«Είμαστε σε πόλεμο. Με έναν εχθρό που είναι αόρατος αλλά δεν είναι ανίκητος. Γιατί αν πετύχουμε να περιορίσουμε τη διασπορά της μετάδοσης, θα δώσουμε χρόνο στο σύστημα υγείας να αντιμετωπίσει τα επείγοντα περιστατικά. Πρώτη μας προτεραιότητα είναι μία και αδιαπραγμάτευτη: Να σώσουμε ζωές. Πρώτη μας φροντίδα είναι ο άνθρωπος και η δημόσια υγεία. Για αυτό και επιβάλαμε, πολύ νωρίτερα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, μέτρα πρωτοφανή για καιρό ειρήνης. Και συνεχίζουμε σε αυτή την κατεύθυνση» είπε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε μήνυμά του προς τους πολίτες.
Υπογράμμισε πως «τρεις ήταν εξαρχής οι στόχοι μας, κι αυτοί παραμένουν, καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται: περιορισμός της διάδοσης του ιού. Η ενίσχυση του συστήματος υγείας. Και η στήριξη της οικονομίας και των εργαζομένων».
Τόνισε πως στο Eurogroup αποφασίστηκε πως «για εφέτος δεν υφίσταται ο στόχος του πλεονάσματος για το 3,5%. Όλες οι δαπάνες για την υγειονομική αλλά και την μεταναστευτική κρίση δεν θα υπολογίζονται στον προϋπολογισμό του 2020. Όπως και οι έκτακτες δαπάνες του κοινωνικού προϋπολογισμού για τους άνεργους, τους οικονομικά αδύναμους και τις προνοιακές δομές».
Έτσι, ανέφερε πως «θα μπορούμε, να διαθέσουμε αμέσως και χωρίς πρόσθετη γραφειοκρατία πόρους του ΕΣΠΑ για την αγορά και την εργασία. Πρακτικά, και σε πρώτη φάση, η κυβέρνηση θα διαθέσει 2 δισεκατομμύρια ευρώ για να βοηθήσει παραγωγικές δραστηριότητες με προβλήματα λόγω μείωσης του τζίρου. Ενώ το κράτος, και όχι η επιχείρηση, αναλαμβάνει να καταβάλει μέρος του μισθού των εργαζομένων στους κλάδους που πλήττονται. Επιπλέον, όλες οι φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις αναστέλλονται, ενώ νομοθετούμε έκτακτα μέτρα που δίνουν τη μέγιστη δυνατή ευελιξία, ώστε να διασωθούν θέσεις εργασίας. Και συντονιζόμαστε με την Τράπεζα της Ελλάδος και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ώστε να αποτραπεί μία νέα γενιά κόκκινων δανείων: Το κράτος θα καλύπτει το κόστος των επιτοκίων δανεισμού και με τη σειρά τους οι τράπεζες θα αναστέλλουν έως τον Σεπτέμβριο τις πληρωμές χρεολυσίων για τις συνεπείς επιχειρήσεις. Θέλουμε να σώσουμε θέσεις εργασίας. Και κάνω έκκληση στις επιχειρήσεις να μην προχωρήσουν σε απολύσεις. Γιατί θα υπάρξουν μέτρα που θα τονώσουν τη ρευστότητα και θα τους επιτρέψουν να αντέξουν μέσα σε αυτή την περιπέτεια».
Σημείωσε πως «το μεγαλύτερο όπλο κατά του κορονοϊού παραμένει, πάντως, η καθημερινή μας στάση. Και, καθώς ο ιός μεταδίδεται με την επικοινωνία, αυτήν ακριβώς οφείλουμε να προσαρμόσουμε. Μας το λένε, άλλωστε, και οι γιατροί: «Εμείς μένουμε όρθιοι στα νοσοκομεία για εσάς. Και εσείς πρέπει να μείνετε στο σπίτι για εμάς». Και μας συμβουλεύουν: Μην φέρεστε ως υγιείς που δεν βγαίνουν για να μην νοσήσουν. Αλλά σκεφτείτε διαφορετικά: Σαν να έχετε ήδη τον ιό και δεν πρέπει να τον μεταφέρετε σε άλλους. Οι συναθροίσεις αποτελούν τις μεγαλύτερες παγίδες. Γι’ αυτό και τις απαγορεύουμε. Μένουμε, λοιπόν, σπίτι. Αυτό που άλλοτε το είπαν cocooning και έγινε τάση και μόδα για τους νέους, σήμερα είναι ανάγκη και χρέος για όλους. Ας μείνουμε μόνοι, αλλά όχι μοναχικοί! Προστατευμένοι, όχι πολιορκημένοι! Και απομονωμένοι, αλλά όχι αποξενωμένοι».
Προειδοποίησε πως «στο επόμενο δίμηνο ο κίνδυνος θα γιγαντώνεται. Γι’ αυτό και θα ακολουθήσουν νέοι περιορισμοί. Και θα πρέπει όλοι να δείξουμε πειθαρχία. Όσοι φέρονται αντικοινωνικά θα τιμωρούνται παραδειγματικά. Γιατί θα έχουν εγκληματήσει διπλά: Κατά του νόμου και κατά της ζωής».
Τόνισε ακόμη ότι «όλοι, μιλούν για «συνθήκες πολέμου». Συνεπώς και η οικονομία οφείλει να είναι «οικονομία πολέμου». Αυτό που βιώνουμε δεν είναι «15 μέρες χαλαρών διακοπών» που μόλις τελειώσουν θα επιστρέψουμε όλοι στο πριν, σαν να μην συνέβη τίποτα. Η θέση, λοιπόν, αυτή συνεπάγεται πολλά και δραστικά μέτρα. Υπολογίζει στην πειθαρχία των πολιτών ώστε να περιοριστεί η πανδημία, που θα έχει θύματα. Όμως, όσα ερείπια και αν υπάρξουν, θέλει τους περισσότερους ανθρώπους υγιείς για να τα ξαναχτίσουν».