Η ένταση στα ελληνοτουρκικά, που συνέπεσε με τη χθεσινή επίσκεψη του Γερμανού υπουργού Χάικο Μάας στην Αθήνα βρίσκεται στο επίκεντρο δημοσιευμάτων του τουρκικού Τύπου.
Για κίνδυνο κλιμάκωσης της διαμάχης Ελλάδας-Τουρκίας για τα ενεργειακά αποθέματα κάνει λόγο εκτενής ανάλυση της οικονομικής Handelsblatt που σημειώνει ότι «η σύγκρουση για τις οικονομικές ζώνες στη Μεσόγειο παίρνει νέες διαστάσεις. Η Αθήνα θέτει τις ένοπλες δυνάμεις της σε κατάσταση επιφυλακής και ζητά ευρωπαϊκές κυρώσεις σε βάρος της Άγκυρας».
Όπως αναφέρει η εφημερίδα «η αυξανόμενη ένταση μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας απασχολεί τη γερμανική προεδρία στην Ε.Ε.. Την Τρίτη ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας αντελήφθη πόσο εκρηκτικό είναι το ζήτημα. Την ώρα που στο πλαίσιο επίσκεψής του στην Αθήνα αναζητούσε σημεία σύγκλισης για έναν διάλογο μεταξύ των δυο νατοϊκών εταίρων, καταγραφόταν κλιμάκωση της έντασης: η Τουρκία ανακοίνωνε γεωτρήσεις μπροστά στο ελληνικό Καστελόριζο και σε μια περιοχή την οποία η Ελλάδα ορίζει ως δική της οικονομική ζώνη.
[…] Στην Αθήνα ο Μάας ήθελε να διερευνήσει πώς μπορούν να ξεκινήσουν και πάλι συνομιλίες μεταξύ των δυο αντιμαχόμενων πλευρών και εάν η Γερμανία μπορεί να βοηθήσει. Η ατζέντα του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών μπορεί να θεωρηθεί ιδιαίτερα φιλόδοξη. Διότι καμία άλλη σύγκρουση στην Ευρώπη δεν είναι τόσο σύνθετη όσο τα ελληνοτουρκικά. Και πουθενά αλλού στην ήπειρο δεν υπάρχει μεγαλύτερος κίνδυνος ένοπλης σύρραξης όσο στο Αιγαίο. Αντικείμενο της διαμάχης είναι τα σύνορα και κυριαρχικά δικαιώματα […]. Η ένταση κλιμακώθηκε επικίνδυνα από τη στιγμή που ανακαλύφθηκαν στην ανατολική Μεσόγειο κοιτάσματα φυσικού αερίου».
Όπως σημειώνει η Handelsblatt, «το θέμα της Τουρκίας θα απασχολήσει έκτακτη σύνοδο της Ε.Ε. το Σεπτέμβριο. Ο ΥΠΕΞ Μάας ελπίζει να έχει φέρει μέχρι τότε τις δυο πλευρές στο τραπέζι του διαλόγου. Το Βερολίνο έμαθε πρόσφατα πόσο άχαρος μπορεί να είναι ο ρόλος του διαμεσολαβητή. Έπειτα από γερμανική πρωτοβουλία συναντήθηκαν στο Βερολίνο δυο υψηλόβαθμοι απεσταλμένοι από Ελλάδα και Τουρκία με τον Γιαν Χέκερ, τον σύμβουλο της καγκελαρίου Μέρκελ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής. Οι συνομιλίες ήταν εμπιστευτικές και συμφωνήθηκε η συνάντηση να παραμείνει μυστική. Παρά ταύτα ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Τσαβούσογλου αποκάλυψε την επομένη τα της συνάντησης. Ελληνικοί κυβερνητικοί κύκλοι αξιολογούν την αδιακρισία αυτή ως προσπάθεια της Τουρκίας να τορπιλίσει τη διαδικασία προσέγγισης πριν καν ξεκινήσει».
«Με την έλευση του τουρκικού ερευνητικού Oruc Reis μπροστά στο Καστελόριζο η σύγκρουση παίρνει επικίνδυνες διαστάσεις. Ξυπνά μνήμες της ελληνοτουρκικής διαμάχης για τα Ίμια» παρατηρεί η εφημερίδα και συνεχίζει: «Στο αποκορύφωμα της κρίσης στις 30 Ιανουαρίου του 1996 βρίσκονται αντιμέτωπα δεκάδες τουρκικά και ελληνικά πλοία του πολεμικού ναυτικού. Σε νυχτερινά τηλεφωνήματα με την Αθήνα και την Άγκυρα ο τότε αμερικανός πρόεδρος Μπιλ Κλίντον είχε επιφέρει την ύστατη στιγμή αποκλιμάκωση της σύγκρουσης. Αυτή τη φορά ενδέχεται να ζητηθεί από τη Γερμανική Προεδρία στην ΕΕ να αναλάβει το ρόλο του πυροσβέστη».
Με αφορμή την επίσκεψη του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Χάικο Μάας στην Αθήνα η Die Welt παρατηρεί από την πλευρά της: «[…] Από την εποχή της ευρωκρίσης το Βερολίνο πίεζε την Ελλάδα για περικοπές καταδικάζοντάς την στην υλοποίηση μεταρρυθμίσεων. Αιωρείτο ακόμη και η άμεση προειδοποίηση αποπομπής από την Ευρωζώνη, ακόμη και η απειλή εξόδου από την ΕΕ. Πολλοί Γερμανοί πολιτικοί θεωρούσαν την Ελλάδα τρόπον τινά περιττό κράτος στο περιθώριο της Ε.Ε.. Στη συνέχεια όμως έγιναν πολλά. Καταρχάς ξεκίνησε ο πόλεμος στη Συρία, μετά ήρθαν οι πρόσφυγες και το αργότερο τότε η Ελλάδα έγινε χώρα-κλειδί όσον αφορά τη μετανάστευση προς την Ευρώπη. Όταν μιλάει κανείς από ευρωπαϊκή σκοπιά για την Τουρκία πρέπει να σκέφτεται πάντα την Ελλάδα. Ειδικά σήμερα. Όταν είναι κακές οι ελληνοτουρκικές σχέσεις τότε είναι κακές και οι σχέσεις Τουρκίας-Ε.Ε.».
Όπως σημειώνει η Welt «οι τουρκικές προκλήσεις στη Μεσόγειο και η μετατροπή της ιστορικής Αγίας Σοφίας σε τζαμί επιδείνωσαν την κατάσταση. Αυτό ενίσχυσε το ρόλο της Ελλάδας ως παράγοντα στην Ευρώπη και όχι ως παράγοντα που προκαλεί προβλήματα στην Ευρώπη και τη Γερμανία. Και μετά ήρθε ο κορωνοϊός. Και πάλι η Ελλάδα απέδειξε εντυπωσιακή σταθερότητα θέτοντας τον ιό υπό έλεγχο. Σε αντίθεση με την Ιταλία ή την Ισπανία. Περισσότερο σαν τη Γερμανία».
Επουλώνονται οι πληγές του πρόσφατος παρελθόντος;
Η Süddeutsche Zeitung σχολιάζει: «Εδώ και καιρό η Ελλάδα επιχειρεί να διασφαλίσει τους συμμάχους της προς όλες τις κατευθύνσεις. Νέες αφορμές δίνει κάθε τόσο η συμπεριφορά της γειτονικής Τουρκίας. Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου απευθύνθηκε πρόσφατα στον Πάπα Φραγκίσκο ζητώντας τη συνδρομή του στη διαμάχη με την Άγκυρα για το στάτους της Αγίας Σοφίας. […] O Φραγκίσκος διαβεβαίωσε ότι θα κάνει ό,τι μπορεί, επαίνεσε τις προσπάθειες που καταβάλλει η Ελλάδα για να βελτιώσει την κατάσταση των προσφύγων, ενώ δήλωσε ότι αποδέχεται την πρόσκληση που του απηύθυνε η ελληνική κυβέρνηση να επισκεφτεί την Αθήνα την επόμενη χρονιά.
Καταρχήν όμως υπήρξε μια ”κοσμική” επίσκεψη υπό τη μορφή του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Χάικο Μάας, ο οποίος συναντήθηκε στην Αθήνα με τον Έλληνα ομόλογό του Νίκο Δένδια. Μετά τη συνάντηση ο Μάας δήλωσε ότι ”πρέπει να τηρηθεί το διεθνές δίκαιο” και πως πρόοδος στις σχέσεις Ε.Ε. και Τουρκίας ”μπορεί να υπάρξει μόνο εάν η Άγκυρα τερματίσει τις προκλήσεις στην ανατολική Μεσόγειο”. Παράλληλα θα πρέπει να γίνει ένας αληθινός και ανοιχτός διάλογος με την Τουρκία. Ο Μάας δεν μίλησε καταρχήν για νέες κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας. Έτσι το Βερολίνο παραμένει σε μια μάλλον εξισορροπημένη γραμμή, σε αντίθεση, για παράδειγμα με την γαλλική κυβέρνηση που προκρίνει μια πιο επιθετική στάση έναντι της Τουρκίας».
«Η επίσκεψη εργασίας του Γερμανού υπουργού Εξωτερικών Χάικο Μάας στην Αθήνα τον τροφοδότησε με την ενθαρρυντική διαπίστωση ότι οι παλιές πληγές στην Ε.Ε. μπορούν να επουλωθούν» σχολιάζει η Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Ενώ πριν από πέντε χρόνια και εν μέσω της ευρωκρίσης πολλοί Έλληνες διακατέχονταν από την οργή του θιγμένου έναντι της Ευρώπης και κυρίως της Γερμανίας, σήμερα ο Νίκος Δένδιας περιγράφει τα συναισθήματα ως εξής: ”Πολλοί Έλληνες αισθάνονται σήμερα πολύ καλύτερα στην ΕΕ. Είναι πολύ πιο ευχάριστο να ανήκεις σε αυτή την Ε.Ε.”» σημειώνει η FAZ.