Κατά την εισαγωγική ομιλία του στην διαδικτυακή εκδήλωση του «Κέντρου Μελετών Πολιτικής για το Φύλο και την Ισότητα», του «Ευρωπαϊκού Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου» («EPLO»), με θέμα «Ο σεβασμός της Διαφορετικότητας ως προϋπόθεση του έμπρακτου σεβασμού της αρχής της Ισότητας των Φύλων», ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Προκόπιος Παυλόπουλος επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
«Η Γυναίκα αποτελεί αναντικατάστατο και εμβληματικό ανθρώπινο κεφάλαιο, του οποίου η αξιοποίηση είναι conditio sine qua non για να πορευθεί κάθε Κοινωνικό Σύνολο στον δρόμο της δημιουργίας και της προόδου. Κατά συνέπεια, αυτό το χρέος προϋποθέτει, επίσης αυτονοήτως, και συνειδητοποίηση της ανάγκης πλήρους και έμπρακτου σεβασμού της αρχής της Ισότητας των Φύλων. Είναι, όπως πιστεύω, όμως εξαιρετικά δύσκολο να κατανοήσουμε την έννοια της Ισότητας των Φύλων, στο σύνολό της, αν προηγουμένως δεν κατανοήσουμε την τεράστια σημασία του σεβασμού της Διαφορετικότητας, εν γένει, ως κορυφαίου προτάγματος της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας.
Α. Υπό τα δεδομένα αυτά, και πριν απ’ όλα, σε θεσμικό και αξιακό γενικότερα επίπεδο ο σεβασμός της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου είναι πρόταγμα της Δημοκρατίας μας. Τούτο προκύπτει εκ του ότι, στο πλαίσιο της Δημοκρατίας που πρέπει να διέπει την οργάνωση του Κράτους κατά τα δεδομένα αυτού τούτου του κοινού μας Δυτικού και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, συγκεκριμένα δε στο πλαίσιο της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ο σεβασμός της Διαφορετικότητας είναι θεμελιώδης θεσμικός κανόνας που απορρέει από την, σύμφυτη με την Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, αρχή της Ισότητας και, κατά συνέπεια, την γενική ρήτρα της Δικαιοσύνης. Ειδικότερα, η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία θεμελιώνεται, μεταξύ άλλων, πάνω στην αρχή της Ισότητας, η οποία συνιστά, εν τέλει, «κοιτίδα» και «λίκνο» όλων των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τόσον ως προς την καταγωγή τους όσο και ως προς την in concreto άσκησή τους. Όμως η αρχή της Ισότητας, για να πραγματώσει το περιεχόμενό της κατά την εφαρμογή της, νοείται μόνον υπό όρους αναλογικότητας. Ήτοι μιας ισότητας -για ν’ αναχθούμε στις πηγές των «Ηθικών Νικομαχείων» του Αριστοτέλους- η οποία αφενός σημαίνει ίση μεταχείριση ουσιωδώς όμοιων καταστάσεων αλλά και άνιση μεταχείριση ουσιωδώς ανόμοιων καταστάσεων. Και, αφετέρου, συνιστά αντηρίδα της έννοιας της Δικαιοσύνης, ως «διανεμητικής Δικαιοσύνης» («Justitia Distributiva»).
Β. Οι σκέψεις που προεκτέθηκαν εξηγούν ευχερώς γιατί, επιπλέον, ο σεβασμός της Διαφορετικότητας είναι βασικό αξιακό πρόταγμα αυτού τούτου του Πολιτισμού μας. Ο Πολιτισμός μας, ο Δυτικός και ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός, στηριγμένος πάνω στους τρεις πυλώνες του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος, της θεσμικής κληρονομιάς της Αρχαίας Ρώμης και των πνευματικών αποσταγμάτων της Χριστιανικής Διδασκαλίας, είναι ο Πολιτισμός του Ανθρωπισμού. Με την έννοια ότι στο επίκεντρό του, κατά τον εκ καταγωγής προορισμό του, βρίσκεται ο Άνθρωπος. Ακόμη πιο πέρα, αυτός ο Πολιτισμός υπηρετεί την αποστολή του μόνον όταν κάνει πράξη, και μάλιστα σε καθημερινή βάση, τον πλήρη σεβασμό της αξίας του Ανθρώπου και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Όπως ήδη εξηγήθηκε, ένας τέτοιος σεβασμός προϋποθέτει, ανυπερθέτως, και τον πλήρη σεβασμό της Διαφορετικότητας. Και, e contrario, ο σύμφυτος με τον Πολιτισμό μας Ανθρωπισμός ουδόλως συμβιβάζεται, κατ’ ουδένα τρόπο, με την ισοπεδωτική αντιμετώπιση του Ανθρώπου, δηλαδή την αντιμετώπιση που «συντρίβει» την αρχή της Ισότητας και την εμβληματική ρήτρα της Δικαιοσύνης.
- Κατά την δεύτερη αναθεώρηση του Συντάγματος, το 2001, προστέθηκε, στις μεταβατικές του διατάξεις, συγκεκριμένα δε στο άρθρο 116, και η παρ.2, σύμφωνα με την οποία: «Δεν αποτελεί διάκριση λόγω φύλου η λήψη θετικών μέτρων για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Το Κράτος μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη, ιδίως σε βάρος των γυναικών». Δίχως αμφιβολία, πρόκειται για ιδιαίτερα προοδευτικές διατάξεις, οι οποίες επιχειρούν να βάλουν τέλος στις υφιστάμενες ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών, κάνοντας οριστικά πράξη την Ισότητα των Φύλων. Πλην όμως, και μόνο το γεγονός ότι ο τότε Αναθεωρητικός Νομοθέτης αισθάνθηκε την ανάγκη να υιοθετήσει τις προαναφερόμενες ρυθμίσεις αποδεικνύει πως είμαστε, ακόμη, μακριά από την πλήρη εμπέδωση μιας βασικής πτυχής της αρχής της Ισότητας, υπό την αναλογική της έννοια, όπως προεκτέθηκε. Πέραν δε τούτου πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η ως άνω εμπέδωση της Ισότητας των Φύλων δεν είναι μόνο ζήτημα Νομοθέτη, υπό την ευρεία του όρου έννοια. Είναι θέμα επικράτησης μιας αντίστοιχης γενικότερης νοοτροπίας, η οποία εκτείνεται από τα όργανα της Εκτελεστικής και της Δικαστικής Εξουσίας ως το κάθε μέλος του κοινωνικού συνόλου. Έτσι εξηγείται και το γιατί, σε τελική ανάλυση, ο γενικευμένος σεβασμός της Ισότητας των Φύλων προϋποθέτει την ειλικρινή κατανόηση της σημασίας της Διαφορετικότητας, ως ευρύτερης έννοιας που αφορά τον σεβασμό της αξίας του Ανθρώπου και την προστασία της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Μιας έννοιας η οποία, υπό τα δεδομένα αυτά, συνδέεται αρρήκτως με τον εν γένει Ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας.
Συμπερασματικώς, και πάντοτε σύμφωνα με την προαναφερόμενη σειρά συλλογισμών, η πλήρης εφαρμογή της Ισότητας των Φύλων στην πράξη, ως επιμέρους απόδειξη πλήρους εφαρμογής στην πράξη του σεβασμού της Διαφορετικότητας, αναδεικνύεται σε καίριο πρόταγμα της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας».