Ιδού η ιστορία, όπως επαναλαμβάνεται κάθε φορά. Ο Α λέει κάτι, ο Β απαντά πως είναι λάθος, ο Γ, που δεν έχει εμπιστοσύνη στον Β, πιστεύει αυτό που λέει ο Α ακριβώς επειδή ο Β διαφωνεί μαζί του.
του Nicolas Celnik (*)
Ένα παράδειγμα είναι αυτό που συμβαίνει με το συνωμοσιολογικό «ντοκιμαντέρ» Hold-up. Όταν τα μέσα ενημέρωσης καταρρίπτουν τα επιχειρήματα που αναφέρονται εκεί για τον κορονοϊό, αυτό θεωρείται απόδειξη ότι το ντοκιμαντέρ λέει αλήθειες που ενοχλούν.
Ισως, λοιπόν, αντί να προσπαθήσουμε να πείσουμε έναν φίλο μας που πιστεύει στις συνωμοσίες ότι κάνει λάθος, να είναι καλύτερα να του εξηγήσουμε μέσω ποιων μηχανισμών είναι πεισμένος ότι έχει δίκιο.
Αυτό που χαρακτηρίζει τις θεωρίες συνωμοσίας είναι ότι στηρίζονται σε δίκτυα επιχειρηματολογίας που δεν επιτρέπουν την αντιπαράθεση. Ας πάρουμε το παράδειγμα των πρώτων βημάτων του ανθρώπου στη Σελήνη. Σύμφωνα με δημοσκόπηση που έγινε το 2018 στη Γαλλία, το 16% των πολιτών πιστεύουν ότι ο άνθρωπος δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στο φεγγάρι. Στις φωτογραφίες, λένε, φαίνεται η σημαία να κυματίζει, αλλά στη Σελήνη δεν υπάρχει αέρας. Αρα, οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν σε στούντιο. Οποιος παρατηρήσει βέβαια τη σημαία θα διαπιστώσει ότι το πανί της είναι περασμένο στον κατακόρυφο ιστό, αλλά και σε μια οριζόντια άκαμπτη ράβδο. Αλλά αν πεις στον συνωμοσιολόγο ότι ο κυματισμός δημιουργήθηκε από τους αστροναύτες όταν την έστηναν, περνάει αμέσως στο επόμενο: «Εχεις δηλαδή αποδείξεις ότι ο άνθρωπος πήγε στη Σελήνη;»
Σε μια κανονική συζήτηση, όταν ο Α λέει κάτι, πρέπει εκείνος να το αποδείξει, όχι ο Β να αποδείξει το αντίθετο. Όπως είχε γράψει ο Μπέρτραντ Ράσελ σε ένα άρθρο του το 1952, «αν εγώ υποστηρίξω ότι ανάμεσα στη Γη και τον Αρη βρίσκεται μια πορσελάνινη τσαγιέρα σε ελλειπτική τροχιά γύρω από τον Ηλιο, κανείς δεν θα μπορεί να αποδείξει το αντίθετο αν εγώ διευκρινίσω ότι η τσαγιέρα είναι τόσο μικρή που δεν μπορούν να την εντοπίσουν και τα πιο ισχυρά τηλεσκόπια». Αντιστρέφοντας τη συζήτηση, εξασφαλίζεις ότι δεν θα έχεις άδικο ποτέ.
Ο συνωμοσιολόγος έχει κι ένα άλλο όπλο να υπερασπιστεί τη θεωρία του: την επίθεση εναντίον αυτού που την αμφισβητεί. Αν αρνείσαι μια συνωμοσία, ο λόγος είναι είτε πως είσαι αφελής είτε πως συμμετέχεις σε αυτήν.
Οι συνωμοσιολόγοι δεν θέλουν λοιπόν να μάθουν την αλήθεια; Μπορεί. Η αναζήτησή τους όμως καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ανακάλυψαν κάτι που έπρεπε να μείνει κρυμμένο, μια αλήθεια που ενοχλεί και εξηγεί όλα όσα δεν καταλαβαίναμε μέχρι τότε. «Είναι ανακουφιστικό να πιστεύεις ότι όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε – και είναι πολλά – υπακούουν σε μια ενιαία λογική, την οποία είναι δυνατόν να κατανοήσουμε», παρατηρεί ο φιλόσοφος Ματιάς Ζιρέλ. Απέναντι σε ένα αίσθημα δυσφορίας και αδυναμίας, οι θεωρίες συνωμοσίας προσφέρουν την ψευδαίσθηση ότι γίνεσαι και πάλι κύριος της πραγματικότητας. Η «αλήθεια που ενοχλεί» σου επιτρέπει να αρνείσαι ότι η πραγματικότητα είναι σύνθετη και γεμάτη αποχρώσεις.
Στο Facebook, το Twitter ή το YouTube, όσο πιο αμφιλεγόμενη είναι μια ανάρτηση, τόσο περισσότερες αντιδράσεις προκαλεί – θετικές ή αρνητικές – , άρα τόσο μεγαλύτερη διάδοση θα έχει μέσω του αλγορίθμου της πλατφόρμας. «Το οικονομικό μοντέλο στο οποίο στηρίζονται αυτές οι πλατφόρμες έχει σχέση με την προσέλκυση της προσοχής», επισημαίνει ο δημοσιογράφος Τομά Ισόν, ειδικός για τα fake news. «Το σύμπαν αυτό είναι χτισμένο γύρω από την εκμετάλλευση των χειρότερων πλευρών της προσωπικότητάς μας.»
(*) Ο Νικολά Σελνίκ είναι αρθρογράφος της Libération
(Πηγή: Libération)