Έπρεπε να περάσουν 17 ολόκληρα χρόνια – 15 χρόνια ερευνών και 2 από την απόφαση – για να υπάρξει η καθαρογραφή της από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών.
Μιλάμε για την υπόθεση της χρηματοδότησης Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ από τη SIEMENS με πλήρη υιοθέτηση των ισχυρισμών του Θόδωρου Τσουκάτου, ότι το 1 εκατομμύριο μάρκα από τη Siemens κατέληξε στα κομματικά ταμεία και πως “η ίδια εταιρεία χρηματοδοτούσε σταθερά, συστηματικά και διαχρονικά αυτά τα δύο πολιτικά κόμματα εξουσίας στην Ελλάδα”.
Σε 3.997 αριθμούνται οι σελίδες της καθαρογραμμένης απόφασης για τη SIEMENS που αφορά το 1 εκ. μάρκα το οποίο κατέληξε στα μαύρα ταμεία του ΠΑΣΟΚ και αποτελεί ουσιαστικά ένα αφήγημα διαφθοράς της μεταπολιτευτικής ιστορίας, με το δικαστήριο να περιγράφει ξεκάθαρα ότι το ΠΑΣΟΚ αποτελούσε τον τελικό αποδέκτη του χρηματικού αυτού ποσού.
Σημειώνεται ότι το δικαστήριο απάλλαξε τον Θεόδωρο Τσουκάτο και άλλους δώδεκα κατηγορούμενους για το συγκεκριμένο τμήμα της υπόθεσης καθώς, όπως σημειώνεται, «δεν εμπλέκονται στη δωροδοκία άγνωστων υπαλλήλων του Οργανισμού από τη Siemens, δεδομένου ότι η μεσολάβησή τους, μέσω τραπεζικών λογαριασμών, δικαιούχοι των οποίων ήταν, εξαντλούνταν στη διακίνηση του ποσού των ενός εκατομμυρίου μάρκων Γερμανίας από τη Siemens προς το ΠΑΣΟΚ».
Με αφορμή την απόφαση του Εφετείου, ο Δημήτρης Παπαγγελόπουλος, σχολίασε την απόφαση του δικαστηρίου: «Πριν από 15 χρόνια ως προϊστάμενος της Εισαγγελίας έδωσα εντολή να ερευνηθεί το σκάνδαλο της Siemens. Σήμερα στην ιστορική απόφαση του Εφετείου αναφέρεται ότι η Siemens σταθερά, συστηματικά και διαχρονικά χρηματοδοτούσε παράνομα στην Ελλάδα τα τότε κόμματα εξουσίας», αναφέρει στη δήλωσή του ο κ. Παπαγγελόπουλος, συνεχίζοντας: «Προτείνω στους πολιτικούς μου διώκτες να ξεπλύνουν και το σκάνδαλο της Siemens ως σκευωρία μου, όπως ακριβώς επιχειρούν στο σκάνδαλο της Novartis και να με εκδικηθούν για άλλη μια φορά».
Τον Φεβρουάριο του 2019 ο Τσουκάτος μίλησε για συνήθη πρακτική ιδιωτικής χρηματοδότησης και έδωσε το παράδειγμα πως την εκλογική χρονιά του 2000 το ΠΑΣΟΚ πήρε ιδιωτική χρηματοδότηση περί τα 16 δις δραχμές. Ανάλογα ποσά όπως είπε, διατέθηκαν και στα άλλα κόμματα. Με αφορμή αυτή την δήλωση, η τότε εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου, διέταξε προκαταρκτική εξέταση.
Κατά την απολογία του, ο Θεόδωρος Τσουκάτος έβαλε κατά του κόμματός του, υποστηρίζοντας, ότι δεν τον στήριξε. «Με πέταξαν στα σκυλιά» ήταν η φράση που χρησιμοποίησε, ενώ μίλησε για την ιδιωτική χρηματοδότηση των κομμάτων που αποτελούσε, όπως είπε -και αποτελεί- παγία πρακτική.
Φανερά συγκινημένος και οργισμένος, πολλές φορές, ζήτησε στην απολογία του συγγνώμη από τη Δικαιοσύνη, τους πολίτες που εμπιστεύθηκαν το ΠΑΣΟΚ, συγγνώμη από τους ανθρώπους που ενεπλάκησαν μαζί του στην υπόθεση αλλά όχι από τον πολιτικό φορέα στον οποίο ανήκε.
«Δεν ζητώ συγγνώμη από την ηγεσία του κόμματός μου, που με εγκατέλειψε και με έκανε αποδιοπομπαίο τράγο, σάκο του μποξ για τα άλλα κόμματα, και στόχο της τρομοκρατίας. Απαιτώ να μου ζητήσει συγγνώμη γιατί δεν είπε την αλήθεια», ήταν μία αποστροφή της απολογίας του, ενώ αντέκρουσε το κατηγορητήριο, το οποίο αναφέρει πως τα χρήματα τα πήρε από τη Siemens για να δωροδοκήσει υπαλλήλους του ΟΤΕ, προκειμένου η γερμανική εταιρεία να προωθήσει τα συμφέροντά της στον χώρο των τηλεπικοινωνιών.
«Ημουν άσχετος», υποστήριξε απολογούμενος, «με τη σύμβαση, ήμουν στο κόμμα, δεν είχα σχέση με συμβάσεις. Είναι γνωστό πως ο Χριστοφοράκος και η εταιρεία είχαν σχέση από πολύ παλιά με πανίσχυρα στελέχη του ΟΤΕ, αρμόδιους για το θέμα (χωρίς να θέλω να υπονοήσω τίποτα) και είχε ανάγκη τον άγνωστο σε αυτούς Τσουκάτο για να πάρει 420.000 ευρώ να τα δώσει σε άγνωστους υπαλλήλους; Είναι παράλογο. Απλώς έπρεπε να με εντάξουν στο σκηνικό, για να δικαιολογηθεί πολιτικά αυτή η κατάσταση».
Η απολογία Τσουκάτου, που υπήρξε συγκινησιακά φορτισμένη, έκλεισε με δεκάδες ερωτήσεις από τον πρόεδρο και την εισαγγελέα για την ιδιωτική χρηματοδότηση των κομμάτων, ο ίδιος αναφέρθηκε στον Γολγοθά που έζησε επί μία δεκαετία, ζήτησε να κριθεί από τη Δικαιοσύνη και να «αποκτήσει την ελευθερία του» διότι, όπως είπε, «αισθάνεται αιχμάλωτος».
Λίγες μέρες αργότερα ο Τσουκάτος εκλήθη από την εισαγγελία κατά της διαφθοράς για να καταθέσει ως μάρτυρας και σύμφωνα με πληροφορίες επανέλαβε ότι ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Κώστας Σημίτης, δεν είχε καμία σχέση με τα οικονομικά του κόμματος, ενώ όταν ρωτήθηκε για τις εταιρείες που χορήγησαν προεκλογικά το ΠΑΣΟΚ επανέλαβε ότι υπάρχει κώδικας εχεμύθειας χωρίς να αποκαλύψει τα ονόματα των εταιρειών αυτών.
Ο άλλοτε ισχυρός άνδρας του ΠΑΣΟΚ, φέρεται να υποστήριξε ότι τα χρήματα δόθηκαν για τις προεκλογικές ανάγκες του κόμματος και ειδικότερα για τη χρηματοδότηση ετεροδημοτών, φυλλάδια του κόμματος κ.λπ., ενώ διευκρίνισε ότι από τα 16 δισ. δραχμές που φέρεται να έλαβε το ΠΑΣΟΚ, τα 4,5 ήταν κρατική επιχορήγηση. Τέλος, φέρεται να επέμεινε ότι από το 2008 -όταν άνοιξε η έρευνα για τα μαύρα ταμεία της Siemens- είχε αναφέρει σε εισαγγελικές και ανακριτικές αρχές για τις ιδιωτικές χορηγίες των κομμάτων (όλων των κομμάτων εξουσίας) και τη συνήθη πρακτική που ακολουθείτο, χωρίς ωστόσο να κινηθεί οποιαδήποτε διαδικασία.
Υπενθυμίζεται πως η απόφαση του δικαστηρίου που αφορά τη σύμβαση 8002/1997 για την προμήθεια ψηφιακών κέντρων του ΟΤΕ εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 2019, δηλαδή 3 χρόνια αφότου άρχισε η ακροαματική διαδικασία και 14 χρόνια μετά την έναρξη των πρώτων δικαστικών ερευνών για τα μαύρα ταμεία της Siemens από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων.
Το δικαστήριο προχώρησε στην καταδίκη 22 κατηγορουμένων για την υπόθεση μεταξύ αυτών πρώην στελέχη της Siemens Hellas, όπως οι Μιχάλης Χριστοφοράκος, ο οποίος έχει διαφύγει στη Γερμανία και έχει δικαστεί εκεί, Χρήστος Καραβέλας που δεν έχει εντοπιστεί μετά τη διαφυγή του στο εξωτερικό και στελέχη της μητρικής εταιρείας όπως Μικαέλ Κουτσενρόιτερ, Ραιχαντ Σίκατσεκ και άλλοι. Όσοι καταδικάστηκαν κρίθηκαν ένοχοι για ξέπλυμα μαύρου χρήματος μεταξύ των οποίων και πρώην στελέχη του ΟΤΕ αλλά και τραπεζικά στελέχη όπως ο Φάνης Λυγινός και ο Κλοντ Όσβαλντ που επίσης καταζητείται από τότε που διέφυγε παραβιάζοντας το βραχιολάκι.
Το δικαστήριο, κάνοντας δεκτή την εισαγγελική πρόταση έπαυσε τη δίωξη για δωροδοκία μετά τις τελευταίες νομοθετικές τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα που αφορούν και στο αδίκημα της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα. Αρχικά στο εδώλιο είχαν παραπεμφθεί 64 κατηγορούμενοι ωστόσο στο μεταξύ 10 εξ αυτών απεβίωσαν.