Είναι σαφές πως ο Νίκος Δένδιας έχει πυκνώσει εσχάτως τις δημόσιες παρεμβάσεις του. Ξεκινώντας από την συνέντευξή του στο Politico, λίγο πριν την πρόσφατη συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπου χαρακτήρισε τη Γερμανία “αφελή” ως προς τις προσδοκίες της για αλλαγή της στάσης της Τουρκίας, το τελευταίο διάστημα φαίνεται να “οριοθετεί” τη στάση του ενόψει πιθανης κινητικότητας στα ελληνοτουρκικά. Δείχνει να μετακινείται από την επιμονή της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού υπέρ της γερμανικής διαμεσολάβησης στην προσδοκία μιας δυναμικότερης αμερικανικής παρέμβασης μετά την εγκατάσταση της διοίκησης του Τζο Μπάϊντεν στον Λευκό Οίκο.
Η συνέντευξή του στο “Βήμα” έρχεται να επιβεβαιώσει αυτό το “δόγμα” Δένδια που μένει να αποδειχθεί εάν είναι και επανατοποθέτηση συνολικά της κυβέρνησης. Μπορεί η γερμανική προεδρία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να εκπνέει στα τέλη του χρόνου, η Άγκελα Μέρκελ, ωστόσο, δεν φαίνεται να εγκαταλείπει τις προσπάθειες για μια διευθέτηση των σχέσεων της ΕΕ με την Τουρκία. Η εντολή στον Ζοζέπ Μπορέλ για την εκπόνηση σχεδίου κυρώσεων ενόψει της Συνόδου Κορυφής του Μαρτίου μάλλον μένει “ευχή”, ενώ την ίδια ώρα ο φιλοτουρκικών προθέσεων Ισπανός αξιωματούχος συνεχίζει να προβάλλει την ανάγκη επανέναρξης των διερευνητικών επαφών αλλά και -συνεπικουρούμενος από τον Σαρλ Μισέλ- μιας ευρωμεσογειακής διάσκεψης για την ανατολική Μεσόγειο. Αμφότερα τα διπωματικά πεδία συμφέρουν την Τουρκία όσο δεν αποσαφηνίζεται καθαρά το πλαίσιο συνομιλιών και ο Ταγίπ Ερντογάν επιχειρεί να προσθέσει θέματα όπως η αποστρατικοποίηση των νησιών ή η επήρρεια του Καστελόριζου.
Πολιτικά κέντρα στην Αθήνα, εντός και εκτός της κυβέρνησης, φαίνεται να μην συναισθάνονται τους κινδύνους και να κινούνται σε παλαιότερη “γραμμή” του Κώστα Σημίτη περί της ανάγκης να υιοθετηθούν και “μη ευχάριστες λύσεις”. Κι ενώ πληθαίνουν οι πληροφορίες περί διάστασης μεταξύ του υπουργείου Εξωτερικών και του διπλωματικού γραφείου και άλλων (ad hoc) άτυπων συμβούλων του πρωθυπουργού, ο Νίκος Δένδιας έρχεται να καταθέσει το δικό του πλαίσιο “ανοχής”.
Αφενός συνεχίζει να βάλλει κατά της Γερμανίας: «Η πραγματικότητα είναι ότι θα θέλαμε καλύτερα αποτελέσματα από τη Σύνοδο Κορυφής» σημειώνει ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, σε συνέντευξή του στην εφημερίδσ “Το Βήμα της Κυριακής”. «Από την άλλη πλευρά, με δεδομένη την Προεδρία του Συμβουλίου και την αντίληψή της, δεν θα μπορούσε κανείς να αναμένει, ρεαλιστικά, περισσότερα πράγματα», προσθέτει. Η απόσταση από το “κάναμε ένα βήμα” του πρωθυπουργού μπορεί να μην είναι εκ πρώτης όψεως σαφής, είναι, ωστόσο ευδιάκριτη.
Ο υπουργός Εξωτερικών εκτιμά ότι το γερμανικό πολιτικό σύστημα και η γερμανική κοινωνία αντιλαμβάνονται την τουρκική επιθετικότητα και τον τουρκικό παραλογισμό σε ορισμένα ζητήματα. Ωστόσο, «υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα με την παρούσα γερμανική κυβέρνηση που αφορά στο Μεταναστευτικό. Όσα συνέβησαν το 2015 έχουν λειτουργήσει ως τραύμα» εξηγεί και «όποιος κίνδυνος σχετίζεται με αυτό μεγεθύνεται υπερβολικά στα μάτια τους».
Εκτιμά ακόμη «ότι κινούνται με στερεότυπα του τύπου “ο Ερντογάν δεν θα είναι εκεί για πάντα”. ‘Αρα, ας ανεχτούμε αυτό που συμβαίνει σήμερα ενόψει ενός καλύτερου μέλλοντος που μαθηματικά θα έλθει».
Όπως υπογραμμίζει ο κ. Δένδιας, «οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι δεν έχουμε λάβει μία σταθερή απόφαση για την πορεία που θέλουμε να έχουν οι ευρωτουρκικές σχέσεις». Επησημαίνει ότι η επιλογή της Ελλάδας κατά τη δεκαετία του 1990 να επιδιώξει την επίλυση των διαφορών μέσα από το ενταξιακό πλαίσιο υπήρξε γενναία. Σήμερα όμως, η Τουρκία αποκλίνει και το συγκεκριμένο ιστορικό εγχείρημα αστοχεί.
Το ερώτημα που εύλογα προκύπτει είναι εάν όλα τα παραπάνω προέκυψαν ως αντίληψη για την αδυναμία του Βερολίνου να αντιληφθεί τις διαστάσεις των ελληνοτουρκικών πριν διαφανούν οι γερμανικές προθέσεις -το καλοκαίρι- ή μόνο πρόσφατα; Διότι είναι σαφές πως η ελληνική πλευρά βασίστηκε απολύτως στη γερμανική διαμεσολάβηση από την καλοκαιρινή έξοδο του Oruc Reis και μετά. Δεν γνώριζε, τότε, ότι η Γερμανία δεν μπορούσε να προσεγγίσει διαφορετικά το θέμα;
«Αν μιλούσαμε με όρους πιθανοτήτων, το 90% οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία θα συνεχίσει να αποκλίνει και το 10% να επανασυγκλίνει. Εγώ αυτό το 10% δεν θα το πετούσα. Και πρέπει να αντιληφθούμε ότι η επιλογή του 90% ενέχει έναν κίνδυνο: μία ειδική σχέση. Αυτή θα μπορούσε να επιτρέψει στην Τουρκία πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά και να μην της επιβάλλει τις υποχρεώσεις για το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, που για εμάς είναι απαραίτητες», τονίζει, επισημαίνοντας έναν επιπλέον κίνδυνο που ίσως προκύψει: αυτόν της ειδικής σχέσης!
«Είμαστε σχεδόν ιστορικά υποχρεωμένοι να επιδιώξουμε μία μεταβολή της τουρκικής κοινωνίας προς την Ευρώπη. Διαφορετικά, πρέπει να κινηθούμε σε μία λογική Ευρώπης-φρουρίου. Δεν θα είναι ευχάριστο αυτό».
Όπως αναφέρει, η Αθήνα αναμένει μία ημερομηνία από την ‘Αγκυρα αλλά η τελευταία θέλει μάλλον να είναι σίγουρη ότι δεν θα εισπράξει μία άρνηση. Αυτή δεν θα υπάρξει, ξεκαθαρίζει ο κ. Δένδιας, «εφόσον το κλίμα είναι κατάλληλο, το Ορούτς Ρέις “δεν κόβει βόλτες” και θα έχουμε μία σταθερότητα, όχι κινήσεις τακτικής».
Με τη συνεχή επίκληση του αιτήματος για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, η ‘Αγκυρα δείχνει να επιθυμεί εκ των προτέρων διεύρυνση της ατζέντας. «Αυτό δεν θα γίνει δεκτό» τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Δένδιας και υπογραμμίζει ότι καμία τρίτη χώρα, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας δεν έχει θέσει τέτοιο ζήτημα.
«Νομίζω ότι όλοι καταλαβαίνουν, αν και ενδομύχως ίσως να σκέφτονται αλλιώς, ότι αν ανοίξει αυτός ο ασκός, δεν θα ξανακλείνει» αναφέρει. Κι αυτή είναι αναμφίβολα μια αναφορά που δεν απευθύνεται μόνο στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο αλλά και το εσωτερικό της χώρας.
Ο Νίκος Δένδιας εκτιμά, επίσης, ότι η πρόσφατη ανακοίνωση των αμερικανικών κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας θα επιδράσουν στην τρέχουσα ισορροπία. Και θεωρεί ότι με την τροποποίηση του παραρτήματος της ελληνοαμερικανικής αμυντικής συμφωνίας to 2019, «η Ελλάδα παρείχε στις ΗΠΑ μία βάση για να προχωρήσει σε ένα τέτοιο βήμα καθώς προσέφερε την πολυτέλεια απεμπλοκής από τη γεωπολιτική ομηρία της Τουρκίας».
Υπογραμμίζει ακόμη τη σημασία της παρέμβασης του αμερικανού ομολόγου του Μάικ Πομπέο στην τελευταία συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ, οποίος «αναίρεσε ουσιαστικά το βασικό επιχείρημα της Τουρκίας ότι αποτελεί τη “λυδία λίθο” της ύπαρξης της Συμμαχίας στην περιοχή μας».
Όπως εξηγεί, η Αθήνα βρίσκεται ήδη σε επαφή για αναθεώρηση του κορμού της αμυντικής συμφωνίας, με διεύρυνση του αμερικανικού στρατιωτικού αποτυπώματος, αλλά «πρέπει να δούμε ποιες είναι οι φιλοδοξίες της νέας αμερικανικής κυβέρνησης». Η Ελλάδα διεκδικεί έναν διευρυμένο ρόλο στη Βαλκανική, τόσο για γεωστρατηγικούς λόγους όσο και για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. «Το γεωπολιτικό αντάλλαγμά μας είναι η σταθερότητα και η ασφάλεια» τονίζει.
Συμπερασματικά:
Ο υπουργός Εξωτερικών σπεύδει, επί της ουσίας, να επισημάνει πως δεν πρέπει να τεθεί θέμα επανέναρξης των διερευνητικών επαφών άμεσα, απαντώντας σε εκείνους που προωθούν ήδη σενάρια για ένα νέο γύρο περί τα τέλη Ιανουαρίου ή τον Φεβρουάριο.
Επιμένει ότι δεν πρέπει να γίνει καμία συζήτηση και σε κανένα εκ των fora που προωθούνται για οτιδήποτε άλλο πλην της μοναδικής αναγνωρισμένης από την Ελλάδα διαφοράς (υφαλοκρηπίδα-ΑΟΖ). Και μόνο το γεγονός πως το επισημαίνει διαρκώς δημιουργεί εύλογα το ερώτημα: απευθύνεται μόνο στην Άγκυρα; Διότι, θεωρητικά, και η Γερμανία εμφανίζεται να το έχει αποδεχθεί, και ως προς την ελληνική πλευρά αποτελεί πάγια θέση…
Τέλος, ο υπουργός Εξωτερικών είναι σαφές πως μετατοπίζεται από τον ευρωπαϊκό στον αμερικανικό παράγοντα, θεωρώντας πως μόνο αυτός θα μπορούσε στο άμεσο μέλλον να δημιουργήσει πεδίο επαφής.
Αρκετοί θεωρούν πως μέσω όλων αυτών ο κ. Δένδιας οικοδομεί και ένα προσωπικό πολιτικό προφίλ στα εθνικά θέματα που δεν συγκλίνει με μια διαδεδομένη αντίληψη διπλωματικού κατευνασμού, χωρίς, βεβαίως, να υιοθετεί και την περίοδο των διπλωματικών πρωτοβουλιών της προηγούμενης κυβέρνησης.
Θα έχει ενδιαφέρον εάν επικρατήσει η δική του προσέγγιση και μετατραπεί σε κυβερνητική θέση, ή εάν βρεθεί “εκτός πεδίου”, ακόμα και με μετακίνησή του στον προσεχή ανασχηματισμό.
Σ.Κ