Σε τριάντα χρόνια από σήμερα, τι θα θεωρούν οι ιστορικοί σημαντικότερο γεγονός του Ιανουαρίου του 2021: την εισβολή του πλήθους στο Καπιτώλιο ή την ηρωική επιστροφή του Αλεξέι Ναβάλνι στη Μόσχα και στη συνέχεια τη σύλληψή του;
του Bret Stephens (*)
Με την ευρεία έννοια, τα δύο γεγονότα αφορούν το ίδιο πράγμα: το μέλλον της ελευθερίας. Σε μια εκδοχή του μέλλοντος, η επίθεση στο Καπιτώλιο σηματοδοτεί τη στιγμή κατά την οποία οι δυνάμεις του αντιφιλελευθερισμού, της βίας και της παραπληροφόρησης, υποκινημένες και χρηματοδοτημένες σε μεγάλο βαθμό από τη ρωσική κυβέρνηση, έφτασαν να αποτελέσουν κρίσιμη μάζα στη Δύση. Σε μια άλλη εκδοχή, η επίθεση θα μείνει στην ιστορία ως μια ιστορική ανωμαλία σε σχέση με την ανάκτηση της ελευθερίας σε χώρες όπου κάποτε έμοιαζε για πάντα χαμένη: όχι μόνο τη Ρωσία, αλλά και την Κίνα, το Ιράν, την Κούβα τη Βενεζουέλα.
Πώς θα μπορέσει ο Τζο Μπάιντεν να μετακινήσει την ιστορία προς τη δεύτερη εκδοχή; Ακολουθώντας μια εξωτερική πολιτική που θέτει σε πρώτο πλάνο τους διαφωνούντες.
Οι διαφωνούντες θεωρούνται συνήθως ένα ανθρωπιστικό πρόβλημα, που μπλέκεται με άλλα πολύ σημαντικότερα θέματα. Όταν επισκέφθηκε το 2009 το Πεκίνο ως υπουργός Εξωτερικών, η Χίλαρι Κλίντον επέμεινε ότι το ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν μπορεί να μπει στο δρόμο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, της κλιματικής αλλαγής και της ασφάλειας. Δεν επρόκειτο για μια κυνική δήλωση, αλλά για την ιδέα ότι το να κάνεις το μεγαλύτερο δυνατό καλό για τους περισσότερους ανθρώπους προηγείται πάντα των άμεσων συμφερόντων ενός μικρού αριθμού ανθρώπων.
Αυτό είναι λάθος όμως, και όχι μόνο από φιλοσοφική άποψη. Οι διαφωνούντες ενδιαφέρουν τις ΗΠΑ στρατηγικά. Οι δικτατορίες που απειλούν περισσότερο τον ελεύθερο κόσμο είναι πολύ ισχυρές για να ανατραπούν με στρατιωτικά μέσα. Ούτε είναι πιθανό να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους λόγω της οικονομικής ευημερίας ή κάποιων μεταρρυθμιστών που εργάζονται στο εσωτερικό του συστήματος. Οποιος αμφιβάλλει μπορεί να δει τι γίνεται με την Κίνα, ένα όλο και πιο πλούσιο και όλο πιο κατασταλτικό καθεστώς.
Αυτό που μπορεί να ανατρέψει τις δικτατορίες είναι μια αξιόπιστη εγχώρια αντιπολίτευση που ενσαρκώνει τη δημόσια δυσαρέσκεια αποκαλύπτοντας την υποκρισία και την καταστολή του καθεστώτος.
Η διεθνής πίεση δεν ήταν αρκετή για να δοθεί τέλος στο καθεστώς του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική. Χρειάστηκε ο Νέλσον Μαντέλα. Η οικονομική παρακμή δεν ήταν αρκετή για να πέσουν τα κομμουνιστικά καθεστώτα στην Πολωνία και την Τσεχοσλοβακία. Χρειάστηκαν ο Βαλέσα και ο Χάβελ. Η Σοβιετική Ενωση μπορεί να ήταν ακόμη ζωντανή αν δεν υπήρχαν ο Σολζενίτσιν, ο Ζαχάροφ και ο Σαράνσκι.
Αυτό που γίνεται με τον Ναβάλνι εντάσσεται σε αυτή την ιστορία. Αφού επέζησε από την απόπειρα δολοφονίας του τον Αύγουστο, ο Ναβάλνι εξαπάτησε έναν από τους φερόμενους ως δολοφόνους του και του απέσπασε μια απίστευτη ομολογία. Στη συνέχεια γύρισε ένα βίντεο για την πλουσιοπάροχη ζωή του προέδρου Πούτιν και το παλάτι του στη Μαύρη Θάλασσα, το οποίο είδαν πάνω από 70 εκατομμύρια άνθρωποι.
Το ότι ο Πούτιν αναγκάστηκε να διαψεύσει δημοσίως ότι του ανήκει το παλάτι – ενώ την ίδια ώρα σημειώνονταν διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα υπέρ του Ναβάλνι – δείχνει πόσο περισσότερο φοβάται έναν θαρραλέο άνθρωπο από άλλες μορφές πίεσης.
Ο πρόεδρος Μπάιντεν, ο υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν και ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας Τζέικ Σάλιβαν θα πρέπει να μετατρέψουν τον Ναβάλνι και τους άλλους «Ναβάλνι» στην Κίνα, το Ιράν, την Κούβα ή τη Βενεζουέλα σε συστατικά στοιχεία της πολιτικής τους. Θέλει η Κίνα να αρθούν οι αμερικανικοί δασμοί; Να το συζητήσουμε, αλλά όχι όσο είναι στη φυλακή ο Τζίμι Λάι και ο Τζόσουα Ουονγκ. Θέλει η Ρωσία να μετριαστούν οι κυρώσεις εναντίον ολιγαρχών που πρόσκεινται στο Κρεμλίνο; Θα μπορούσε, όχι όμως όσο κρατείται ο Ναβάλνι. Θέλει το Ιράν την επανάληψη των διαπραγματεύσεων για το πυρηνικό του πρόγραμμα; Θα εξαρτηθεί από τη στάση του απέναντι στους πολιτικούς κρατούμενους που σαπίζουν στις φυλακές Εβίν.
Μια εξωτερική πολιτική με έμφαση στους διαφωνούντες θα αποκαταστήσει την ηθική ηγεσία της Αμερικής που έγινε κομμάτια επί Τραμπ. Και θα υποχρεώσει τους αντιπάλους της να επιλέξουν ανάμεσα στα υλικά τους συμφέροντα και τις κατασταλτικές τους συνήθειες.
(*) Ο Μπρετ Στίβενς είναι αρθρογράφος των New York Times
(Πηγή: New York Times)