Στις 12 Μαΐου 2011 οι ναζιστές της Χρυσής Αυγής εξαπέλυσαν ένα πρωτοφανές πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας χτυπώντας και μαχαιρώνοντας όποιον μετανάστη βρέθηκε στο δρόμο τους.
Ήταν από τα πιο τρομακτικά γεγονότα ρατσιστικού μίσους που συνέβησαν στη χώρα, την περίοδο που ο αρχηγός της Χρυσςή Αυγής ήτανστο δημοτικό συμβούλιο της Αθήνας και δοκίμαζε τα όρια του κρατικού μηχανισμού για να αναδειχθεί ως «δύναμη του δρόμου» που θα προκαλούσε τρόμο στο πέρασμά της και θα κέρδιζε μαζική υποστήριξη υπό τον μανδύα των «αγανακτισμένων πολιτών».
Τα γεγονότα ακολούθησαν τη δολοφονία του Μανώλη Κάνταρη από αλλοδαπούς στην οδό Ηπείρου στις 10/05/2011 και οι επιθέσεις στο σωρό είχαν ήδη ξεκινήσει από τις 10 Μαΐου.
H φημολογούμενη πληροφορία ότι υπεύθυνοι για τη δολοφονία είναι “σκουρόχρωμοι μετανάστες” γίνεται σημαία ακροδεξιών οργανώσεων, με πρώτη τη Χρυσή Αυγή, που αξιοποιεί την ευκαιρία να εξαπολύσει τάγματα εφόδου τα οποία για τέσσερις μέρες εφορμούν από το σημείο της δολοφονίας, υπό την ιδιότητα των “αγανακτισμένων πολιτών”, ξυλοκοπούν και μαχαιρώνουν αδιακρίτως κάθε σκουρόχρωμο μετανάστη, κάνοντας πράξη τη ναζιστική αρχή της συλλογικής ευθύνης.
Το πογκρόμ εξαπολύθηκε με την ανοχή της αστυνομίας που σε πολλά από τα περιστατικά που ακολούθησαν ήταν παρούσα και σε άλλες περιπτώσεις δεν διερεύνησε καταγγελίες μεταναστών για ξυλοδαρμό και επιθέσεις.
Στοιχεία για εκείνη την περίοδο αλλά και για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας από την ΕΛ.ΑΣ. δημοσιεύτηκε σήμερα από την HumanRights360. Η μελέτη αξιοποίησε τις σχετικές υποθέσεις που υπάρχουν στη δικογραφία της Χρυσής Αυγής και επιμελήθηκε από τον δικηγόρο Πολιτικής Αγωγής, Θανάση Καμπαγιάννη.
Το βράδυ της 10ης προς 11η Μαΐου δολοφονείται ένας μετανάστης από το Μπαγκλαντές.
Ο Αλίμ Αμπντούλ Μάναν, δέχεται επίθεση με τέσσερις μαχαιριές από δύο άτομα που επέβαιναν σε μηχανή.
Ο 21χρονος διακομίσθηκε σε νοσοκομείο, όπου και διαπιστώθηκε ο θάνατός του. Όπως δήλωσε αυτόπτης μάρτυρας, οι δράστες φώναζαν: “Όσους βρούμε σήμερα, θα σας σφάξουμε”.
Την εξιχνίαση της δολοφονίας του 21χρονου μετανάστη ζήτησε η μπαγκλαντεσιανή κοινότητα της Αθήνας.
«Ο Αλίμ Αμπντούλ Μάναν ήταν μόνο 21 ετών. Ένα πολύ καλό παιδί. Τι έφταιγε; Πήγαινε σπίτι του και τον σκότωσαν», δήλωσε ο γραμματέας της Ενωσης Μπαγκλαντεσιανών Επιχειρηματιών στην Ελλάδα, Τζαχίρ Ντάκουα (τραγική σύμπτωση το γεγονός ότι δύο χρόνια μετά ο Τζαχίρ Ντάκουα έπεσε ο ίδιος θύμα ρατσιστικής δολοφονικής επίθεσης).
Η συγκέντρωση των φασιστών της Χρυσής Αυγής, μαζί με ακροδεξιούς και παραθρησκευτικές οργανώσεις γίνεται μέρα μεσημέρι στο σημείο δολοφονίας του Κάνταρη, και εκεί πρωτοστατούν και διευθύνουν οι Ηλίας Κασιδιάρης και Ηλίας Παναγιώταρος.
Από τα μεγάφωνα που έχουν φέρει οι χρυσαυγίτες ο Κασιδιάρης φωνάζει τα συνθήματα της πορείας: “Δουλειά στον Έλληνα εργάτη”, “Αλήτες προδότες πολιτικοί”, “Έξω οι ξένοι απ’ την Ελλάδα”. Τίποτα το αυθόρμητο δεν υπάρχει στη βαρβαρότητα που ακολουθεί.
Μόλις η πορεία φτάνει στο Δημαρχείο, επικρατεί αναβρασμός καθώς τα μέλη της οργάνωσης και άλλα ακροδεξιά στοιχεία ξεχύνονται στην οδό Αθηνάς και γύρω από τη Βαρβάκειο αγορά και ξυλοκοπούν βάναυσα όποιον σκουρόχρωμο αλλοδαπό βρίσκουν μπροστά τους.
Τα θύματα ήταν δεκάδες, στην πλειονότητά τους μαχαιρωμένα και χτυπημένα στο κεφάλι, με πολλά από αυτά να διακομίζονται στην Πολυκλινική στην Ομόνοια και, μέσω ΕΚΑΒ, στο νοσοκομείο «Γ. Γεννηματάς».
Για το πογκρόμ και τις επιθέσεις κατά μεταναστών, συνέντευξη τύπου δόθηκε από την Πακιστανική Κοινότητα και την ΚΕΕΡΦΑ την Παρασκευή 13/05/2011.
Οι μαρτυρίες των θυμάτων
Εκεί περιγράφονται τα εξής: Οι φασίστες προχώρησαν ανενόχλητοι σε σπασίματα μαγαζιών, σε επιθέσεις κατά δεκάδων μεταναστών στην Ομόνοια, στην Γ’ Σεπτεμβρίου, στην Αχαρνών, στους δρόμους γύρω και πίσω από το Δημαρχείο της Αθήνας.
Χτύπησαν ακόμη και μετανάστες που βρίσκονταν στην ουρά περιμένοντας να πάρουν το συσσίτιο του Ιδρύματος Αστέγων του Δήμου Αθηναίων.
Από τη δολοφονική αυτή επιδρομή δεν γλίτωσαν ούτε επιβάτες των λεωφορείων που τους κατέβασαν λιντσάροντάς τους αλλά ακόμα και ποδηλάτες και γυναίκες με παιδιά στην αγκαλιά και σε καρότσια.
«6 παρά δέκα βγήκα από το σπίτι μου στην οδό Γ’ Σεπτεμβρίου για να πάω στη δουλειά», περιέγραψε ο 50χρονος Ρεάζ από το Πακιστάν που ζει 11 χρόνια στην Ελλάδα, στη συνέντευξη τύπου.
«Είδα κόσμο μου φάνηκε σαν πορεία. Ξαφνικά πέντε άτομα με μαύρες κουκούλες ήρθαν κατά πάνω μου και αρχίσανε να με χτυπάνε. Έπεσα κάτω και μετά με χτύπαγαν με ξύλα και με κλωτσιές, στην πλάτη, στο χέρι στο πρόσωπο. Κατάφερα και γλίτωσα και άρχισα να τρέχω προς το σπίτι μου. Με ακολούθησαν μέχρι το σπίτι. Και άρχισαν να χτυπάνε την πόρτα».
«Ήμουν με το μηχανάκι μου στην Ιουλιανού για να φτάσω στο σταθμό Λαρίσης όπου μένω», περιγράφει ο Ραούφ Μαλίκ, μετανάστης από το Πακιστάν, κούριερ, που ζει 16 χρόνια στην Ελλάδα.
«Έστριψα στην οδό Φερών. Εκεί ήταν μαζεμένα 40-50 άτομα νέα σαν φοιτητές. Μόλις πήγα να περάσω με ρωτάνε από πού είσαι; Λέω Πακιστάν και μόλις το είπα άρχισαν να με πλακώνουν με κλωτσιές και μπουνιές. Έλεγαν «θα σε σκοτώσουμε γιατί εσείς σκοτώσατε το 44χρονο».
Ευτυχώς που φορούσα κράνος. Ένας Έλληνας που πήγε να με σώσει έφαγε και αυτός κλωτσιές και μου φώναζε τρέχα. Άφησα το μηχανάκι και έτρεξα προς την Ιουλιανού που ήταν μαζεμένοι αστυνομικοί για να ζητήσω βοήθεια. Μου είπαν φύγε δεν μπορώ να σου κάνω τίποτα. Έτρεξα προς οδό Αριστοτέλους και ευτυχώς βρήκα ένα σπίτι πακιστανών».
Ο Ιφτιχάρ Μαλίκ, ιδιοκτήτης μαγαζιού από το Πακιστάν, είπε: «40-50 άτομα με σωλήνες και ρόπαλα στα χέρια σπάσανε τα τζάμια σε 10 μαγαζιά στη Σοφοκλέους. 4-5 κινέζοι ιδιοκτήτες των μαγαζιών πήγαν στο νοσοκομείο από χτυπήματα στο κεφάλι. Χτυπήσανε πολλά παιδιά που ήταν στο δρόμο. Η αστυνομία ήταν μπροστά και πίσω ήταν αυτοί που χτυπούσαν. Τα είδαν όλα όσα έγιναν και δεν έκαναν τίποτα».
Η διεθνής οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων Human Rights Watch, που κυκλοφορεί σήμερα την έκθεση για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας από τις αστυνομικές αρχές την περίοδο 2008 – 2013, είχε από τότε συγκεντρώσει μαρτυρίες θυμάτων.
Αν και η έκθεση είχε κοινοποιηθεί στις ελληνικές αρχές κατέληγε στο συμπέρασμα απ’ ό,τι φαίνεται ουδέποτε απαγγέλθηκαν κατηγορίες σε κάποιο άτομο σε σχέση με τα βίαια επεισόδια του Μαϊου του 2011”.
Χρειάστηκε να υπάρξουν οι δολοφονίες του Σαχζάτ Λουκμάν και του Παύλου Φύσσα προκειμένου η εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής να γίνει αντικείμενο δικαστικής έρευνας, και τελικά δέκα χρόνια από το πογκρόμ στο κέντρο της Αθήνας, τα πρωτοπαλίκαρα της ναζιστικής οργάνωσης να καταδικαστούν για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης, και να βρεθούν (τα περισσότερα) πίσω από τα σίδερα.