Το ταξίδι του Νίκου Δένδια στο Ισραήλ και οι συναντήσεις του με τον ισραηλινό ομόλογο του και τον Πρωθυπουργό της Παλαιστινιακής Αρχής, είναι άλλη μια επικοινωνιακή κίνηση του ίδιου ή της κυβέρνησης ή είχε ως στόχο να μεταφέρει προτάσεις και καλές υπηρεσίες για την εκτόνωση της κλιμακούμενης έντασης και βίας στο Ισραήλ;
Κανείς πέραν του ιδίου και τον συνομιλητών του δεν γνωρίζει τι πραγματικά διημείφθη πίσω από τις κλειστές πόρτες. Αυτό που μπορούμε να αναγνώσουμε και να αναλύσουμε ως παρατηρητές είναι οι συναντήσεις, οι δηλώσεις και το ρεπορτάζ της επίσκεψης.
Η σπουδή της Δημόσιας τηλεόρασης να επαναλαμβάνει συνεχώς στις συνδέσεις της από την Ιερουσαλήμ, ότι ήταν σημαντική επίσκεψη, για να μην επαναληφθεί το αποτέλεσμα της απουσίας της Ελλάδας από τα τεκταινόμενα σε Συρία και Λιβύη, υποδηλώνει μεταξύ άλλων, τον φόβο του Υπουργείου Εξωτερικών να μην επαναλάβει την πολιτική αδράνειας όπως το 2011 και το 2013 με την Αραβική Άνοιξη.
Πέρα από φόβο όμως αυτές οι διαρροές, υποδηλώνουν και την ανασφάλεια που μάλλον διακατέχει τόσο το Μαξίμου όσο και την Βασιλίσσης Σοφίας.
Σε λιγότερο από δυο χρόνια διακυβέρνησης της ΝΔ τα αποτελέσματα ήταν τραγικά, καθώς είχαμε την αποτυχημένη προσπάθεια «διείσδυσης» της Κυβέρνησης Μητσοτάκη στις δράσεις για την Λιβύη, την υπογραφή του Τουρκο-Λιβυκού συμφώνου, την απέλαση του Λίβυου Πρέσβη που αργότερα έγινε μεταβατικός Πρόεδρος της χώρας του και την σπασμωδική κίνηση της υποδοχής του Haftar στην Ελλάδα μετά βαΐων και κλάδων, που τελικά αποδείχτηκε ο αδύναμος κρίκος στην λιβυκή κρίση.
Σαν να μην έφτανε αυτό, στις δυο επισκέψεις του ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο Ισραήλ, δεν έκανε καμιά αναφορά στο Παλαιστινιακό, σπάζοντας μια παράδοση χρόνων που τηρούσαν απαρέγκλιτα όλοι οι Έλληνες ηγέτες που επισκέπτονταν το Ισραήλ κάνοντας αναφορά στο Παλαιστινιακό.
Η ενεργητική πολιτική που ευαγγελίζεται η κυβέρνηση, αναλώνεται όπως όλα δείχνουν, περισσότερο σε άσκοπες, εκ του αποτελέσματος, διαδρομές, χωρίς προγραμματισμό και ουσία, μια τελείως εικονική εξωτερική πολιτική.
Όλες οι πληροφορίες από την Ιερουσαλήμ και την Ραμάλα συγκλίνουν στο ότι ο Νίκος Δένδιας πήγε εκεί για να ενημερωθεί. Κάτι βέβαια που θα μπορούσε να το κάνει και τηλεφωνικά, όπως το έπραξαν ο Αμερικανός Blinken, ο Ιταλός Di Maio, ο Γερμανός Maas, ο Γάλλος Le Drιan και τόσοι άλλοι που έχουν ιδιαίτερο ειδικό βάρος στην περιοχή και μπορούν να πιέσουν φέρνοντας αποτελέσματα.
Θα είχε νόημα αυτή η επίσκεψη να γινόταν για την μεταφορά μιας πρότασης ή ενός μηνύματος προς Ισραηλινούς και Παλαιστίνιους σε μια προσπάθεια αποκλιμάκωσης. Κάτι τέτοιο όμως δεν βγαίνει ως συμπέρασμα ούτε από τις δηλώσεις ούτε από το ρεπορτάζ.
Θα είχε νόημα και θα ήταν μεγάλη και ουσιαστική παρέμβαση στο να μεταφέρει η ελληνική αποστολή, ανθρωπιστική βοήθεια στους πληγέντες ή μια πρόσκληση για τα παιδιά τραυματίες να νοσηλευτούν στην Ελλάδα, ανοίγοντας έτσι μια πόρτα προς τους ξεχασμένους από την κυβέρνηση Μητσοτάκη Παλαιστίνιους.
Ακόμα και η συνάντηση του Νίκου Δένδια με τον Ιορδανό ομόλογο θα είχε νόημα αν συνοδευόταν από συνάντηση και με τον Λιβανέζο Υπουργό Εξωτερικών καθώς ρουκέτες εκτοξεύονται προς το Ισραήλ σύμφωνα με τις πληροφορίες και από την Ιορδανία αλλά και από τον Λίβανο.
Πραγματοποίησε όμως συνάντηση με τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων πριν δει τους Gabi Ashkenazi και Mohammad Shtayyeh, σε μια σημειολογικά επικοινωνιακή για το ελληνικό ακροατήριο συνάντηση αλλά καθόλου ουσιαστική για την εξωτερική πολιτική ή για την προστασία των ιερών προσκυνημάτων και της διατήρησης του καθεστώτος τους όπως διέρρευσαν διπλωματικές πηγές. Αν υπήρχε πραγματικό ενδιαφέρον θα είχε φροντίσει η ελληνική πολιτεία όταν έπρεπε, να μην τεθούν εν αμφιβόλω περιουσιακά στοιχεία του Πατριαρχείου από περίεργες συμβάσεις και μεταβιβάσεις.
Καλή είναι η κινητικότητα στην εξωτερική πολιτική έχοντας όμως προετοιμαστεί καλά κάθε κίνηση, έχοντας συγκεκριμένο στόχο και αποτέλεσμα και φυσικά δεν γίνεται για εσωτερική κατανάλωση. Έτσι κι αλλιώς ενταύθα, όλα καλά, όλα ανθηρά.