Στις 18 Φεβρουαρίου, σε μια τηλεοπτική συνέντευξή της, η Ντόρα Μπακογιάννη είπε το καίριο: «Σε αντίθεση με τους τρομοκράτες που πιστεύουν ότι έχουν το δικαίωμα να κρίνουν ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει, εμείς οι δημοκράτες πιστεύουμε στον απόλυτο σεβασμό του κράτους δικαίου. Τι σημαίνει αυτό; Απόλυτος σεβασμός του κράτους δικαίου σημαίνει ότι η εφαρμογή του νόμου θα ισχύσει για όλους. Και όταν λέμε για όλους εννοούμε όλους. Αυτό γίνεται σήμερα στην ελληνική πολιτεία και αυτό εύχομαι να συνεχίσει να γίνεται».
Του Δημήτρη Χριστόπουλου
Η δημοσιογράφος απέναντί της, σαν να μην άκουσε τα προηγούμενα λόγια, προχώρησε στην επόμενη ερώτηση που είχε έτοιμη. Αυτή αφορούσε την πολιτική στήριξη που απολαμβάνουν οι ομάδες υποστηρικτών του Κουφοντίνα. Η Ντόρα Μπακογιάννη απάντησε ανθρώπινα ότι δυσκολεύεται να είναι αντικειμενική και έτσι έκλεισε η συζήτηση.
Εντυπωσιακό και με σημασία: η Ντόρα Μπακογιάννη, ένα από τα πιο προβεβλημένα στελέχη της ΝΔ, προσωπικά ταυτισμένη με τον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, η γυναίκα που πένθησε τον άντρα της από τις σφαίρες της 17 Νοέμβρη, λέει τη στιγμή που ο δολοφόνος του κάνει μια απεργία πείνας εξαιτίας της δυσμενούς μεταχείρισης που υφίσταται, ότι το «κράτος δικαίου είναι για όλους». (Η δήλωση δεν κατονομάζει συγκεκριμένα τον Κουφοντίνα και το αίτημά του για μεταφορά στον Κορυδαλλό, είναι σκόπιμα γενική, αλλά πιστεύω ότι δεν υπάρχουν πολλά περιθώρια να διαβαστεί αλλιώς). Η απόλυτη είδηση! Και η δημοσιογράφος περνά στην επόμενη ερώτηση…
ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΜΕ ΤΗ ΣΕΙΡΑ τα πράγματα: με διάταξη νόμου που ψηφίστηκε από την παρούσα κυβέρνηση πέρσι, ο Κουφοντίνας έχασε τη δυνατότητα να εκτίσει την ποινή του σε αγροτική φυλακή. Θεωρώ ότι αυτή η διάταξη είναι άδικη και εκδικητική αλλά στη δημοκρατία αποφασίζει η κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Το κράτος δικαίου είναι το κράτος κανόνων, δίκαιων και μη. Γενικά πάντως, οι λεγόμενες «φωτογραφικές» διατάξεις, αυτές που αίρουν δηλαδή τον απρόσωπο χαρακτήρα των νόμων, στοχεύοντας δυσμενώς ή ευμενώς τον έναν ή τον άλλο, δεν περιποιούν τιμή στη δημοκρατία μας.
Ο Κουφοντίνας, όμως, δεν απεργεί διότι υφίσταται δυσμενή μεταχείριση που του στερεί τη δυνατότητα άδειας ή έκτισης της ποινής του σε αγροτική φυλακή. Απεργεί διότι ο νόμος προβλέπει ότι εφόσον έφευγε από την αγροτική φυλακή της Κασσαβέτειας στον Βόλο θα πήγαινε «στο κατάστημα κράτησης στο οποίο αρχικά μετήχθη», δηλαδή στις φυλακές Κορυδαλλού. Αντ’ αυτού, βρέθηκε στη φυλακή του Δομοκού.
Δηλαδή, ούτε καν τη φωτογραφική διάταξη η κυβέρνηση μπόρεσε να σεβαστεί. Ούτε καν την ατομικά δυσμενή μεταχείριση που είχε νομικά προβλέψει. Την έκανε παρανόμως δυσμενέστερη. Στη δημοκρατία, χρειάζονται να το πούμε πολλοί αυτό. Όσο μακρύτερα πολιτικά από τον Κουφοντίνα, τόσο εντιμότερο, καλύτερο και πειστικότερο.
Για να μην κουραζόμαστε όμως με τη δικονομία: Οι κυβερνώντες δεν χρειάζεται να συνεχίζουν, παντού και με κάθε ευκαιρία, αυτό που αντιλαμβάνονται ως πολιτική αναμέτρηση με το ένοπλο της 17Ν. Αφενός, τελείωσε. Αφετέρου, άλλο είναι το επίδικο στην περίπτωση αυτή. Ο Κουφοντίνας είναι κρατούμενος και έχει δικαιώματα. Το ίδιο έχει ο Κασιδιάρης, ο Γιωτόπουλος, ο Αλκέτ Ριζάι, που βόλταρε προχθές στη Λαμία χωρίς να έχει στείλει SMS στο 1033 και πλήρωσε 300 ευρώ πρόστιμο, ο Μιχαλολιάκος και τόσοι άλλοι.
Και ο Παττακός είχε. Τα δικαιώματα τα έχουν επειδή είναι έγκλειστοι και έχουν στερηθεί το μείζον: την ελευθερία τους. Δεν τα έχουν επειδή είναι καλά παιδιά. Γενικώς, οι άνθρωποι που βρίσκονται κρατούμενοι έχουν κάνει μικρές ή μεγάλες αμαρτίες (υπάρχουν και εξαιρέσεις φυσικά) και είναι αυτή ακριβώς η ιδιότητα που τους δίνει κάποια δικαιώματα. Το να πάρουν μια άδεια, το να πάνε σε αγροτικές φυλακές, το να απολυθούν υπό όρους και πάει λέγοντας.
Αυτά τα δικαιώματα τα έχουν αν ως έγκλειστοι συμπεριφέρονται με τον τρόπο που το κράτος θεωρεί αρμόζοντα. Η ελληνική κοινωνία πρέπει να το καταλάβει αυτό. Ένας πολιτισμός κρίνεται από το πώς σωφρονίζει. Θυμηθείτε το «Εξπρές του Μεσονυκτίου»…
«Μα ο Κουφοντίνας είναι αμετανόητος», ακούω ήδη το αντεπιχείρημα και απαντώ ευθύς: το ότι ο Κουφοντίνας δεν εμφανίζεται να μετανιώνει για τις πράξεις του δεν τον τοποθετεί σε δυσμενέστερη θέση από άλλους σε σχέση με τη δυνατότητα πρόσβασης στα δικαιώματα αυτά. Έτσι προβλέπει η έννομη τάξη μας, και σωστά.
Το ποινικό δίκαιο στην Ευρώπη ολόκληρη –όχι μόνο στην Ελλάδα– δεν υπόκειται σε συναλλαγές μεταξύ κράτους και εγκληματία: «πες αυτό και θα σου δώσω ασυλία», «μην πεις εκείνο και θα πας δύο χρόνια φυλακή αντί για πέντε», «σε πληρώνω 100.000 για να αποποιηθείς του δικαιώματος να καταγγείλεις τον βιασμό σου» κ.λπ. Αυτά τα βλέπουμε σε αμερικάνικες σειρές και όντως σε μεγάλο βαθμό ισχύουν εκεί. Εδώ όμως όχι.
Το ποινικό δίκαιο είναι το πιο άκαμπτο δίκαιο, διότι αφορά τον σκληρό πυρήνα της δημόσιας τάξης, είναι το δίκαιο της καταστολής των πράξεων με τον πιο σκληρό όρο που διαθέτει μια δικαιοταξία: την ποινή. Το ποινικό δίκαιο δεν διαθέτει μέτρο συνειδήσεων: σου λέει κοφτά ότι ο Κουφοντίνας είναι ένοχος για αυτούς τους φόνους, θα υποστεί αυτή την ποινή, στο πλαίσιο άσκησης της οποίας θα διαθέτει αυτά τα δικαιώματα. Αν ο Κουφοντίνας έκανε μετάνοιες, χτυπώντας το κεφάλι του στον τοίχο για τα εγκλήματά του και αίφνης έπαιρνε μια άδεια από την οποία όμως δεν γυρνούσε, τότε το ποινικό δίκαιο θα ήταν αμείλικτο μαζί του. Και καλά θα έκανε.
Πάμε τώρα σε ένα κρίσιμο πολιτικό επίδικο για να κλείσουμε: είναι όντως επικίνδυνος έξω ο Κουφοντίνας; Η ειλικρινής απάντηση είναι: όχι περισσότερο απ’ ό,τι είναι μέσα. Προσωπικά, μάλιστα, πιστεύω ότι μέσα στη φυλακή, και μάλιστα σε τέτοιες δυσμενείς συνθήκες, το μήνυμά του γίνεται πειστικότερο στο ακροατήριό του. Αν τυχόν βγει με άδεια ή με υφ’ όρον απόλυση, θα πάει στο κτήμα του με ένα τσουβάλι περιοριστικούς όρους. Αν τυχόν τους παραβιάσει, ξέρει ο ίδιος καλύτερα πού θα βρεθεί μονομιάς.
Για τους λόγους αυτούς, αυτή την ύστατη στιγμή, έχει σημασία η κυβέρνηση να ικανοποιήσει το σύννομο αίτημά του και να σταματήσει η απεργία πείνας. Δεν έχει ούτε ηθικό λόγο ούτε την πολιτική πολυτέλεια η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία να μετρήσει το 2021 έναν νεκρό απεργό πείνας για μια υπόθεση που έχει καταχωνιαστεί στην απαξίωση και τη λήθη. Θα είναι βαρύ κι ανεπανόρθωτο το πλήγμα.
πηγή: Lifo