Στο στόχαστρο των εισαγγελικών αρχών βρίσκεται ο βουλευτής του κυβερνώντος χριστιανοδημοκρατικού κόμματος (CDU) Άξελ Φίσερ.
Την Πέμπτη στελέχη της Ομοσπονδιακής Εγκληματολογικής Υπηρεσίας και της Εισαγγελίας του Μονάχου πραγματοποίησαν έρευνα στο γραφείο του στη Βουλή, στην ιδιωτική κατοικία του και σε επαγγελματικούς χώρους. Σε ανακοίνωση της εισαγγελίας γίνεται λόγος για υποψία παθητικής δωροδοκίας. Η έρευνα αφορά πρώην και νυν βουλευτές που συμμετέχουν στην Κοινοβουλευτική Διάσκεψη του Συμβουλίου της Ευρώπης (PACE). Για τους εν λόγω βουλευτές η εισαγγελία εικάζει ότι «στην περίοδο 2008-2016 είχαν λάβει χρήματα από το Αζερμπαϊτζάν μέσω εικονικών επιχειρήσεων στη Μ.Βρετανία, με εμβάσματα σε τραπεζικούς λογαριασμούς χωρών της Βαλτικής» με σκοπό «να ασκήσουν επιρροή προς όφελος απεσταλμένων του Αζερμπαϊτζάν στην κατάθεση τροπολογιών και στις ψηφοφορίες για διάφορα ψηφίσματα, καθώς και στην πλήρωση θέσεων και τις λειτουργίες του Συμβουλίου της Ευρώπης».
Ο Φίσερ, του οποίου το όνομα δεν αναφέρεται στην ανακοίνωση της εισαγγελίας, αλλά καταγράφεται σε όλα τα γερμανικά ΜΜΕ, αντέδρασε αμέσως και αποκάλεσε «αστήρικτες» τις σχετικές αιτιάσεις. Μιλώντας στην εφημερίδα Augsburger Allgemeine o βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος από τη Βάδη-Βυρτεμβέργη εξέφρασε την αγανάκτησή του για τη δημοσιοποίηση της υπόθεσης, λέγοντας ότι «η ιστορία με το Αζερμπαϊτζάν είναι μία ξαναζεσταμένη κατηγορία» και ότι «η υπόθεση θα διαλευκανθεί, αλλά βέβαια μέχρι τότε η υπόληψη μου θα έχει καταστραφεί».
Μία παλιά ιστορία που δεν έχει διαλευκανθεί
Πράγματι, δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται λόγος για πιθανή δωροδοκία βουλευτών από την κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν. Το Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA) σημειώνει ότι πέρσι η εισαγγελία της Φρανκφούρτης είχε πραγματοποιήσει έρευνα σε γραφεία της βουλευτού των Χριστιανοδημοκρατών Κάριν Στρεντς και του πρώην βουλευτή των Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) Έντουαρντ Λίντνερ, σε μία προσπάθεια να εξακριβώσει την προέλευση συνολικού ποσού τεσσάρων εκατομμυρίων ευρώ, που είχε κατατεθεί σε τραπεζικούς λογαριασμούς χωρών της Βαλτικής μέσω εικονικών εταιρειών στη Μ.Βρετανία.
Το 2020 ιταλικό δικαστήριο καταδίκασε τον πρώην βουλευτή των Χριστιανοδημοκρατών Λούκα Βολοντέ, ο οποίος επίσης συμμετείχε στην Κοινοβουλευτική Διάσκεψη του Συμβουλίου της Ευρώπης, σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών για διαφθορά. Ο Βολοντέ είχε παραδεχθεί ότι στην περίοδο 2012-2014 έλαβε ποσό ύψους 2,39 εκατομμυρίων ευρώ από το Αζερμπαϊτζάν, υποστήριζε ωστόσο ότι τα χρήματα αυτά ήταν η αμοιβή του για «μελέτες» και «συμβουλευτικές υπηρεσίες» και δεν είχαν σχέση με τη δραστηριότητά του στον διεθνή οργανισμό. Η καταδίκη του αφορούσε πάντως ένα μικρότερο ποσό, γύρω στις 500.000 ευρώ, το οποίο σύμφωνα με το δικαστήριο εισέπραξε ο Βολοντέ από Αζέρους πολιτικούς, προκειμένου να αποσιωπήσει επιβαρυντικά στοιχεία για την κατάσταση των πολιτικών κρατουμένων στο Αζερμπαϊτζάν.
«Η διπλωματία του χαβιαριού»
Για την αποκαλούμενη «διπλωματία του χαβιαριού», στην οποία επιδίδεται το Αζερμπαϊτζάν, έκανε λόγο για πρώτη φορά η οργάνωση European Stability Initiative (ESI) με έδρα το Βερολίνο το 2011. Την εποχή εκείνη, σύμφωνα με την οργάνωση, η κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν προσκάλεσε στο Μπακού αντιπροσωπεία 30 έως 40 βουλευτών, στους οποίους προσέφερε πολυτελή φιλοξενία και ακριβά δώρα. Το 2017 η Ντόρις Φιάλα, βουλευτής από την Ελβετία, είχε καταθέσει σε ρεπορτάζ της γερμανικής τηλεόρασης (ARD) τη δική της εμπειρία από υπηρεσιακό ταξίδι στο Μπακού για Συμβούλιο της Ευρώπης: Μετά από ένα γεύμα οι οικοδεσπότες της προσέφεραν, όπως και σε άλλους, ένα «μικρό δώρο». Η Ντόρις Φιάλα νόμιζε ότι το κουτί περιείχε γλυκά, αλλά ανοίγοντας τη συσκευασία έμεινε έκπληκτη βλέποντας μία αλυσίδα με πολύτιμους λίθους μεγάλης αξίας. Επέστρεψε αμέσως το δώρο και από τότε οι συνάδελφοι από το Αζερμπαϊτζάν «διέκοψαν τις επαφές». Σημειώνεται ότι ο κώδικας δεοντολογίας του Συμβουλίου της Ευρώπης προβλέπει ότι τα δώρα προς τους βουλευτές στο πλαίσιο της εθιμοτυπίας δεν επιτρέπεται να έχουν αξία μεγαλύτερη των 200 ευρώ.
Όπως είχε επισημανθεί σε παλαιότερο ρεπορτάζ της Deutsche Welle, έκθεση του ίδιου του Συμβουλίου της Ευρώπης που δόθηκε στη δημοσιότητα το 2018 εξέφραζε σοβαρές υποψίες ότι η κυβέρνηση του Αζερμπαϊτζάν έχει δωροδοκήσει με μετρητά ή ακριβά δώρα βουλευτές που συμμετέχουν στη Διακοινοβουλευτική Διάσκεψη, προκειμένου να αποσιωπήσουν παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η έκθεση αναφέρει ως «βασικό λομπίστα» της κυβέρνησης του Αζερμπαϊτζάν τον Γερμανό πρώην βουλευτή Λίντνερ, που φέρεται να έχει εισπράξει για τον σκοπό αυτό ποσό 819.500 ευρώ στην περίοδο 2012-2014, ενώ η Κάριν Στρεντς φέρεται ως απασχολούμενη στην εταιρεία συμβούλων Line M-Trade που είχε ιδρύσει ο ίδιος ο Λίντνερ. Την εποχή εκείνη η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung έκανε λόγο για πιθανές διασυνδέσεις υψηλά ιστάμενων προσώπων στο Αζερμπαϊτζάν και με την τράπεζα Pilatus στη Μάλτα, τις δραστηριότητες της οποίες ερευνούσε η μετέπειτα δολοφονηθείσα δημοσιογράφος Ντάφνι Γκαρουάνα Γκαλίζια.
Πηγή: DW – Γιάννης Παπαδημητρίου (DPA, Tagesspiegel, tagesschau.de)