Aκούγοντας τις δικαιολογίες της κυβέρνησης στην ανακοίνωση των νέων μέτρων την Παρασκευή για πρώτη φορά ένοιωσα λύπη για τους υπουργούς που φαίνονται να τα έχουν τελείως χαμένα.
Του Κώστα Δουζίνα
Δεν δείχνουν την παραμικρή κατανόηση για τους λόγους μείωσης της συμμόρφωσης. Ακούσαμε ότι το μακρόχρονο lockdown οδήγησε σε «κόπωση» που περιόρισε τη συμμόρφωση.
H «συμπεριφορική ή ψυχική κόπωση» δεν είναι επιστημονική αλλά πολιτική έννοια. Δεν επιβεβαιώνεται από προηγούμενες επιδημίες ούτε από στοιχεία που προέκυψαν από το πρώτο lockdown σε έρευνες που διεξάγονται διαρκώς στη Μεγάλη Βρετανία. Η πλειοψηφία συμμορφώθηκε χωρίς σημαντική αλλαγή συμπεριφοράς από τον Μάρτιο ως τον Μάιο. Οι πολίτες φοβήθηκαν, αποδέχτηκαν το σαφές και επαναλαμβανόμενο μήνυμα και δέχτηκαν να προστατεύσουν εαυτούς και άλλους κάνοντας θυσίες χωρίς μεμψιμοιρία και παράπονα. Η συμμόρφωση άρχισε να υποχωρεί μόνο όταν οι περιορισμοί μειώθηκαν. Πολλοί παράγοντες έκαναν του πολίτες να αισθάνονται πιο ασφαλείς. Τα μέτρα έγιναν πολύπλοκα, οι περιορισμοί ανοιγόκλειναν κάθε λίγο σαν ακορντεόν, τα μηνύματα ήταν ασαφή. Η κυβέρνηση μας βομβαρδίζει με αντιφατικές και αντικρουόμενες εντολές, συστάσεις και απόψεις ειδικών και ανειδίκευτων δίνοντας μια εικόνα πλήρους σύγχυσης που μπερδεύει τους πολίτες.
Στο πρώτο lockdown, η πλειονότητα κατανοούσε τους κανόνες. Τα νέα μέτρα την Παρασκευή παρουσιάστηκαν ως «δυναμική διαχείριση», «έξυπνα», η αποτυχία ονομάστηκε «ευελιξία». Πρώτα κατάγγειλε ο υπουργός τις πορείες – 12 την ημέρα, μάλλον περιλαμβάνουν τις ουρές στα supermarkets. Μετά από λίγο μας παρότρυνε να περπατάμε σε δρόμους και πλατείες όταν πριν δέκα μέρες απαγορευόταν αυστηρά και η αστυνομία κτυπούσε τον κόσμο που τολμούσε να πάει βόλτα σε πλατεία.
Η απαίτηση συμμόρφωσης υπονομεύθηκε επίσης από τις παραβιάσεις των περιορισμών από κυβερνητικά στελέχη. Οι έρευνες δείχνουν ότι τέτοιες ενέργειες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην χαλάρωση της συμμόρφωσης. Στο πρώτο lockdown το μήνυμα ήταν σαφές: οι κοινωνικοί περιορισμοί είναι απαραίτητοι για να σταματήσει η εξάπλωση του ιού. Όλοι πρέπει να συνεισφέρουν στην προσπάθεια.
Δεν υπάρχουν δικαιολογίες, δεν υπάρχουν εξαιρέσεις. Αλλά η παραβατική συμμετοχή υπουργών σε εκκλησιαστικές ακολουθίες – φιλώντας τα χέρια παπάδων και μεταλαμβάνοντας μπροστά στις κάμερες – η Πάρνηθα, η Ικαρία, τα βαφτίσια του Γεωργιάδη και ο εκτός σειράς εμβολιασμός άλλαξαν την εικόνα. Το μήνυμα είναι ότι αν μπορείς να ισχυριστείς ότι είσαι ειδική περίπτωση ή, πιο συχνά, αν νομίζεις ότι μπορείς να αποφύγεις την τιμωρία θα ήσουν ανόητος αν δεν το κάνεις. Ο εχθρός σταδιακά αλλάζει, δεν είναι πια ο κορωνοϊός αλλά τα μέτρα που αποσκοπούν να τον περιορίσουν και απέτυχαν παταγωδώς.
Η αλλαγή φαίνεται καθαρά στην έρευνα του University College του Λονδίνου. Την άνοιξη του 2020 οι πολίτες έκαναν πρόθυμα θυσίες συμμετέχοντας σε μια συλλογική προσπάθεια. Το φθινόπωρο η καλή θέληση μετατράπηκε σε θυμό και αγανάκτηση ενώ η εμπιστοσύνη προς την κυβέρνηση άρχισε να μειώνεται και δεν ανέκαμψε. Η εμπιστοσύνη αποτελεί τον σημαντικότερο παράγοντα συμμόρφωσης της συμπεριφοράς. Όπως συμπεραίνει η έρευνα, η επιτυχία των μέτρων εξαρτάται από τη διατήρηση της εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Εδώ βρίσκεται η σημασία των ποιοτικών χαρακτηριστικών των δικών μας δημοσκοπήσεων. Οι κυβερνητικοί επαίρονται για την διατήρηση της δημογραφικής υπεροχής. Δεν κατανοούν όμως ότι η δυσφορία των πολιτών είναι πολύ πιο σημαντική. Όταν οι πολίτες χάνουν την εμπιστοσύνη στις πολιτικές της κυβέρνησης σταματούν να συμμορφώνονται με τα μέτρα.
Άλλοι παράγοντες που βοηθούν στη συμμόρφωση έχουν αναδειχθεί σε προηγούμενες επιδημίες. Οι πλούσιοι και οι μορφωμένοι συμμορφώνονται αρχικά περισσότερο. Τους το επιτρέπουν τα προνόμια. Οι δουλειές τους μπορούν να γίνονται από τα σπίτια τους που είναι ευρύχωρα. Έχουν την οικονομική δυνατότητα να παραγγέλνουν το φαγητό και ό,τι άλλο βοηθάει στον εγκλεισμό. Αλλά καθώς η πανδημία συνεχίστηκε, τα προνόμια άρχισαν να οδηγούν σε παραβατικότητα. Τα χρήματα δίνουν ευκαιρίες: εξοχικό, διακοπές, αποδράσεις αργά το βράδυ, συναντήσεις με φίλους και τραπέζια «που εμάς τους έξυπνους και λογικούς» δεν μας πειράζουν. Από την άλλη, τα φτωχόσπιτα με πολλούς κατοίκους βοηθούν στη μετάδοση.
Όταν η κυβέρνηση ανάγκασε χιλιάδες εργαζόμενους να επιστρέψουν στις δουλειές υπήρξε μεγάλη αύξηση στη χρήση των μεταφορικών μέσων. Αλλά τα λίγα λεωφορεία, που βρίσκονται σε κακή κατάσταση, γεμίζουν ασφυκτικά αποτελώντας βασικό χώρο μετάδοσης της ασθένειας. Η κυβέρνηση άνοιξε τα σχολεία, τα έκλεισε και τα ξανάνοιξε χωρίς καμία πρόβλεψη για περισσότερους δάσκαλους, για συνεχή έλεγχο μαθητών και καθηγητών και τάξεις με τον υγειονομικά επιτρεπόμενο αριθμό μαθητών.
Η κυβέρνηση απέτυχε να προμηθευθεί τα απαραίτητα εφόδια για τεστ στις γειτονιές, τα γηροκομεία και τα εργοστάσια, τον καλύτερο τρόπο για την προληπτική ιχνηλάτηση των μολύνσεων. Η κυβέρνηση είχε έξι μήνες να προετοιμάσει τα νοσοκομεία για μια πιθανή νέα έξαρση της επιδημίας και τώρα μας απειλεί για επανάληψη του Μπέργκαμο.
Πως σταθμίζεται η υγεία με την οικονομία;
Καθώς μπαίνουμε σε νέο κύκλο μέτρων υπάρχει ελπίδα να ξαναγυρίσουμε στην εμπιστοσύνη και τη συμμόρφωση που είχαμε πριν από σχεδόν ένα χρόνο; Δυστυχώς, η απάντηση είναι όχι. Καθώς οι λοιμώξεις, οι θάνατοι και οι διασωληνώσεις αυξάνονται η κυβέρνηση δίνει σήματα χαλάρωσης. Από τη μια, οι επιδημιολόγοι προειδοποιούν για τον αυξημένο κίνδυνο από την άλλη ο κ. Μητσοτάκης υπόσχεται το τέλος των μέτρων και το άνοιγμα του τουρισμού. Όπως προειδοποιούν οι Βρετανικές έρευνες, ακόμη και οι μικρές χαλαρώσεις οδηγούν τα μέτρα (και την κυβέρνηση) σε ανυποληψία.
Πως θα γίνει η στάθμιση της δημόσιας υγείας την στιγμή που η επιδημία εξαπλώνεται και του ανοίγματος της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας που προαναγγέλλει η κυβέρνηση; Ο γνωστός μας Σόιμπλε δήλωσε ότι «δεν είναι απόλυτο» ότι η διάσωση της ανθρώπινης ζωής έχει προτεραιότητα έναντι της οικονομίας. Ο αντικυβερνήτης του Τέξας Νταν Πάτρικ ήταν πιο σαφής.
Οι ηλικιωμένοι θα όφειλαν να προθυμοποιηθούν να πεθάνουν προκειμένου να σώσουν την οικονομία για τους νεότερους. Στη Βρετανία, ο συντηρητικός «Telegraph» έγραψε ότι «ο COVID-19 μπορεί να αποδειχθεί ευεργετικός καθώς εξολοθρεύει δυσανάλογα τα γηραιότερα εξαρτημένα άτομα». Για τους Sunday Times «ο υπερβολικός φόβος της αρρώστιας και του θανάτου έχει αδρανοποιήσει το έθνος και διαβρώνει την εργασιακή ηθική μιας γενιάς». Σε πρόσφατα τηλεοπτική συζήτηση, ο Τζόναθαν Σάμπτιον, συνταξιούχος δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βρετανίας, συμφώνησε λέγοντας ότι τα περιοριστικά μέτρα της πανδημίας τιμωρούν δυσανάλογα πολλούς «δήθεν για το κοινό καλό». Αλλά «δεν έχουν όλες οι ζωές την ίδια αξία».
Η ζωή μιας γυναίκας με καρκίνο είναι «λιγότερο πολύτιμη» από τις ζωές των παιδιών και των εγγονών του. Η «υστερική» αντιμετώπιση της πανδημίας με επείγουσα νομοθέτηση άχρηστων περιοριστικών μέτρων μπορεί να είναι χειρότερη από την αρρώστια.
Πως θα ζυγίσει η κυβέρνηση την ζωή απέναντι στον καπιταλισμό; Ο δικαστής υποστήριξε ότι η ιδέα των «ποιοτικά προσαρμοσμένων προσδόκιμων χρόνων» (quality-adjusted life-years ή QALYs) της ιατρικής ηθικής πρέπει να γενικευθεί. Υπάρχουν επίσης τα «προσαρμοσμένα στην αναπηρία προσδόκιμα χρόνια» (disability-adjusted life-years ή DALYs) που συγκρίνουν χρόνια που χάθηκαν από την αναπηρία με αυτά κάποιου με «ιδανική» υγεία. Τα QALYs μετρούν χρόνια με τέλεια υγεία που κερδήθηκαν, τα DALYs χρόνια με τέλεια υγεία που χάθηκαν.
Όπως ξέρουμε γιατροί αναγκάζονται να χρησιμοποιούν τέτοια κριτήρια για να αποφασίσουν ποιόν θα θεραπεύσουν όταν δεν υπάρχουν αρκετές ΜΕΘ ή άλλα αναγκαία για όλους τους ασθενείς. Η πολιτεία της Ουάσιγκτον το γενικεύει συνιστώντας την παροχή περιορισμένων πόρων μόνο σε νεότερους, υγιείς ανθρώπους. Η Αλαμπάμα έχει διευκρινίσει ότι τα άτομα με διανοητική αναπηρία δεν «είναι πιθανοί υποψήφιοι για την χρήση αναπνευστήρα». Έγιναν αυτά στο Μπέργκαμο τώρα φαίνεται να έρχονται και σε μας.
Κατά τον δικαστή μια τέτοια στάθμιση πρέπει να γενικευθεί και να αποφασίσει ποια θα είναι περιοριστικά μέτρα της πανδημίας, μια και πρέπει να πάρει υπ᾽ όψη της ότι δεν είναι όλες οι ζωές ίδιες. Λοιμώξεις και θάνατοι στη μια μεριά της πλάστιγγας, οικονομικές απώλειες στην άλλη. Αν η ποιοτική προσδόκιμη ζωή είναι μικρή πρέπει να θυσιαστεί. Ο δικαστής είχε την παρρησία ή αναίδεια να πει αυτό που κάνουν οι κυβερνήσεις χωρίς να το αναγνωρίζουν.
Τώρα η ζυγαριά φαίνεται να έρχεται κι εδώ. Τέτοιου είδους μέτρα δείχνουν ότι ο κοινωνικός και οικονομικός Δαρβινισμός κάνουν την επιβίωση υπόθεση των εργαζόμενων για την οποία ελάχιστα ευθύνεται το κράτος. Έτσι αναπτύσσεται μια σύγχρονη μορφή «ευγονικής που ντρέπεται να πει το όνομά της». Η θυσία αίματος στον καπιταλισμό είναι η αποθέωση της καπιταλιστικής βιοπολιτικής: ο κυρίαρχος αποφασίζει ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει ακολουθώντας τις υποδείξεις του κεφαλαίου.
Αν υιοθετήσει τέτοια μέτρα η κυβέρνηση θα ήταν τίμιο όταν ανακοινώνει νέα χαλάρωση των μέτρων να μας ενημερώνει επίσης πόσοι άνθρωποι θα αρρωστήσουν και πεθάνουν ως αποτέλεσμα.
Πηγή: tvxs