Πριν έρθουμε στα καθ’ ημάς, μια αρχική διαπίστωση: το δεύτερο lockdown αποτελεί μια φαραωνική αποτυχία της Ευρώπης απέναντι στην πανδημία. Εάν ανακαλέσει κανείς στη μνήμη του το διάγγελμα του Εμανουέλ Μακρόν, στις 12 Μαρτίου, με την αυτοκριτική για την στάση του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου απέναντι στο κοινωνικό κράτος και τα δημόσια συστήματα υγείας, και ανάλογες επισημάνσεις της Άγκελα Μέρκελ, αντιλαμβάνεται πως Βρυξέλλες και ευρωπαίκές πρωτεύουσες έδρασαν, για ακόμα μία φορά, φαρισαϊκά. Ελάχιστα έγιναν μετά το άνοιγμα της ευρωπαϊκής οικονομίας, τον περασμένο Μάϊο, και τα αποτελέσματα αυτής της απραξίας τα ζούμε τώρα με την σκιά του Μπέργκαμο να τρομάζει εκ νέου τις περισσότερες χώρες.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Η Ελλάδα, όμως, επαιρόταν εκείνη την εποχή πως έδρασε έγκαιρα και γενναία. Μετατράπηκε σε ευρωπαϊκό υπόδειγμα, η κυβέρνηση κέρδισε διεθνείς επαίνους και εσωτερική (πολιτική και δημοσκοπική) “αποθέωση”. Με την κληρονομιά εκείνης της επιτυχίας και το προβάδισμα έναντι της υγειονομικής και ανθρωπιστικής τραγωδίας σε άλλες χώρες είχε και το “μοντέλο” αλλά και τον χρόνο να δράσει διαφορετικά και να προετοιμαστεί κατάλληλα. Δεν υπήρξε κανένας αιφνιδιασμός, οι επιστήμονες είχαν προεξοφλήσει πως το φθινόπωρο θα “χτυπήσει” το δεύτερο κύμα του Covid. Όπως και γνωρίζαμε ποια ήταν τα ευάλωτα πεδία όπου ο κοροναϊός δημιουργεί εστίες υπερμετάδοσης.
Το χειρότερο, ωστόσο, είναι πως η κυβέρνηση σπατάλησε εκείνο το κεφάλαιο και μαζί και τον πολύτιμο χρόνο που μεσολάβησε για να εξωραϊσει την κατάσταση και να την αξιοποιήσει πολιτικά. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός (συνέντευξη στον φιλόσοφο Χαράρι) και κορυφαίοι υπουργοί συναγωνίζονταν σε βεβαιότητα ότι δεν πρόκειται να υπάρξει δεύτερο καθολικό lockdown διότι κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό.
Οι πολίτες μπροστά σε αυτή τη βεβαιότητα πέταξαν στα άχρηστα την (αναγκαστική) ατομική ευθύνη του πρώτου (υποχρεωτικού) εγκλεισμού. Έχουν ευθύνη γι αυτό; Ναι, έχουν. Πριν, όμως, φτάσει κανείς στην ευθύνη των πολιτών οφείλει να διερευνήσει τις ευθύνες εκείνων που πρέπει να τους καθοδηγούν.
Από το ανοργάνωτο άνοιγμα του τουρισμού η οικονομία κέρδισε περίπου 3 δισ. ευρώ. Από το δεύτερο lockdown θα χάσει περίπου 5 δισ. Φταίει ο τουρισμός; Όχι, δεν φταίει μόνο ο τουρισμός. Άλλωστε, για να είμαστε δίκαιοι, αφ’ ης στιγμής η ΕΕ αποφάσισε να ανοίξει την οικονομία η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να παραμείνει μια covid free όαση αυτονομίας. Θα μπορούσαν, όμως, να έχουν γίνει πολλά πριν μας συναντήσει το φθινόπωρο.
Όταν, για παράδειγμα, από τον Αύγουστο γνωρίζαμε πως τα νησιά έγιναν εστίες υπερμετάδοσης, κυρίως, μάλιστα, στον νεανικό πληθυσμό, γιατί δεν προβλέψαμε πως οι “υπερμεταδότες” θα μετέφεραν τον κοροναϊό στις πόλεις, στις πλατείες, τα μπαρ, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια; Ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης, για παράδειγμα, περίεγραψε ως “αρχή του κακού” για τη συμπρωτεύουσα την επιστροφή των φοιτητών και το άνοιγμα του πανεπιστημίου. Δεν μπορούσε να είχε προβλεφθεί αυτό και άλλα πολλά;
Ο υπουργός Μεταφορών επαιρόταν από τον Ιούνιο για το μεγαλεπήβολο σχέδιο ενίσχυσης των μέσων μεταφοράς. Δεν έπραξε τα δέοντα, ολιγώρησε και παραπλάνησε, για να σπεύσει άρον-άρον να μεταφέρει λεωφορεία των ΚΤΕΛ στην Αθήνα, όταν, όμως, είχε αρχίσει ήδη να ξεφεύγει ο έλεγχος.
Μπορεί να απαριθμήσει κανείς πολλά παρόμοια γεγονότα.
Η κυβέρνηση κατέρρευσε και επικοινωνιακά εντείνοντας τη σύγχυση των πολιτών που ήδη δεν εφάρμοζαν τα πρώτα ηπιότερα περιοριστικά μέτρα. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, για παράδειγμα, πιάστηκε αδιάβαστος πολλές φορές. Η ευθύνη του είναι πολύ σοβαρή και, υπό κανονικές συνθήκες, ή θα έπρεπε να τις μεταφέρει εκεί που νομίζει ότι ανήκουν, ή να παραιτηθεί ησύχως.
Το μεσημέρι έλεγε πως δεν θα κλείσει καμία βαθμίδα εκπαίδευσης, το απόγευμα ανακοινωνόταν πως κλείνουν τα λύκεια στη Θεσσαλονίκη. Τη μία μέρα άφηνε να εννοηθεί πως είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο γενικού lockdown, την επόμενη διέψευδε κατηγορηματικά την πιθανότητα και λίγες ώρες μετά ο υπουργός Υγείας ανακοίνωνε τη νέα καραντίνα -μετά από αυστηρές εισηγήσεις της επιτροπής Τσιόδρα-, μερικές ώρες πριν το μήνυμα του πρωθυπουργού. Πρόκειται περί απίστευτης σύγχυσης και πρωτοφανούς επικοινωνιακού χάους. Από μια κυβέρνηση που πριν μερικούς μήνες αυτοθαυμαζόταν ως σωτήρια.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ήταν αυτός που εμέμφετο την αξιωματική αντιπολίτευση για τις ανάγκες του ΕΣΥ και έκανε λόγο για “πεταμένα λεφτά”. Και τώρα είναι ακριβώς αυτές οι ανάγκες ενός υπό κατάρρευση δημόσιου συστήματος υγείας που μας οδηγούν στο δεύτερο lockdown. Εξευτελισμός…
Η χώρα μπαίνει σε μια μεγάλη υγειονομική, ανθρωπιστική και οικονομική περιπέτεια. Φέρνει τον δεύτερο εγκλεισμό επειδή ενημερώθηκε από την επιτροπή Τσιόδρα -αυτές είναι οι πληροφορίες- πως εάν αφήναμε τα πράγματα ως είχαν -με τα ανεπαρκή, διστακτικά και αποσπασματικά μέτρα που εξήγγειλε το περασμένο Σάββατο ο πρωθυπουργός- θα οδηγούμασταν άμεσα σε πενταψήφιο (!!!) ημερήσιο αριθμό κρουσμάτων.
Είναι αμφίβολο εάν θα γλυτώσουμε τα χειρότερα ακόμα και με την επιβολή της νέας καραντίνας. Το επιχείρημα πως και οι Ευρωπαίοι τώρα αποφάσισαν τα νέα lockdown δεν μπορεί να χρησιμοποιείται από μία κυβέρνηση που προβάλλει το κατόρθωμά ότι λειτούργησε νωρίτερα, αμεσότερα και αποτελεσματικότερα από τις άλλες χώρες στο πρώτο κύμα της πανδημίας. Θα μπορούσε να λειτουργήσει γρηγορότερα και τώρα.
Από εδώ και στο εξης το ζήτημα είναι εάν θα αντέξει το ΕΣΥ, πόσες περισσότερες ανθρώπινες ζωές μπορούμε να σώσουμε και, επιπροσθέτως, να λάβει η κυβέρνηση όλα τα μέτρα που απαιτούνται για να σωθούν εργαζόμενοι και επιχειρήσεις από την καταστροφή. Ούτε εκεί έχει πετύχει. Όσα αποφασίστηκαν μέχρι σήμερα ήταν δειλά και κατακερματισμένα.
Ο απολογισμός θα γίνει προφανώς αργότερα. Προέχει η υγειονομική μάχη και η διάσωση του πληθυσμού και από τον θανατηφόρο ιό και από τις οικονομικές παρενέργειες.
Ας ελπίσουμε όλα αυτά να γίνουν μάθημα για την κυβέρνηση. Να μην ακούει τους χειραγωγούμενους ύμνους αλλά να λαμβάνει υπόψη της τη γνώμη των ειδικών (όταν την εκφέρουν και όχι όταν την συμφέρει, ή όταν δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά) και τις προτάσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Διότι -εάν δεν το έχει καταλάβει- κινδυνεύει να βρεθεί μόνη της. Ολομόναχη. Και τότε η “αποθέωση” δεν θα αξίζει…
Και μια τελευταία κουβέντα για την Ευρώπη και όσους στα καθ΄ημάς την επικαλούνται κατά το δοκούν: Η επιλογή που καλλιεργήθηκε ήταν ανάμεσα στην πανδημία και την οικονομία. Κακώς, κάκιστα. Τώρα κινδυνεύουμε και με την ανθρωπιστική και με την οικονομική καταστροφή…