Υπήρχε ένας καιρός, αναγνώστριες, που εσείς ήσαστε τεσσάρων έως μείον τεσσάρων ετών ,κι εμείς οι νέες ή υποψήφιες μανάδες σας. 1970 ή εκεί κοντά.
Και εμείς, στα δικά σας νιάτα, βγήκαμε από τα γονικά μας σπίτια, γιά να δουλέψουμε, να σπουδάσουμε, να ερωτευτούμε. Οι άνδρες, οι νέοι άνδρες, διέφεραν από τους σημερινούς,όπως διέφεραν από τους πατεράδες μας. Φορούσαν παντελόνια καμπάνα, είχαν γαμψά μουστάκια,πολλά μαλλιά.
Κουρεμένους σβέρκους βλέπαμε μόνον στα παλιά έργα και στις ταινίες του Τζόν Γουέιν.Ειχαν επίσης φαβορίτες.Και έπαιζαν με την πολιτική.
Αυτούς τους άνδρες γνωρίσαμε ως αδελφές, σύντροφοι, συνεργάτες,συνάδελφοι.Και εμείς διαφέραμε από τις μανάδες μας ,αλλά όχι σε τόσο βάθος.Αλλά επειδή υπήρχε το χάπι, η «επανάσταση» της μίνι φούστας, η αίσθηση της γενικής ανελευθερίας και το αίσθημα της προσωπικής απελευθέρωσης, τα βρήκαμε μαζί τους και ταιριάξαμε.Κομματικές νεολαίες, νέα μαγαζιά, επιχειρήσεις, πανεπιστήμια,είχαν τόσες γυναίκες,που γρήγορα τα «ανδρικά» καφενεία έμοιαζαν απολιθώματα.
Σήμερα,οι άνθρωποι άλλαξαν, αλλά αυτά που άλλαξαν γεννήθηκαν από τις οικογένειες και τις σχέσεις που κάναμε εμείς. Μπορεί τα παιδιά να γλύτωσαν ή όχι από κακοτοπιές, ναρκωτικά, ανεργίες ή κοινοτυπίες, αλλά δεν γλύτωσε κανένα τους από το να μας έχει εμάς γονείς.Κι εμείς, πρίν γίνουμε γονείς, είχαμε πλάσει έναν εμβρόντητο κόσμο.
Πολιτική σε όλα
Μάθαμε το σουπερμάρκετ, την μόδα και τις διακοπές, κάνοντας μαζί «ασιγκουτού» (που θα πεί «ανασυγκρότηση» στα κινέζικα).Διαβάσαμε συγγράμματα και εφημερίδες, ξέροντας τι θα πεί «σέχτα», «ρεβιζιονισμός», «εισοδισμός».
Δηλαδή πρώτα μάθαμε αυτά και μετά πληροφορηθήκαμε, aν πληροφορηθήκαμε γιά χωριά, πόλεις, πολυκατοικίες, δόσεις, επιταγές, τοκομερίδια.Πολλές και πολλοί σπούδαζαν ΄στο εξωτερικό.
Μάης του 68. Χιλή του 73.Ταϊλάνδη του 73.Σήμερα δεν σας λένε τίποτε, ή άν σας λένε, είναι κάτι σαν επέτειος ιστορική, όπως «Αγαδίρ 1910» ή «κόλπος των χοίρων». Μέσα από αυτά ,πλάσαμε τις ομάδες μας,που περιείχαν συνήθως μιά ημερομηνία ή κάποια σχηματική περιγραφή του αντικειμένου της ομάδας μας. Αντιμονοπωλιακή ομάδα. Παίχτες της 3ης Δεκεμβρίου. Μπρυμαίρ του Bοναπάρτη.
Εκείνην την εποχή, η χουντική Αθήνα ,όπου ήταν απαγορευμένος ο Θεοδωράκης, απαγορευμένοι οι Ρώσοι κλασικοί, γέμισε κυριολεκτικά από βιβλία- στόκ κάποιων «νέων στόχων» που ήταν έργα του Τρότσκι και άλλων σοσιαλιστών, αλλά και από Μάρξ και Λένιν. Ποιός τα έβγαζε αυτά, αδιαφορο. Ποιός τα επέτρεπε αυτά, άγνωστο. Ηταν μιά «ρωγμή» στο σύστημα; Ήταν ένα ξεδιάλεγμα της νεολαίας.
Ντεν Ξέρω.
Ξέρω ότι πέσαμε με τα μούτρα στις αναγνώσεις και σύντομα ,ώσπου να αναφανεί η γελοία ντίσκο στα ερτζιανά,χωθήκαμε με τα μούτρα σε μία επιπόλαιη, αναστατωμένη προσπάθεια, να καταλάβουμε, μέσα από την παλαϊκή γλώσσα των κειμένων, να ανακαλύψουμε την αδικία.Προσπαθούσαμε, με τεχνικές του 1880 και του 1910 να λύσουμε τα προβλήματα του 1970.
Στην ουσία επρόκειτο γιά την ένταξη ολόκληρης της νεολαίας που έβραζε το αίμα της (επειδή υπήρχε μεγάλο ποσοστό ψυχρόαιμης ή φίλαθλης) σε μία εικονική αρχαιολογική σχολή, σχολαστική και ματαιόσπουδη.
Γιατί αυτά τα ιστορικά,Ζουζού;
Γιά να ερμηνεύσω την πορεία της Αθήνας,την περασμένη εβδομάδα.Ήταν μιά πορεία δικιά σας, παιδιά, μιά πορεία φοιτητών αρχαιολογίας του κάποτε,που ζητούσε την δικαίωση των σπουδών της.
Ακόμη κι άν οι σπουδές έγιναν απο αγράμμάτους δάσκαλους προς μαθητές- ξύλα απελέκητα, η αρχαιολογία υπη΄ρχε παντού. Ο νέος κόσμος, τελεσίδικα, είναι ο κόσμος που θα ζήσουν τα παιδιά σας, τα αυριανά εγγόνια μου.
Δεν αλλάζουν αλλοιώς οι γενιές, δεν αλλάζει διαφορετικά ο κόσμος.
Αισθάνομαι απλώς χάλια που δεν θα πάρετε το μάθημά σας, παρά μόνον μέσα από την προσωπική σας επώδυνη εμπειρία. Δεν καταλαβαίνετε ότι η παρέα που ζητάτε να συνοδεύει τον μακαρίτη τον Σόντερς, είναι η δική σας παρέα. Δεν καταλαβαίνετε με τι ακριβώς θα καλυφθεί οδικός σας τάφος, ενώ του Μπακογιάννη θα είναι πάντοτε εμβληματικός. Πηρατε όχι απλώς λάθος δρόμο, αλλά κυρίως, δρόμο προβλεπόμενο.
Κοιτάξτε τους «ήρωες» του δικού μου δρόμου. Αυτοί που ήταν μετριοπαθείς ,αυτοί που ήταν έξαλλοι, κυβερνούν τον μικρόκοσμό τους από διπλανά γραφεία, από την διπλανή ψαρόβαρκα. Τα παιδάκια τους μπορεί να είναι γιαπηδες, μπορεί να είναι χαπακωμένοι. Δεν μετέβαλαν την άποψη της κοινής γνώμης.
Οι άμβωνες ορίζουν τις στρατιές των ψηφοφόρων.
Τα πρόσωπα της ευτέλειας ήταν πάντοτε ήρωες του πουθενά, υπάρχουν ως αιώνιες υπάρξεις ακόμη κι άν αλλάζουν τα ρούχα και οι μόδες.Όπως τρέχει ο πολύς κόσμος πίσω από τον Μπαντέρας και την Νταϊάνα, έτρεχε πίσω από τον Γκίντερ Σάκς και την Λόλα Φαλάνα.Σήμερα με τον Σουμάχερ,τότε με τον Τζάκι Στιούαρτ. Τότε με τον Ερχαρτ, σήμερα με τον Σρέντερ.
Βγάζετε άκρη; Δεν ξέρετε την παγίδα; Πρέπει να αηδιάσετε γιά να την μάθετε;
Τα συνθήματα..
Όχι, τα συνθήματα είναι ελεύθερα. Όλα είναι ελεύθερα. Οι ιδέες πρέπει να κυκλοφορούν ελεύθερες. Ακόμη κι άν βαφτίζονται ιδέες ενω είναι τραγικά εμπόρια. Εναντίον του γάμου μιά ζωή, αλλά όχι μιά ολόκληρη ζωή: Κουφοντίνας και Κική, μαύρος γαμπρός και μαύρη νύφη με μαύρα κουφέτα. Και μαύρο ρύζι. Κατάμαυρο.
Τι δεν είναι ελεύθερο; Άν σας πώ ,θα τα χάσετε. Και δέν χρειάζεται να τα χάσετε. Δεν είναι ελεύθεροι οι εισαγγελείς, οι αστυνομικοί, οι απλοί πολίτες, τα κόμματα, οι πάντες. Οι πάντες εκτός από τους συμμετόχους της πορείας. Όχι, δεν μας δουλεύουν. Εμείς αυτοδουλευόμαστε.
Επειδή παραμένουμε εμβρόντητοι σύντροφοι, που δεν ξέρουμε πόσο κλινικώς κλινήρεις είμαστε!
2003
[Aπό τη σειρά “Λόγια της πλώρης και gossip της κόρης” που υπέγραφα ως Ζουζού Μαυρίδη]