Απαιτούνται γενναίες αποφάσεις τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τονίζει μεταξύ άλλων ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στο άρθρο του που δημοσιεύεται στην έκδοση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, με τίτλο «Trade With Greece 2021».
Ακολουθεί το άρθρο του Αλέξη Τσίπρα, αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης στον ετήσιο οδηγό για την οικονομία, του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, με τίτλο «Trade With Greece 2021»:
Η πανδημία είναι ο καταλύτης που έχει αναδείξει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο τις παράλληλες – πολλαπλές κρίσεις που βιώνουμε. Η κλιματική κρίση, οι προκλήσεις της ψηφιακής μετάβασης, η κατάσταση της οικονομίας, οι διευρυμένες κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες, η κρίση της δημοκρατίας και οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις συνθέτουν το σκηνικό της δεκαετίας που έρχεται. Η σκέψη μας και η δράση μας πρέπει λοιπόν να απαντά σε αυτές τις προκλήσεις. Εδραιωμένες αντιλήψεις δεκαετιών πρέπει να αναθεωρηθούν.
Οι επιπτώσεις της πανδημίας στην ευρωπαϊκή και ελληνική οικονομία είναι εξαιρετικά σοβαρές. Απαιτούνται λοιπόν γενναίες αποφάσεις τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο:
Απαιτείται καταρχήν η ριζική αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και η μετατροπή του σε Σύμφωνο Σύγκλισης και Βιώσιμης Ανάπτυξης. Η ρήτρα διαφυγής από τους ισχύοντες δημοσιονομικούς κανόνες πρέπει να διατηρηθεί τουλάχιστον για το 2022 και να μην αρθεί ούτε το 2023 αν δεν συντρέχουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις (σε σχέση με το ΑΕΠ κάθε χώρας, το ποσοστό ανεργίας κλπ). Αυτό θα επιτρέψει στις εθνικές οικονομίες να συνεχίζουν να στηρίζουν επιχειρήσεις και νοικοκυριά για όσο χρειάζεται.
Επιπλέον πρέπει να προωθήσουμε μια μόνιμη ενίσχυση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού στη λογική του μηχανισμού του Ταμείου Ανάκαμψης, δηλαδή ανάληψη χρέους από την Ε. Επιτροπή, διάθεση των πόρων αυτών για επενδύσεις και αποπληρωμή του χρέους από νέες πηγές εσόδων της Ε.Ε.
Η συζήτηση στην Ευρώπη έχει ξεκινήσει.
Σε εθνικό επίπεδο:
Η ελληνική οικονομία χρειάζεται αλλαγές και ρήξεις που θα απελευθερώσουν παραγωγικές δυνάμεις. Η ανάπτυξη να στηριχθεί στο καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό, στην ευελιξία της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, στην ενίσχυση της καινοτομίας και της έρευνας, στη στροφή στην παραγωγική – μεταποιητική δραστηριότητα υψηλής προστιθέμενης αξίας, στις προοπτικές που ανοίγονται από την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, στην αξιοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, στην ενίσχυση της τοπικότητας, στις θεσμικές τομές σε χωρικό σχεδιασμό, φορολογικό σύστημα και δημόσια διοίκηση.
Στο πλαίσιο αυτό προτεραιότητα αποτελούν δράσεις όπως:
– Επιδότηση νέων θέσεων εργασίας δεκάδων χιλιάδων νέων επιστημόνων στον ιδιωτικό τομέα,
– Χρηματοδότηση της τεχνολογικής και ψηφιακής αναβάθμισης ΜμΕ,
– Σύνδεση έρευνας και καινοτομίας με το επιχειρείν στη λογική των προγραμμάτων που υλοποιήσαμε επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ
– Συντονισμός των χρηματοδοτικών εργαλείων, αλλά και των φορολογικών και άλλων κινήτρων ώστε να ενισχυθούν από το κράτος παραγωγικές ιδιωτικές επενδύσεις σε τομείς υψηλής προστιθέμενης αξίας ιδίως στον τομέα της μεταποίησης, της βιομηχανίας και των νέων τεχνολογιών
– Μετασχηματισμός του κράτους με μια λογική ριζικής ανανέωσης και αναβάθμισης της ικανότητάς να ασκεί ρυθμιστικό στρατηγικό ρόλο ως οδηγός αναπτυξιακής διαδικασίας
– Ουσιαστική απλοποίηση και ψηφιοποίηση διοικητικών και αδειοδοτικών διαδικασιών για την αναβάθμιση δημόσιων υπηρεσιών
– Ολοκλήρωση του χωρικού και χωροταξικού σχεδιασμού του κτηματολογίου και των δασικών χαρτών για την προώθηση επενδύσεων με ασφάλεια δικαίου.
– Προώθηση της συμμετοχής νοικοκυριών και ΜμΕ στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ μέσω χρηματοδοτικών εργαλείων και θεσμικών διευκολύνσεων
Αυτά αφορούν την επόμενη φάση της ανάκαμψης. Πριν από αυτό όμως χρειάζεται να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα από τον περιορισμό της οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας της πανδημίας.
Να ενισχυθούν τα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων, εργαζομένων και νοικοκυριών και να διατηρηθούν μέχρι την πλήρη ομαλοποίηση της οικονομικής δραστηριότητας.
Προτεραιότητα να δοθεί στην δημόσια επιδότηση της εργασίας για αρκετό ακόμα διάστημα προκειμένου να μην εκτοξευτεί η ανεργία, αλλά και για λόγους στήριξης και επιβίωσης των επιχειρήσεων που καλούνται να διατηρήσουν τα επίπεδα απασχόλησης σε συνθήκες μείωσης του τζίρου τους.
Να αυξηθούν και να διατηρηθούν τα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας. Τα προγράμματα μη επιστρεπτέας ενίσχυσης που πρέπει να στοχεύουν στο σύνολο των πληττόμενων ΜμΕ.
Αν δεν αντιμετωπιστεί το ζήτημα του ιδιωτικού χρέους που συσσωρεύεται στην πανδημία, θα υπονομευθεί η προοπτική ανάκαμψης. Να υπάρξει ρύθμιση αυτού του χρέους στη λογική του πλαισίου που νομοθετήθηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με επιμήκυνση πληρωμών, διαγραφή προσαυξήσεων, διαγραφή ακόμα και μεγάλου μέρους κεφαλαίου. Το χρέος που ρυθμίζεται με αυτόν τον τρόπο αφορά το δημόσιο.
Οι τράπεζες να εξετάσουν διάφορες λύσεις, όπως πάγωμα υποχρεώσεων και επιμηκύνσεις. Το κράτος μέσω της Αναπτυξιακής Τράπεζας, θα πρέπει να αναλάβει μεγαλύτερο μέρος του ρίσκου δανειοδότησης των τραπεζών (πχ με αύξηση του ποσοστού δημόσιας εγγύησης), ώστε να εξασφαλίσει καλύτερους όρους δανεισμού για μεγαλύτερο εύρος ωφελούμενων επιχειρήσεων.
Παράλληλα πρέπει να υλοποιηθούν άμεσα δημόσιες επενδύσεις σε Υγεία, Παιδεία, Πρόνοια που έχουν θετική επίπτωση στο ΑΕΠ και δημιουργούν κοινωνικό και οικονομικό κεφάλαιο που θα ωφελήσει μεσομακροπρόθεσμα την οικονομία και την κοινωνία.
Προφανώς το παραγωγικό μοντέλο πρέπει να αλλάξει στην κατεύθυνση που προτείνεται παραπάνω. Ωστόσο αυτή η διαδικασία απαιτεί χρόνο, προετοιμασία και επιμονή. Και το κυριότερο προϋποθέτει στήριξη κατά τη φάση της μετάβασης ώστε αυτή να είναι κοινωνικά δίκαιη. Η αλλαγή πρέπει να συντελεστεί σταδιακά δίνοντας χρόνο και ευκαιρίες ώστε να προσαρμοστούν οι υπάρχουσες επιχειρήσεις και οι εργαζόμενοι και να εισέλθουν βαθμιαία στην αναπτυξιακή διαδικασία νέοι δυναμικοί οικονομικοί φορείς. Η παραγωγική ανασυγκρότηση δεν μπορεί να συντελεστεί με δίκαιο τρόπο σε συνθήκες ακραίας ύφεσης και καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων όπως άλλωστε έχουν δείξει οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές στην πρόσφατη ιστορία της χώρας μας τη δεκαετία της οικονομικής κρίσης.