιστον ένα από τα παρακάτω επιδημιολογικά κριτήρια, εντός των τελευταίων 14 ημερών πριν από την έναρξη των συμπτωμάτων:
Στενή επαφή με πιθανό ή επιβεβαιωμένο κρούσμα λοίμωξης
Ιστορικό ταξιδιού σε πληγείσες από κορονοϊό περιοχές με βάση τα τρέχοντα επιδημιολογικά δεδομένα (Κίνα, Ιαπωνία, Χονγκ Κονγκ, Σιγκαπούρη, Νότια Κορέα, Ιράν, Ιταλία
Κάθε ύποπτο κρούσμα θα πρέπει να υποβάλλεται ΑΜΕΣΑ σε εργαστηριακό έλεγχο για τον κορονοϊό.
Πιθανό κρούσμα
Ύποπτο κρούσμα με αποτέλεσμα εργαστηριακού ελέγχου για τον ιό SARS-CoV-2 είναι το:
- Αδιευκρίνιστο,
- Θετικό, αλλά με εργαστηριακή μέθοδο που ανιχνεύει γενικά ιούς που ανήκουν στην οικογένεια των κορονοϊών και όχι ειδικά τον ιό SARS-CoV-2
Επιβεβαιωμένο κρούσμα
Άτομο με εργαστηριακά επιβεβαιωμένη λοίμωξη από τον ιό SARS-CoV-2, ανεξαρτήτως κλινικών συμπτωμάτων και σημείων. Κάθε ύποπτο, πιθανό ή επιβεβαιωμένο κρούσμα πρέπει να δηλώνεται ΑΜΕΣΑ στον ΕΟΔΥ μέσω του “Δελτίου Δήλωσης Κρούσματος από τον ιό SARS-CoV-2”.
Πως ορίζεται η “στενή επαφή” με επιβεβαιωμένο κρούσμα του κορονοϊού
Ως «στενή επαφή» ορίζεται:
- Άτομο με διαμονή στην ίδια οικία με ασθενή με λοίμωξη από SARS-CoV-2
- Άτομο με άμεση σωματική επαφή με ασθενή με λοίμωξη από SARS-CoV-2 (π.χ. χειραψία)
- Άτομο με επαφή πρόσωπο με πρόσωπο ή παραμονή σε κλειστό χώρο με ασθενή με λοίμωξη από SARS-CoV-2 σε απόσταση <2 μέτρων και για διάστημα >15 λεπτά
- Άτομο με απροφύλακτη επαφή με μολυσματικές εκκρίσεις ασθενούς με λοίμωξη από SARS-CoV-2
- Επαγγελματίας υγείας ή άλλο άτομο που παρείχε άμεση φροντίδα σε ασθενή με λοίμωξη από SARS-CoV-2 ή εργαζόμενος σε εργαστήριο που χειρίζεται κλινικά δείγματα ασθενών με λοίμωξη από 2019-nCoV και δεν έχουν τηρηθεί τα ενδεδειγμένα μέτρα ατομικής προστασίας
- Συνταξιδιώτης στο ίδιο αεροσκάφος, ο οποίος καθόταν εντός απόστασης δύο σειρών θέσεων (προς κάθε κατεύθυνση) από τον ασθενή με λοίμωξη από SARS-CoV-2, άτομα που ταξίδευαν μαζί ή φρόντισαν τον ασθενή, και μέλη του πληρώματος που εξυπηρέτησαν το συγκεκριμένο τμήμα του αεροσκάφους όπου καθόταν ο ασθενής (επί ύπαρξης σοβαρών συμπτωμάτων ή μετακινήσεων του ασθενούς εντός του αεροσκάφους, που ενδέχεται να συνεπάγονται περισσότερο εκτεταμένη έκθεση, οι επιβάτες που κάθονταν στο ίδιο τμήμα του αεροσκάφους ή ακόμη και όλοι οι επιβάτες της πτήσης μπορεί να θεωρηθούν στενές επαφές).
Πως γίνεται η διαλογή των περιστατικών στα νοσοκομεία αναφοράς
Στο μεταξύ, σε όλα τα νοσοκομεία αναφοράς (13 στο σύνολό τους) εφαρμόζεται ένα σύστημα διαλογής των περιστατικών, ώστε να μην εισέρχονται στους χώρους παροχής νοσηλείας άτομα που μπορεί να είναι φορείς του ιού χωρίς να το γνωρίζουν. Η παρακάτω διαδικασία τηρείται και στα ιδιωτικά νοσοκομεία.
Η πρώτη διαλογή γίνεται σε ένα ειδικό δωμάτιο/χώρος που βρίσκεται κοντά στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) και κοντά στην είσοδο του νοσοκομείου.
Εκεί γίνεται μία σύντομη συνέντευξη στον επισκέπτη/ασθενή για να διαπιστωθεί εάν έχει ταξιδέψει σε χώρες όπου έχει εκδηλωθεί ο ιός, ή έχει έρθει σε επαφή με άτομα που νοσούν. Στους ίδιους χώρους χορηγούνται και τα υλικά προστασίας, όπως μάσκες, ώστε αν υπάρχει πιθανότητα να έχουν τον ιό, να μην το μεταδώσουν.
Σε επόμενο στάδιο -εάν ο ασθενής χαρακτηριστεί με βάση τα επιδημιολογικά και κλινικά του χαρακτηριστικά ως “ύποπτο κρούσμα”- απομονώνεται σε ειδικό θάλαμο και λαμβάνεται δείγμα, το οποίο αποστέλλεται για εργαστηριακή διερεύνηση.
Καθημερινά πλέον στα εργαστήρια αναφοράς αποστέλλονται για εξέταση πάνω από 30-40 δείγματα για έλεγχο, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι αρνητικά. Οι επιστήμονες του ΕΟΔΥ συνιστούν σε όποιον εμφανίσει ύποπτα συμπτώματα – εάν δεν είναι βαριά (π.χ. δύσπνοια) – να μην σπεύσει σε νοσοκομείο, αλλά να παραμείνει στο σπίτι του επικοινωνώντας αρχικά με τον γιατρό του, ή με τον ΕΟΔΥ στο τηλέφωνο: 210-5212054.
Τι πρέπει να κάνουν όσοι ήλθαν σε επαφή με ασθενή
Όσα παιδιά και όσοι ενήλικοι βρέθηκαν σε απόσταση κάτω από δυο μέτρα και πάνω από δεκαπέντε λεπτά σε κλειστό χώρο, με τα επιβεβαιωμένα κρούσματα κορονοϊού, καλούνται στην περίπτωση που εμφανίσουν κάποια από τα συμπτώματα του, να προβούν άμεσα σε εργαστηριακές εξετάσεις.
Όπως εξηγεί στο newsit.gr ο Γιώργος Σουρβίνος, καθηγητής Κλινικής Ιολογίας και μέλος του ΕΟΔΥ, από εδώ και στο εξής το στοίχημα είναι τα κρούσματα να ταυτοποιούνται γρήγορα, να απομονώνονται ώστε να μην διασπείρονται στον γενικό πληθυσμό.
«Είναι αναμενόμενο να έχουμε μια σχετική αύξηση των κρουσμάτων ελπίζοντας πάντα ότι αυτά θα είναι σποραδικά, ελεγχόμενα και γρήγορα απομονωμένα», λέει χαρακτηριστικά.
Τι πρέπει να κάνουν οι γονείς των συμμαθητών του 10χρονου με κορονοϊό
Σχετικά με τον 10χρονο με κορονοϊό στην Θεσσαλονίκη εξηγεί: «Αν οι συμμαθητές του εμφανίσουν συμπτώματα μετά την επαφή που είχαν μαζί του θα πρέπει οι γονείς να απευθυνθούν στο γιατρό τους ή στον εθνικό οργανισμό υγείας, να το αναφέρουν και θα πάρουν την αντίστοιχη οδηγία, η οποία θα είναι ένας εργαστηριακός έλεγχος. Όταν μιλάμε για επαφή αυτή θεωρείται η απόσταση κάτω από δυο μέτρα και για περισσότερο από 15 λεπτά σε κλειστό χώρο. Οι μαθητές στο λεωφορείο που τους πήγε εκδρομή πληρούν την προϋπόθεση αυτή, όπως και όσοι μετέφεραν με κάποιο μέσο τα υπόλοιπα επιβεβαιωμένα κρούσματα. Βέβαια όλα αυτά εφόσον κάποιος εμφανίσει συμπτώματα τα οποία είναι πυρετός, βήχας, πονόλαιμος και πόνοι στο μυοσκελετικό».
Σύμφωνα με τον καθηγητή κλινικής ιολογίας και μέλος του ΕΟΔΥ σε αυτή την χρονική στιγμή συνιστάται ψυχραιμία και ευλαβική ακολουθία του πρωτοκόλλου υγιεινής.
Και εξηγεί: «Ψυχραιμία, κανόνες ατομικής υγιεινής ιδιαίτερη επιμονή σε αυτό γιατί είναι κρίσιμο. Δεν πρέπει να έχουμε μαζικά κρούσματα ταυτόχρονα γιατί θα επιβαρυνθεί γρήγορα το σύστημα υγείας και αυτό δεν είναι καλό. Αυτός είναι στόχος κάθε χώρας. Ακόμα και οι Ιταλοί που έχουν πιο προηγμένο σύστημα υγείας δεν τα κατάφεραν καλά», αναφέρει.
Και προσθέτει: «Ότι αργήσαμε λίγο χρονικά αυτό ήταν καλό για την χώρα γιατί είχε χρόνο να ετοιμαστεί γιατί η αλήθεια είναι πως έχουν γίνει πάρα πολλές κινήσεις. Δεν είμαστε απροετοίμαστοι, αλλά δεν είναι και κάτι που ελέγχεται εύκολα».
Πηγή: iatropedia.gr, newsit