Σοβαρά ερωτήματα που περιμένουν την απάντησή τους από το Μέγαρο Μαξίμου και το Υπουργείο Οικονομικών έχουν ανακύψει από χθες, μετά τη διαρροή από κυβερνητικό αξιωματούχο της οδού Νίκης, ότι το μαξιλάρι που είχε αφήσει πίσω της η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, τρώγεται ήδη… Όπως επισημαίνει ο Νίκος Παπαδημητρίου στο libre.gr, το θέμα λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και, αναμφίβολα, θα τεθεί ως θέμα σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών, εφόσον η κυβέρνηση ανταποκριθεί στο αίτημα του Αλέξη Τσίπρα για προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση στη Βουλή.
Ερωτήματα (πόσα, πότε, σε ποιες κυβερνητικές δράσεις) που πληθαίνουν ιδίως αν θυμηθεί κανείς τη δήλωση του Χρήστου Σταϊκούρα, μέσα στη βδομάδα, στην ΕΡΤ, ότι «με επάρκεια μπορούμε να ανταπεξέλθουμε τους επόμενους 2-3 μήνες χωρίς να χρησιμοποιήσουμε μαξιλαράκι ασφαλείας».
Και η εν κρυπτώ… αξιοποίηση του μαξιλαριού προκαλεί ακόμη μεγαλύτερα ερωτήματα, στα οποία θα πιέσει να πάρει απαντήσεις, έλεγε χθες ο Αλέξης Τσίπρας στο Kontra και τον Γιώργο Μελιγγώνη. Στην προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση που θα ζητήσει η αξιωματική αντιπολίτευση μετά τις πασχαλινές διακοπές. Με τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ να διευκρινίζει ότι δεν είναι αρνητικός που η κυβέρνηση έσπασε τον κουμπαρά, αλλά πρέπει να ενημερώσει για το πώς αξιοποιήθηκε.
Ίσως πια, να μην έχει και τόση σημασία να θυμίσει κανείς τις δηλώσεις στελεχών της ΝΔ, ακόμη και του σημερινού πρωθυπουργού, πριν τις εκλογές του 2019, ή και μετά, ως κυβέρνηση, με τις οποίες αμφισβητούσαν τη χρησιμότητα του μαξιλαριού. Ναι, του μαξιλαριού στο οποίο προσέτρεξαν λίγες μέρες πριν, κάτω, ασφαλώς, από τις ειδικές συνθήκες στις οποίες βρέθηκε και η χώρα μας λόγω κοροναϊού.
«Μην ανησυχείτε, κ. Τσίπρα, δεν υπάρχει περίπτωση να αξιοποιηθεί το μαξιλάρι για την κάλυψη εγγυήσεων του ελληνικού Δημοσίου» διαβεβαίωνε ενδεικτικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης από του βήματος της Βουλής στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό στις 18 Δεκεμβρίου 2019. Ενώ μνημειώδης είναι ο διάλογος Σκυλακάκη-Τσακαλώτου στην ίδια συζήτηση, στην οποία ο υφυπουργός αμφισβητούσε τη χρησιμότητα του «πουπουλένιου», κατά δήλωσή του, μαξιλαριού.
Αναπόφευκτα, η υπόθεση φέρνει στη μνήμη την προεκλογική συνέντευξη του «γαλάζιου» βουλευτή Μπάμπη Παπαδημητρίου για τροφοδότηση των τραπεζών από το μαξιλάρι, προκειμένου να κλείσει το άνοιγμά τους σε κόκκινα δάνεια, αλλά και η πρόσφατη δήλωση του ευρωβουλευτή Γιώργου Κύρτσου για (περίπου) άδεια ταμεία. Και από τις δύο δηλώσεις κράτησε αποστάσεις -τους άδειασε πιο σωστά- το κόμμα τους…
Και καλά αυτά, θα μπορούσε να πει κανείς, ήταν προ κοροναϊού, το ερώτημα όμως είναι γιατί ακόμη και τώρα η κυβέρνηση δήλωνε πως το μαξιλάρι είναι εκτός των εργαλείων της, όταν, φερ’ ειπείν, στην τηλε-συζήτηση που είχαν Μητσοτάκης και Τσίπρας, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ζητούσε από το συνομιλητή του να μην διστάσει να χρησιμοποιήσει το μαξιλάρι ασφαλείας.
Όμως η αξιωματική αντιπολίτευση φαίνεται πως κάτι είχε… μυριστεί, είχε τις πληροφορίες της: στις 11 Απριλίου ο Δημήτρης Παπαδημούλης ρωτούσε -μέσω Twitter- «πόσα της έχουν μείνει (σ.σ. της κυβέρνησης) από το ‘μαξιλάρι’ των 37δισ. ευρώ που παρέλαβε;».
Ενώ την Δευτέρα που μας πέρασε, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος κατέθετε ερώτηση βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, με την οποία ζητούσαν λεπτομέρειες για το μαξιλάρι και τα ταμειακά διαθέσιμα (μια ερώτηση για την οποία το libre.gr. σας είχε κρατήσει ενήμερους πριν την κατάθεσή της).
Ο τέως υπουργός Οικονομικών χαρακτήριζε μάλιστα «αδιανόητο», το γεγονός ότι «η κυβέρνηση δεν προέβη καν σε επίσημη ανακοίνωση για αυτό, παρότι ο πρωθυπουργός έκανε διάγγελμα προχθές και ο υπουργός Οικονομικών εμφανίζεται καθημερινά σε περισσότερους του ενός τηλεοπτικούς σταθμούς».
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι «η ΝΔ προφανώς σκόπευε να χρησιμοποιήσει τα χρήματα του ελληνικού λαού εν κρυπτώ», αλλά «αναγκάστηκε να αποκαλύψει ότι τα χρησιμοποιεί ήδη πιεζόμενη από τον ΣΥΡΙΖΑ και την ερώτηση και αίτηση κατάθεσης εγγράφων που 63 βουλευτές καταθέσαμε την Δευτέρα».
Στο ΣΥΡΙΖΑ κοινή είναι η πεποίθηση εξάλλου ότι σήμερα η Ελλάδα θα ήταν σε καθεστώς οιονεί χρεοκοπίας, χωρίς το μαξιλάρι που η κυβέρνηση Τσίπρα άφησε πίσω της, από τις θυσίες, ασφαλώς, των πολιτών.
Ναι, αλλά σε δύσκολες συνθήκες η χώρα δανείζεται, και δανείζεται με καλούς όρους, θα αντιτείνουν από την οδό Νίκης. Και θα έχουν δίκιο, αλλά κάπου εκεί εξαντλούνται τα καλά νέα.
Τα καμπανάκια από διαφορετικές πηγές, ταυτόχρονα σημειωτέον, προκαλούν εύλογη ανησυχία:
Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και Π. Τόμσεν για έλλειμμα και χρέος, ο ΙΟΒΕ για την ύφεση επίσης, o οίκος Moody’s για το τραπεζικό σύστημα, η ΓΣΕΒΕΕ για τα λουκέτα μας προϊδεάζουν για ένα περιβάλλον πνιγηρό. Που, αν μη τι άλλο, θέλει καθαρές κουβέντες και ριζικά μέτρα.
Η “καμπάνα” του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή σημειώνει ότι “ δεν είναι γνωστή ούτε η ένταση, ούτε και η διάρκεια της διαταραχής από την επιδημία του Covid19, συνεπώς είναι πρόωρο να προβλέψει κανείς με βεβαιότητα τις οικονομικές απώλειες που θα καταγραφούν σε ετήσια βάση. Ακόμα δυσκολότερο είναι να προβλέψει κανείς τις πιο μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες
“Η επιδημία του ιού COVID-19 έχει προκαλέσει σημαντικές μεταβολές στην οικονομική συμπεριφορά που αναπόφευκτα θα επιδράσουν αρνητικά στην οικονομική δραστηριότητα” τονίζει σε έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή σχετικά με τις επιπτώσεις που θα υπάρξουν στην ελληνική οικονομία από τον κορονοιό. Στην έκθεση παρουσιάζονται υποθετικά σενάρια σχετικά με το ύψος των επεκτατικών μέτρων και την διάρκεια επαναφοράς της οικονομίας στους ρυθμούς προ της κρίσης και εξετάζεται η επίπτωσή τους στην ανάπτυξη, στο δημόσιο χρέος και στην ανεργία. Προβλέπεται, πάντως, ανάκαμψη της οικονομίας το 2021.
Σε κάθε περίπτωση το Γραφείο σημειώνει ότι “ δεν είναι γνωστή ούτε η ένταση, ούτε και η διάρκεια αυτής της διαταραχής, συνεπώς είναι πρόωρο να προβλέψει κανείς με βεβαιότητα τις οικονομικές απώλειες που θα καταγραφούν σε ετήσια βάση. Ακόμα δυσκολότερο είναι να προβλέψει κανείς τις πιο μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες αφού δεν γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό οι σημερινές καταστάσεις θα επηρεάσουν μελλοντικές οικονομικές συμπεριφορές”
Στην έκθεση επισημαίνεται πάντως ότι “τα μέχρι σήμερα μέτρα ενισχύουν τη ρευστότητα και διασφαλίζουν τη φερεγγυότητα των νοικοκυριών και επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την υγειονομική κρίση. Συνεπώς έχουν ως αποτέλεσμα την ελάφρυνση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας και την αποφυγή μιας οικονομικής καταστροφής. Ωστόσο, απαιτούνται πρόσθετα μέτρα για τη συγκράτηση της ύφεσης και για να περιοριστούν τα αποτελέσματα υστέρησης, δηλαδή να αποφευχθεί μια μόνιμη αύξηση της ανεργίας και μια υποβάθμιση του παραγωγικού και κεφαλαιουχικού δυναμικού της χώρας καθώς και μια εκ νέου αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων”.