Όπως και σε πολλές χώρες του κόσμου έτσι και στην Τουρκία μπήκε σε σταδιακή εφαρμογή η εμβολιαστική καμπάνια κατά του κοροναϊού. Στις 14 Ιανουαρίου ο Τούρκος υπουργός Υγείας Φεχρετίν Κότσα εγκαινίασε τη μία από τις συνολικά τέσσερις φάσεις. Ευπαθείς ομάδες, όπως πολίτες άνω των 85 ετών, εργαζόμενοι σε γηροκομεία, απασχολούμενοι στον τομέα υγείας και φαρμακοποιοί εμβολιάζονται με το κινέζικο εμβόλιο CoronaVac.
Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Υγείας μέχρι σήμερα περίπου 1,45 εκατομ. Τούρκοι έχουν εμβολιαστεί. Ο δεδηλωμένος στόχος της κυβέρνησης είναι να δημιουργηθεί ανοσία στην κοινότητα μέσα στους επόμενους έξι μήνες. Όμως μερικοί λοιμοξιολόγοι και γιατροί εκφράζουν αμφιβολίες για το εάν ο φιλόδοξος στόχος είναι ταυτόχρονα ρεαλιστικός. Στόχος κριτικής γίνεται για παράδειγμα ότι παραγγέλθηκαν μόνο 40,5 εκατομ. δόσεις από την κινεζική φαρμακοβιομηχανία Sinovac, ενώ αρχικά είχαν εξαγγελθεί 50 εκατομ. δόσεις. «Αλλά ακόμη και με 50 εκατομ. δεν είναι κανείς σε θέση να δημιουργήσει ανοσία των Τούρκων στη χώρα» συμπεραίνει ο Μουράτ Ακόβα, ειδήμων για ιογενείς ασθένειες στο Πανεπιστήμιο Χατσεπέτε στην Άγκυρα. «Χρειάζονται 70 με 80 εκατομ. δόσεις, θα έπρεπε κανείς από την αρχή να υπολόγιζε με τέτοιο αριθμό».
Έλλειψη εμπιστοσύνης στο εμβόλιο
Επιβαρυντικό για την κυβέρνηση είναι επιπλέον ότι μεγάλα τμήματα του τουρκικού πληθυσμού δεν εμπιστεύονται το κινεζικό εμβόλιο. Ο λόγος οφείλεται στις αποκλίσεις των δεδομένων για την αποτελεσματικότητά του. Ενώ τουρκικές δοκιμές, στις οποίες συμμετείχαν 300.000 εθελοντές, κάνουν λόγο για αποτελεσματικότητα της τάξεως του 91,25%, σε άλλες χώρες, όπου το εμβόλιο CoronaVac χρησιμοποιείται, το ποσοστό διαφέρει. Στην Ινδονησία αντίστοιχα τεστ κατέγραψαν αποτελεσματικότητα του 65,3%, στη Βραζιλία μάλιστα 50,38%. Ωστόσο, ο Σεμίχ Ταρέν, λοιμοξιολόγος και βιοκυτταρολόγος της αμερικανικής βιοτεχνολογικής εταιρείας SANA Biotechnology, δεν βλέπει λόγο ανησυχίας.
«Η απόκλιση οφείλεται στους διαφορετικούς αριθμούς των τεστ. Στην Ινδονησία και τη Βραζιλία συμμετέχουν πολύ λιγότεροι. Εκτός αυτού η αποτελεσματικότητα του 50%, όπως στη Βραζιλία, δεν αποτελεί απόδειξη ότι το εμβόλιο δεν είναι αποτελεσματικό. Θα πρέπει κανείς να αναλογιστεί ότι εκείνοι που μολύνονται παρά το εμβόλιο, παρουσιάζουν ήπια συμπτώματα κι αυτό είναι ένα θετικό αποτέλεσμα».
Άλλο σημείο κριτικής ορισμένων εμπειρογνωμόνων είναι ότι η τουρκική κυβέρνηση στηρίζει το εμβολιαστικό της πρόγραμμα μόνο σε ένα εμβόλιο. Φαίνεται όμως ότι τουρκική κέρνηση απέκτησε ενδιαφέρον για τα εμβόλια και άλλων εταιρειών. Λέγεται μάλιστα ότι ήρθε σε επαφή και με τη γερμανική εταιρεία BioNTech. Για τον Μουράτ Ακόβα δεν φαίνεται ότι πρόκειται να καταλήξει σε συμφωνία με βιοτεχνολογικές εταιρείες, όπως η BioNTech ή η Moderna. «Και για τα δύο εμβόλια εμφανίστηκαν προβλήματα στην παραγωγή. Για διάφορους λόγους υπάρχουν καθυστερήσεις στην παράδοση εμβολίων στην Ευρώπη, σε άλλες χώρες μάλιστα οι παραγγελίες ακυρώθηκαν».
Αλλά και ο Ουραρτού Σέκερ, μοριακός βιολόγος στο Πανεπιστήμιο Μπιλκέντ κατηγορεί την τουρκική κυβέρνηση ότι στην αρχή έχασε πολύ χρόνο.«Προφανώς αργήσαμε» λέει. «Οι δυνατότητες παραγωγής πολλών εμβολίων έχουν εξαντληθεί. Σύμφωνα με την BioNTech τμήμα της παραγωγής προορίζεται και για την Τουρκία. Αλλά είναι στην πραγματικότητα και διαθέσιμα; Ή μόνο είναι ευσεβείς πόθοι;»
Εκείνο που επισημαίνει είναι ότι η εξάρτηση από ένα και μόνο εμβόλιο ήταν σοβαρό λάθος. «Σε ένα ιδανικό σενάριο θα πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμα πολλά εμβόλια, γιατί η τεχνολογία των εμβολίων είναι διαφορετική και ο στόχος της ανοσίας πολλαπλός» εξηγεί. «Εκτός αυτού ένα δεύτερο εμβόλιο μπορεί να αντισταθμίσει προβλήματα που εμφανίζονται με τον πρώτο.»
Περισσότερη διαφάνεια ζητά ο Ιατρικός Σύλλογος
Κριτική στην κυβέρνηση ασκεί τώρα και ο τουρκικός Ιατρικός Σύλλογος TTB. Για παράδειγμα αναφέρει ότι το εμβολιαστικό πρόγραμμα του υπουργείου Υγείας δεν είναι αρκετά διαφανές και ότι θα έπρεπε να συμπεριλάβουν στη διαδικασία και τον Σύλλογο. Σε τελευταία ανακοίνωση ζητά να πάρει περισσότερες πληροφορίες. «Ζητάμε περισσότερες πληροφορίες για τον ακριβή αριθμό των εμβολιασμένων και να αποκτήσουμε πρόσβαση σε πληροφορίες για τυχόν αναπάντεχες παρενέργειες». Αλλά και η πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Σεμπνέμ Κορούρ Φινανσί ανέφερε στην DW ότι ήλπιζε με μεγαλύτερη διαφάνεια, ακόμη κι αν η επίδραση του κινεζικού εμβολίου εκτιμάται ότι είναι θετική μέχρι τώρα. «Με τα περιορισμένα δεδομένα που διαθέτουμε, διαπιστώνουμε ότι το εμβόλιο δεν προκαλεί παρενέργειες και προστατεύει σχεδόν στο 100% από βαριά εξέλιξη της νόσου». Η δυσπιστία έχει τις ρίζες της σε ένα άλλο περιστατικό. Ήδη από το ξέσπασμα της πανδημίας ο Τουρκικός Ιατρικός Σύλλογος αμφισβήτησε την αξιοπιστία της κυβέρνησης στο διαχείριση της πανδημίας. Συχνά οι υπολογισμοί του απείχαν σημαντικά από τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Υγείας.
Για παράδειγμα τον περασμένο Νοέμβριο ο Σύλλογος δημοσίευσε δικά του στοιχεία, που άφηναν να εννοηθεί ότι ο πραγματικός αριθμός των κρουσμάτων ήταν 300% μεγαλύτερος. Αρχικά ο πρόεδρος Ερντογάν αμύνθηκε απέναντι στις κατηγορίες παρουσιάζοντας τον Ιατρικό Σύλλογο ως τρομοκρατική οργάνωση. Κι όταν πια οι αμφιβολίες διογκώθηκαν τίποτα δεν μπορούσε να βοηθήσει. Το υπουργείο Υγείας αναγκάστηκε να παραδεχθεί ότι «διόρθωνε» τα νούμερα. Και όπως διαπιστώθηκε επί μήνες μετέρχονταν διαφόρων τρικ παρουσιάζοντας μόνο τους ασυμπτωματικούς στα στατιστικά στοιχεία. Αυτό ήταν ένας ακόμη λόγος, γιατί η κοινή γνώμη βλέπει με σκεπτικισμό την πολιτική της τουρκικής κυβέρνησης απέναντι την πανδημία.
ΠΗΓΗ: Deutsche Welle