Έστειλα το τελευταίο μήνυμα της πολεμικής περιόδου από το μέτωπο.
Αναχώματα δεν είχα τριγύρω, ούτε βόμβες έπεφταν βροχηδόν επάνω από το κεφάλι μου. Ένα κινητό κρατούσα και έστειλα το SMS δήλωσης μετακίνησης στο πενταψήφιο που συνόδεψε εμένα και πολλά εκατομμύρια συμπολίτες μου στη λαίλαπα των εξήμισι μηνών απαγόρευσης της ελεύθερης κυκλοφορίας. Ενός δηλαδή θεμελιώδους δικαιώματος που έχει κάθε πολίτης.
“Δεν σε θέλω πχια, δεν σε θέλω πχια”.
Ίσως το μοναδικό μέτρο που παρέμεινε σταθερό κατά τη διάρκεια αυτής της σεζόν. Ο μοναδικός παρανομαστής που ένωνε κάθε πολίτη της χώρας, άλλον περισσότερο κι άλλον λιγότερο – ιδίως προς το τέλος – με την υγειονομική κρίση που αντιμετωπίζει ο πλανήτης. Μέτρο “διαπαιδαγώγησης” για μια ατομική ευθύνη που ποτέ δεν καλλιεργήθηκε στη χώρα του νεποτισμού και του βολέματος. Αρκεί να κάνουμε τη δουλειά μας και η ατομική ευθύνη πηγαίνει για Μετακίνηση 6, όχι μόνο διαδημοτικά αλλά και υπερπόντια, περίπατο.
Στο τελευταίο μήνυμα από το μέτωπο μιας πανδημίας που πολλοί αμφιβάλλουν αν θα μας αφήσει, αν θα δαμαστεί κι αν η ανθρωπότητα θα μπορέσει να βρεθεί μισό βήμα μπροστά από τη φυσική επιλογή του ιού να μεταλλάσσεται και να προσαρμόζεται ώστε να επιβιώνει, έγραψα ένα “αντίο”.
Προς ιούς, πενταψήφια και λοιπά ευγενή τερατουργήματα
Δεν επιθυμώ επανιδείν. Έκανα το εμβόλιο, είμαι καλά, το αντίθετο επιθυμώ και δι’ υμάς.
Σου γράφω για να σου ευχηθώ καλή εξαφάνιση. Στα όρη, στ’ άγρια βουνά και στους γκρεμούς να πέσεις. Θέλω πίσω τους ανθρώπους που πήρες από δίπλα μου.
Εντάξει, όχι όλους, μερικούς ψεκασμένους κράτησέ τους κοντά σου. Πολύ κοντά σου. Τόσο που να τους κυριεύσεις και να με γλιτώσεις από την απύθμενη βλακεία τους.
Τους άλλους που μου πήρες βίαια, ξέρω πως δεν είναι δυνατόν να μου τους δώσεις πίσω. Τους θέλω όμως.
Περισσότερο απ’ όλα όμως θέλω το χρόνο που μου ρούφηξες. Που έκλεψες από τη ζωή μου. Το χρόνο που ζούσα μα δεν έζησα. Κάθε νύχτα που ήταν ίδια με την προηγούμενη. Κι ερχόταν ίδια η αυριανή για να στρώσει το δρόμο της επόμενης. Θέλω το χρόνο που έχασα για να δημιουργήσω τις σχέσεις που μου κλήρωνε η ηλικία μου. Πόσες θα ‘ναι άλλωστε κι αυτές. Πόσες ημέρες περνούσαν δίχως ανθρώπινη επαφή. Αμέτρητες. Και πόσα όνειρα κι επιθυμίες απραγματοποίητα μπήκαν βαθύτερα στον πάγο παρέα με την αβεβαιότητα που αφειδώς παρέτεινες.
Θέλω να σε ξεχάσω. Μα δεν μπορώ. Ούτε και θα μπορέσω. Κι όμως ενάμιση χρόνο τώρα, ξέχασα πολλά. Κυρίως να εμπιστεύομαι και να ζω την ανεμελιά της κανονικότητας. Ένα θέατρο, μια μπύρα στην παραλία και ένα χαμόγελο ορατό, δίχως μάσκα.
Να σου πω κάτι; Δεν σε θέλω πχια. Δεν σε θέλω. Ποτέ δεν σε θέλησα.
Το χρόνο που έκλεψες δεν θα τον πάρω πίσω.
Άσε με να προλάβω το αύριο. Άσε με να ελπίσω.
Μετά την κατάπαυση του πυρός θέλω να προλάβω να ζήσω.
Δεν επιθυμώ επανιδείν.
Μόνο αντίο.