“Όταν έκλαψε ο Τσιόδρας” και …συγκινήθηκε ο Θανάσης Καρτερός –με άρθρο του στην “Αυγή” που έφερε αυτόν τον τίτλο- έγινε χαμός. Το κείμενό του μετατράπηκε στο viral επιχείρημα υπουργών και γνώρισε “πιένες” ως το επίμονο ερώτημα δημοσιογράφων σε στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. “Απετάξω τον Σατανά;”. Εάν δεν έλεγαν “απεταξάμην”, κατατάσσονταν στην χορία εκείνων που “σπάνε” την συναίνεση της πανδημίας.
Το “κακό” για τον Καρτερό ήταν ότι πέρασε από το γραφείο Τύπου του Μεγάρου Μαξίμου επί πρωθυπουργίας Τσίπρα και, ως εκ τούτου, οτιδήποτε γράφει θα θεωρείται εφ’ όρου ζωής υποβολιμαίο και αποκαλυπτικό των μύχιων προθέσεων του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ. Ωραία άποψη.
Η “άλλη πλευρά” μπορεί να γράφει και να λέει ότι θέλει. Ο Καρτερός είναι Θεσσαλονικιός, παλιά πολιτική και δημοσιογραφική καραβάνα, αθυρόστομος μερικές φορές στις λέξεις, ευγενής στη συμπεριφορά και στις προθέσεις. Έχει ένα χούϊ –μεταξύ άλλων: Γράφει καλά. Κι έχει, όπως όλοι μας, τους δικούς του μικρούς σκελετούς στον φοριαμό της μακράς διαδρομής του. Από το ΚΚΕ μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ, κι από τον Σκάϊ μέχρι την Αυγή, ήταν πάντοτε μάχιμος και …μαγνήτης επικρίσεων.
Ο Καμπουράκης, από την άλλη, είναι Κρητικός. Χανιώτης. Παλιά καραβάνα, κι αυτός, λάτρης της ιστορίας και άλλων απολαύσεων. Από τον Ant1 και το Mega, μέχρι τον Realfm και, τώρα, τον Σκάϊ, έχει γράψει κι αυτός χιλιόμετρα και έχει “κάψει” κοντέρ.
Πριν τις τελευταίες εκλογές συζητούσε να μπει στο ψηφοδέλτιο της Ν.Δ, φανατικός υποστηρικτής του Κυριάκου Μητσοτάκη, συντοπίτης και συνδαιτυμόνας. Κάποιοι λένε πως είναι και τακτικός συνομιλητής του πρωθυπουργού αλλά αυτό …ελέγχεται ως ανακριβές. Πιστός, πάντως, και το δείχνει με κάθε ευκαιρία, είτε με τα τηλεοπτικά του σχόλια, είτε με όσα γράφει στον σκληρά “μητσοτακικό” liberal.gr, ιδιοκτησίας του εκ των θεωρητικών της ηγεμονεύουσας σχολής στη Ν.Δ Θανάση Μαυρίδη.
Στο τελευταίο άρθρο του ο Καμπουράκης προτρέπει τον πρωθυπουργό να πάει σε εκλογές τον Σεπτέμβριο και να τα κάνει “λαμπόγυαλο”. Μέχρις εκεί ουδείς ψόγος. Το έχει προτείνει και ο –της ιδίας σχολής– Γιάννης Πρετεντέρης αλλά και καμια δεκαριά, τουλάχιστον, δημοσιολογούντες και αρθρογράφοι των φιλοκυβερνητικών ΜΜΕ.
Ο Καμπουράκης, όμως, κάνει ένα βήμα περισσότερο. Επιλέγει μία -μία τις λέξεις, σαν να θέλει να πείσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη για το μεγάλο βήμα. Τις επιλέγει σαν να προσκαλεί τους ομοϊδεάτες σε ένα φαντασμαγορικό υπερθέαμα “αίματος” στο Κολοσσαίο της κάλπης.
” Εγώ τα έγραφα εδώ και καιρό. Μόλις περάσει το υγειονομικό κομμάτι της υπόθεσης του κορονοϊού, οι τύποι (σ.σ του ΣΥΡΙΖΑ) θα το κάνουν Κούγκι. Δεν έχουν τον παραμικρό ενδοιασμό και το παραμικρό έρμα. Δεν χώνεψαν ποτέ ότι εξοβελίστηκαν από την εξουσία και δεν πήραν το παραμικρό μάθημα από τις τρεις συνεχόμενες ήττες τους…
…οι ίδιοι άνθρωποι που έκαναν αυτά τα αίσχη, σηκώνουν το δάκτυλο στον Βρούτση και του φωνάζουν, ‘’πιάστηκες με την γίδα στην πλάτη’’. Οποίο θράσος”.
Και η κατακλείδα:
“Μία λύση υπάρχει πριν ξεσαλώσουν εντελώς και μετά δεν μαζεύονται, πριν ξανασυσπειρώσουν γύρω τους όλα τα λούμπεν στοιχεία της ακροαριστεράς και ακροδεξιάς που σήμερα ακονίζουν τα μαχαίρια τους. Νοκ άουτ τον Σεπτέμβριο.
Τέρμα τα παιχνιδάκια και τα «ω αγαπητέ σοσιαλδημοκράτα», πριν είναι αργά. Δεν φτάνουν τα «ξεμπροστιάσματα» και τα «καταθέτω τα στοιχεία στα πρακτικά της Βουλής». Δεν ιδρώνει τα αυτί τους με κάτι τέτοια. Η λύση είναι τον Σεπτέμβριο μια ακόμα μάχη, για να ξεκινήσει με ανανεωμένη εντολή την πορεία στο δύσκολο πεδίο της ύφεσης. Δεν θα είναι μάχη αναβάπτισης του Κυριάκου, αυτή υπάρχει. Θα είναι η οριστική μάχη πολιτικής θανάτωσης της πιο τυχοδιωκτικής και αδίστακτης ηγετικής ομάδας που πέρασε από τον τόπο μεταπολιτευτικά. Της ομάδας του Αλέξη. Και μην μου επικαλείστε ότι ο Κυριάκος είπε ότι δεν θα κάνει εκλογές. Είπε, ξείπε…”.
Πολιτική θανάτωση; Θα μπορούσε να γράψει “αφανισμός”, “εξοστρακισμός”, κάτι άλλο από τις τόσες λέξεις που ένας δημοσιογράφος και “ιστορικός” μπορεί να θυμηθεί ή να σκαρφιστεί. Όμως, οι λέξεις είναι καρφιά. Κι όταν επιλέγεις τη “θανάτωση” είναι προφανές πως επιδιώκεις να συνεγείρεις τα πιο φανατικά πλήθη στις κερκίδες. Να κάνεις το ακροατήριο να μυρίσει το “αίμα”, να προσελκύσεις τους καρχαρίες και όχι τα δελφίνια (του Φλοίσβου).
Ο Καμπουράκης –και κάθε Καμπουράκης– μπορεί να γράφει ότι θέλει. Ο Καρτερός –και κάθε Καρτερός– όχι.
Ο ένας επιθυμεί την πολιτική “θανάτωση” του Τσίπρα, ο άλλος …έθιξε τον Τσιόδρα. Ο ένας ασκεί την “κριτική” που δικαιούται, ως δημοσιογράφος (τα υπόλοιπα παραβλέπονται), του αλλου του αρμόζει “μούγκα στη στρούγκα” γιατί πέρασε έναν καιρό από τα “υπόγεια του Μαξίμου” (τα οποία προφανώς αναδομήθηκαν, πλέον, και δεν είναι υπόγεια).
Προσωπικά, δεν ψέγω τον Καμπουράκη. Και θανάτωση να γράψει, και ευνουχισμό, και ανασκολοπισμό, και λάϊκό δικαστήριο και ότι θέλει.
Σε ένα σοβαρό ακροατήριο οι λέξεις “σκοτώνουν” πρώτα αυτούς που τις γράφουν και μετά αυτούς που στοχεύουν. Αν και το δεύτερο δεν είναι βέβαιο, άσε που είναι μεγάλη κουβέντα τι είναι “σοβαρό ακροατήριο”.
Το ζήτημα που μένει σαν κατακάθι των ημερών είναι το μίσος. Κι ακόμα χειρότερα η εκπαίδευση στο μίσος. Μόνο που το άρθρο του Καρτερού δεν παρήγαγε μίσος, πολιτική κριτική ήταν.
Διότι στο φινάλε, εάν το αποφασίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και πάει σε εκλογές το πλήθος στις κερκίδες θα υποδεχθεί με αλαλαγμούς το σάλπισμα των Καμπουράκηδων. Κι όταν δεν θα έχει επέλθει η “θανάτωση” –γιατί πρέπει να είναι κανείς πολύ αφελής να πιστεύει κάτι τέτοιο– το μίσος θα έχει παραμείνει. Φωλιασμένο στα μυαλά και τις ψυχές.
Και κανένα μίσος δεν ωφελεί. Είτε από εδώ, είτε από εκεί. Τα “να τους τελειώσουμε” (που έχουν ειπωθεί ένθεν κακείθεν) και τα “να τους θανατώσουμε”, απ΄ όπου κι αν προέρχονται “εκπαιδεύουν” άγρια θηρία και όχι πολίτες. Μόνο που εσχάτως τις στολές των δημίων τις φορούν συγκεκριμένοι, όχι όλοι. Πράγμα το οποίο προδίδει μια βιασύνη και μια αμηχανία ελαφρώς αδικαιολόγητες για την επικοινωνιακή και πολιτική ηγεμονία των κρατούντων…
Σ.Κ