Η Ευρώπη απέτυχε να αξιοποιήσει σωστά τον χρόνο που «αγόρασε» μετά τη μεταναστευτική κρίση του 2015 και τώρα μπορεί να χρειαστεί να πληρώσει το τίμημα. Αυτό υπογραμμίζει σε άρθρο που φιλοξενεί η διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας New York Times, σχολιάζοντας τις τελευταίες εξελίξεις σε αυτό το καίριο ζήτημα και την τεταμένη κατάσταση στα ελληνοτουρκικά σύνορα.
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, η ΕΕ έχει ακόμα εφιάλτες σχετικά με το χάος κακοδιαχείρισης της εισροής μεταναστών και προσφύγων του 2015, που συνοδευόταν από φρικτές εικόνες νεκρών παιδιών, μη καταγεγραμμένους μετανάστες στους δρόμους, πολιτικές διαιρέσεις και μια σημαντική ενίσχυση του ακροδεξιού λαϊκισμού στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Η απόφαση της Τουρκίας να επιτρέψει σε εκατοντάδες χιλιάδες επιπλέον άτομα να φύγουν για την Ευρώπη αναζωπύρωσε αυτούς τους φόβους. Επιπλέον, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, αποκάλυψε την αποτυχία της Ευρώπης να χρησιμοποιήσει τον χρόνο που αγόρασε το 2016 (όταν συμφώνησε με την Τουρκία να της καταβάλλει χρήματα για να στεγάζει τους μετανάστες και πρόσφυγες) προκειμένου να δημιουργήσει μια αποτελεσματική πολιτική μετανάστευσης και ασύλου.
«Για μία ακόμη φορά λοιπόν η Ευρώπη βρίσκεται σε δίλημμα, προσπαθώντας να κρατήσει τις ισορροπίες ανάμεσα σε δύο μέλη του ΝΑΤΟ, την Τουρκία και την Ελλάδα, ενώ η μία προσπαθεί να σπρώξει προς τα εμπρός τους πρόσφυγες και η άλλη πασχίζει να τους κρατήσει απέξω».
Όπως επισημαίνει ο αρθρογράφος, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ευρώπη δεν θέλει ούτε τους μετανάστες, ούτε μία ακόμη κρίση: Οι ηγέτες της ΕΕ το έκαναν αυτό ξεκάθαρο αυτήν την εβδομάδα, όταν ταξίδεψαν στην Ελλάδα για να δείξουν αλληλεγγύη στις ενίοτε σκληρές προσπάθειες των Ελλήνων να σταματήσουν τις νέες εισόδους μεταναστών ή προσφύγων.
«Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, πρόκειται για μια αμήχανη ηθική σύγκρουση με τις αξίες που διακηρύσσει περί προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ατομικής αξιοπρέπειας και του δικαιώματος αναζήτησης ασύλου υπό το διεθνές δίκαιο, το οποίο η Ελλάδα έχει αναστείλει προσωρινά. Αποτελεί όμως και ένα βαθιά πολιτικό πρόβλημα, δεδομένου του τρόπου με τον οποίο λαϊκιστές – από τον Βίκτορ Ορμπάν στην Ουγγαρία μέχρι τον Ματέο Σαλβίνι στην Ιταλία και το κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία – εκμεταλλεύτηκαν προς ίδιον όφελος το χάος του 2015 και της εισροής πάνω από 1 εκατομμυρίου ανθρώπων, κυρίως Μουσουλμάνων. Οι λαϊκιστές έδωσαν ηχηρές δεσμεύσεις ότι θα υπερασπιστούν την Ευρώπη, τα εθνικά σύνορα και την εθνική τους ταυτότητα», αναφέρουν οι New York Times.
«Υπάρχει επίσης το ζήτημα του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος μπορεί μεν να έχει δημιουργήσει πολλούς από τους δικούς του μπελάδες, αλλά έχει αναλάβει, κατά κύριο λόγο μόνος του, τα προβλήματα που επέλεξαν να αγνοήσουν οι Ευρωπαίοι».
«Ωστόσο οι μεθοδεύσεις του κ. Ερντογάν στην προσπάθειά του να αποσπάσει βοήθεια από τους Ευρωπαίους έχουν σε μεγάλο βαθμό αποξενώσει τους πιθανούς του συμμάχους» επισημαίνει το άρθρο, κάνοντας ειδική αναφορά στην προσπάθεια του Τούρκου προέδρου να μοχλεύσει σχέσεις με τη Ρωσία εναντίον της Ευρώπης και των ΗΠΑ, αντιμετωπίζοντας παράλληλα τα ρωσικά στρατεύματα και άλλες δυνάμεις στη Συρία και τη Λιβύη.
«Ζητά επίσης βοήθεια για την υπεράσπιση της Ιντλίμπ, προκειμένου να αποτραπει η εισροή ακόμα ενός εκατομμυρίου προσφύγων στην Τουρκία, ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί τους μετανάστες και πρόσφυγες που βρίσκονται ήδη στη χώρα του ως όπλα εναντίον της Ευρώπης», προσθέτει ο αρθογράφος, εξηγώντας ότι όλα τα παραπάνω έχουν υπονομεύσει τις φιλικές σχέσεις της Άγκυρας με άλλα κράτη.
«Παρ’ όλα αυτά, η Τουρκία παραμένει ένα σημαντικό μέλος του ΝΑΤΟ. Οι δυνάμεις της συμβάλλουν ενδεχομένως στο να αποτραπεί μια σφαγή στην Ινλτίμπ. Επίσης υπερασπίζεται την κυβέρνηση της Λιβύης που έχει τη στήριξη των Ηνωμένων Εθνών», συνεχίζει το δημοσίευμα, επισημαίνοντας ότι το δίλημμα για την Ευρώπη και το ΝΑΤΟ είναι περίπλοκο, καθώς απαιτείται την ίδια στιγμή να στηρίξουν τον κ. Ερντογάν, προσπαθώντας να τον επαναφέρουν στην κοινή γραμμή ενάντια στη Μόσχα, αλλά και να αντισταθούν στον «εκβιασμό του με το μεταναστευτικό», όπως εκλαμβάνει η Ευρώπη τις πρόσφατες ενέργειές του.
Το εν λόγω δημοσίευμα αναφέρει ακόμα πως Ευρωπαίοι αξιωματούχοι επισημαίνουν ότι τα σύνορα ανάμεσα στην Ιντλίμπ και την Τουρκία είναι κλειστά και ότι, προς το παρόν, δεν υπάρχει νέα εισροή Σύρων προσφύγων. Την ίδια άποψη υποστηρίζει και η Asli Aydintasbas, Τουρκάλα αναλύτρια στο European Council on Foreign Relations στην Κωνσταντινούπολη. Η ίδια επισημαίνει ότι ανάμεσα στους χιλιάδες αιτούντες άσυλο που ο Ερντογάν ενθάρρυνε να προσπαθήσουν να έρθουν στην Ελλάδα, λιγοστοί είναι οι Σύροι.
«Δεν πρόκειται για ανθρώπους από την Ιντλίμπ, και πολλοί δεν είναι καν από τη Συρία. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για Αφγανούς, Ιρακινούς και Ιρανούς. Οι Σύριοι στην Τουρκία έχουν τακτοποιηθεί εκεί και δεν έχουν μετακινηθεί ξανά σε περιοχές κοντά στη Συρία», αναφέρει η αναλύτρια. Όπως εξηγεί στους NYT, ο Ερντογάν προσπαθεί να εξασφαλίσει περισσότερη χρηματοδότηση για την κυβέρνησή του, που αντιμετωπίζει ολοένα και μεγαλύτερες οικονομικές δυσκολίες.
Επίσης, όπως τονίζει, το ρίσκο του Τούρκου προέδρου με τη Ρωσία φαίνεται να αποτυγχάνει. Η Άγκυρα ενόχλησε το ΝΑΤΟ και τους Ευρωπαίους συμμάχους της με τον επιδεικτικό τρόπο με τον οποίο αγόρασε τα ρωσικά συστήματα S-400 από τη Μόσχα, διατυμπανίζοντας την «τουρκική ανεξαρτησία». Τώρα όμως, σε αυτήν την αποφασιστική στιγμή, η Τουρκία χρειάζεται τη δυτική στήριξη, προσθέτει η Aydintasbas.