Το Port Royal στην Τζαμάικα ονομάστηκε «η πιο ανήθικη πόλη στη Γη» τον 17ο αιώνα, εξαιτίας του αιμοδιψούς πληθυσμού της με κακοποιούς και πειρατές.
Κάποτε πατρίδα των πραγματικών Πειρατών της Καραϊβικής, το Port Royal στην Τζαμάικα θεωρήθηκε ως η «πιο σατανική πόλη της Γης» και όχι άδικα, καθώς στο αποκορύφωμά της τον 17ο αιώνα, η πόλη ήταν γεμάτη από πειρατές και εμπόρους που αναζητούσαν πόρνες και ρούμι. Ήταν ένα καταφύγιο για ανήθικη συμπεριφορά με ένα στα τέσσερα κτίρια, να είναι είτε, μπαρ ή πορνείο.
Μόλις έξι μίλια από το λιμάνι του Κίνγκστον, προσέλκυσε διαβόητες φιγούρες όπως ο Χένρι Μόργκαν. Ήταν επίσης το πιο σημαντικό εμπορικό σημείο για σκλάβους στον Νέο Κόσμο, ειδικά για τους Βρετανούς μετά την εισβολή στην Τζαμάικα το 1655.
Το 1692, την περιοχή έπληξε σεισμός και τσουνάμι, ενώ η καταστροφή χτύπησε ξανά το 1703 όταν ξέσπασε πυρκαγιά σε μια αποθήκη, με αποτέλεσμα ολόκληρη η πόλη να γίνει στάχτη. Τώρα μεγάλο μέρος της πόλης μπορεί να φανεί υποβρύχια.
Η πόλη ονομάστηκε «Τα Σόδομα του Νέου Κόσμου»
Σήμερα, το Port Royal είναι ένα μικρό ψαροχώρι που ελπίζει να χρησιμοποιήσει την απίστευτη ιστορία του ως το σπίτι των πραγματικών πειρατών της Καραϊβικής για να προσελκύσει επισκέπτες. Στο αποκορύφωμά της, η πόλη έγινε γνωστή ως «τα Σόδομα του Νέου Κόσμου».
Το Port Royal ήταν ένα από τα πιο πολυσύχναστα λιμάνια για Βρετανούς και Γάλλους πειρατές, ειδικά λόγω του εμπορίου σκλάβων στη θάλασσα. Μεταξύ του 16ου και του 19ου αιώνα, υπήρχαν διαφορετικοί τύποι πειρατών. Στο Port Royal, η πειρατεία εγκρίθηκε από το βρετανικό στέμμα σε αντάλλαγμα για ορισμένα από τα περιουσιακά στοιχεία που παραδόθηκαν στην κυβέρνηση της πόλης.
Το 1657, ο κυβερνήτης Edward D’Oley κάλεσε μια ομάδα πειρατών με το όνομα «Brethren of the Coast», να κάνουν το Port Royal το σπίτι τους, σε μια προσπάθεια ενίσχυσης του εμπορίου. Σε αυτούς συμπεριλαμβανόταν ο Ουαλός Χένρι Μόργκαν (Henry Morgan), ο οποίος πήρε το όνομά του από τον Κάπτεν Μόργκαν (Captain Morgan). Μετά το διορισμό του ως υπολοχαγός κυβερνήτης το 1674, η πώληση σκλάβων στο Port Royal πήρε μεγαλύτερη σημασία.
Το λαθρεμπόριο αυξήθηκε στην Τζαμάικα, καθώς τα ισπανικά λιμάνια του Νέου Κόσμου ήταν κλειστά για τους ξένους, αλλά υπήρχε τεράστια ζήτηση για Αφρικανούς σκλάβους και αγαθά που κατασκευάζονταν στην Ευρώπη.
Αυτό οδήγησε στο Port Royal να αναπτύσσεται με ταχύτερο ρυθμό από οποιαδήποτε άλλη πόλη που ιδρύθηκε από τους Άγγλους στον νέο κόσμο.
Απίστευτες σπατάλες των πολιτών σε κρασί και γυναίκες
Οι πολίτες του δεν φοβόταν να σπαταλούν τα μετρητά τους, με αρχεία που δείχνουν ότι θα ξόδευαν έναν ή δύο φορές τον ετήσιο μισθό ενός εργάτη φυτείας σε μια νύχτα. Πολλές φορές πραγματοποιούνταν ανήθικες συμφωνίες, που περιελάμβαναν χρυσό, ρουμπίνια και άλλα αντικείμενα υψηλής αξίας μεταξύ εμπόρων σε ταβέρνες.
Άλλες επιχειρήσεις, καλούσαν τους πελάτες τους, να στοιχηματίσουν σε κοκορομαχίες ή ταυρομαχίες. Επίσης, σε μια απογραφή του 1680, καταγράφηκε ένα πορνείο που ανήκε σε έναν Τζον Σταν, στο οποίο εργάζονταν 23 γυναίκες.
Ο ιστορικός Τσαρλς Λέσλι (Charles Leslie), έγραψε για τους κατοίκους της πόλης στην ιστορία του για την Τζαμάικα: «Το κρασί και οι γυναίκες εξαντλούσαν τον πλούτο τους σε τέτοιο βαθμό που μερικοί από αυτούς, έγιναν επαίτες».
Η καταστροφή του Port Royal μέσα σε λίγα λεπτά
Αλλά η φασαρία του Port Royal ξαφνικά τελείωσε αφού τα δύο τρίτα της πόλης βυθίστηκαν κάτω από το λιμάνι μέσα σε λίγα λεπτά το 1692.
Ένας σεισμός και ένα τσουνάμι σκότωσαν περίπου 2.000 ανθρώπους – αλλά άφησαν μεγάλο μέρος της πόλης τέλεια συντηρημένη υποβρύχια. Άλλοι 3.000 πολίτες πέθαναν τραγικά από τραυματισμούς και ασθένειες λίγο μετά.
Ο επιζήσας Δρ Εντμουντ Χιθ (Dr Edmund Heath), εφημέριος στο Port Royal, περιέγραψε πώς ήταν να παρακολουθεί την πόλη να εξαφανίζεται.
«Είδα τη γη να ανοίγει και να καταπίνει πλήθος ανθρώπων και η θάλασσα να ανεβαίνει και να περνά από πάνω μας, πάνω από την οχύρωση», έγραψε.
Σύμφωνα με το Atlas Obscura αναφέρει πως οι πολίτες συμπεριφέρθηκαν τόσο άσχημα και παράλογα, που άρχισαν να λεηλατούν, ακόμη και όταν η πόλη βυθιζόταν ακόμα.
«Αμέσως μετά την παύση του δριμύτατου σεισμού, διαπράχθηκαν καταστροφές, ληστείες και βιαιοπραγίες, από τον πιο κακό και τον πιο βλαβερό λαό. Κανένας άνθρωπος δεν μπορούσε να αποκαλέσει κάτι δικό του, γιατί αυτοί που ήταν οι ισχυρότεροι και οι πιο πονηροί κατέλαβαν αυτό που ήθελαν….», αναφέρει ένας ντόπιος.
Πηγή: iefimerida.gr