Το νέο βιβλίο του Γιώργου Πλειού, «Παραποιημένες Ειδήσεις (Fake News)», κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Gutenberg και εξετάζει ένα σημαντικό πρόβλημα που απασχολεί σήμερα τον δημοσιογραφικό, πολιτικό και ακαδημαϊκό κόσμο, διεθνώς: τις παραποιημένες ειδήσεις (fake news), τις οποίες όμως διαχωρίζει από τις ψευδείς.
Αν και τέτοιες ειδήσεις συναντάμε από τις απαρχές του Τύπου, στις μέρες μας αποτελούν πλέον ένα σύνθετο επικοινωνιακό, πολιτικό και οικονομικό φαινόμενο. Παρατηρείται στις «κοινωνίες της ενημέρωσης», στις οποίες κυριαρχούν τα (νέα) Μέσα και οι ειδήσεις, όταν πλέον δεν παρουσιάζονται τα γεγονότα υπό το πρίσμα κάποιων απόψεων, όπως ταιριάζει στη δημοσιογραφία, αλλά προβάλλονται απόψεις με τη μορφή γεγονότων, όπως ταιριάζει στην προπαγάνδα. Στις κοινωνίες αυτές η πολιτική προπαγάνδα, η διαφήμιση, ο προσηλυτισμός κ.ά. μορφές προπαγανδιστικού Λόγου ενδύονται το ένδυμα ίσως της πλέον δημοφιλούς μορφής πληροφορίας, προκειμένου να επικρατήσουν.
Ο εν λόγω μετασχηματισμός της δομής των ειδήσεων συντελείται όταν λαμβάνουν χώρα σημαντικές αλλαγές στο κοινωνικό περιβάλλον, όπως η ανάδυση ενός νέου τρόπου επικοινωνίας, η μετάβαση από τις ταξικο-κεντρικές στις πολιτισμικές ιδεολογίες, η επικράτηση υβριδικών αφηγηματικών σχημάτων στις ειδήσεις, η επίταση της πολιτικής πόλωσης διεθνώς και στο εσωτερικό και η νεοφιλελεύθερης κοπής δικτατορία των κλικ (εμπορευματοποίηση και ανταγωνισμός) στον τομέα της ενημέρωσης.
Ο καθηγητής Γιώργος Πλειός μίλησε στην «Αυγή» και την Αγγέλα Νταρζάνου για τα fake news και τα κοινωνικά δίκτυα
Σύμφωνα με το λεξικό Collins, η έκφραση «fake news» είναι η έκφραση της χρονιάς το 2017. Η χρήση του όρου αυξήθηκε έναντι του προηγούμενου έτους κατά 365%. Την ίδια ώρα, έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δείχνει ότι το 83% των Ευρωπαίων πολιτών έχουν επίγνωση του φαινομένου.
Η έκθεση της Ομάδας Εμπειρογνωμώνων που συνέστησε η Κομισιόν για τα fake news προκρίνει τον όρο “παραπληροφόρηση” και την ορίζει ως εξής: «Ψευδείς, ανακριβείς ή παραπλανητικές πληροφορίες που κατασκευάζονται, παρουσιάζονται και προωθούνται με σκοπό το κέρδος ή για να ζημιώσουν το κοινό συμφέρον».
Η «Αυγή» συνάντησε τον καθηγητή Γιώργο Πλειό, έναν από τους πλέον ειδικούς στη χώρα για θέματα επικοινωνίας και μέσων. Ο Γιώργος Πλειός είναι πρόεδρος του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρόεδρος της Ελληνικής Κοινωνιολογικής Εταιρείας.
* Στην προσέγγισή σας γι’ αυτό που ονομάζουμε fake news κάνετε έναν διαχωρισμό ανάμεσα σε «ψευδείς ειδήσεις» (false news) και τις «ψευδεπίγραφες ειδήσεις» (fake news). Μπορείτε να μας εξηγήσετε;
Κατά την άποψή μου, τα fake news είναι οι σκόπιμα παραποιημένες ειδήσεις. Δεν είναι όμως εύκολο να αποδεχθεί ότι μια παραποίηση είναι σκόπιμη, γι’ αυτό χρειάζεται προσοχή. Υπάρχουν δύο ειδών σκόπιμες παραποιήσεις. Αυτές που κατασκευάζουν ένα γεγονός χωρίς να υπάρχει. Η πρώτη είναι οι ψευδείς ειδήσεις (false news) που διώκονται και από τον νόμο σε πολλές χώρες. Η δεύτερη κατηγορία ειδήσεων είναι αυτή στην οποία έχουν «πειραχτεί» κάποιες παράμετροι όπως ο χρόνος του γεγονότος, ο χώρος (π.χ. η γνωστή φωτό του κορμοράνου), οι πρωταγωνιστές (π.χ. όπως στις γνωστές «σταλινικές» φωτογραφίες ή άλλες από το Ιράκ), η αλλαγή κάποιων ιδιοτήτων (όπως της φερόμενης ως εκφωνήτριας ειδήσεων στα αγγλικά στην ΕΡΤ φέρουσα την ισλαμική μαντίλα) κ.ά. Και στις δύο περιπτώσεις η παραποίηση είναι προϊόν προκαταλήψεων ή αποσκοπεί να τις διατηρήσει μέσω των ειδήσεων, παραβιάζοντας τη λογική των γεγονότων.
* Ποιο θα θεωρούσατε κορυφαίο false new και ποιο fake new από τη διεθνή και την ελληνική επικαιρότητα;
Στη μεταψυχροπολεμική περίοδο, κορυφαίο ψευδές γεγονός στο εξωτερικό είναι το σενάριο περί συνεργασίας Σαντάμ – Μπιν Λάντεν και περί κατοχής ΟΜΚ από το Ιράκ, χωρίς τα οποία η επιχείρηση «Σοκ και δέος» ίσως δεν είχε λάβει χώρα, ενώ στην Ελλάδα τα ρεπορτάζ για τη συνάντηση Καραμανλή – Ερντογάν το 2009 που δεν έγινε ποτέ. Σημαντική ψευδεπίγραφη είδηση διεθνώς ήταν φυσικά εκείνη για τον κορμοράνο και πολλές που αφορούσαν το προσφυγικό το 2015 (η εκφωνήτρια με τη μαντίλα, ο υποτιθέμενος βιασμός κοριτσιού στην Ειδομένη), οι ειδήσεις περί σύλληψης φοροφυγάδων με περιουσία στη Μύκονο το 2012 – 2013 κ.ά.
* Εάν πράγματι, όπως λέτε, τα fake news είναι «ειδήσεις που περιέχουν ερμηνεία», δηλαδή ειδήσεις που δεν επιχειρούν καν να παρουσιάσουν μια αντικειμενική προσέγγιση, για ποιο λόγο γίνεται σήμερα όλη αυτή η συζήτηση; Για ένα παλιό πρόβλημα;
Κάποιοι θεωρούν παραποιημένες ειδήσεις κι εκείνες που περιγράφουν τα γεγονότα υπό το πρίσμα μιας μειοψηφικής άποψης (π.χ. ότι τον Φεβρουάριο 2014 στην Ουκρανία δεν έγινε κάποια λαϊκή εξέγερση, αλλά ένα πραξικόπημα από τα κάτω). Τέτοιες ειδήσεις, που δεν εγγράφονται κυρίαρχη άποψη συχνά, χαρακτηρίζονται ως ψευδείς ειδήσεις και ίσως άξιες διακρίσεων. Έχει λοιπόν να κάνει με τίνος την οπτική περιγράφονται τα γεγονότα. Με την ηγεμονία στον δημόσιο λόγο. Ελάχιστες δεκαετίες πριν, όποιος χρησιμοποιούσε στην είδηση τη λέξη «εμφύλιος» και όχι «συμμοριτοπόλεμος» ή σήμερα «Μακεδονικό» και όχι «Σκοπιανό» θεωρείται από πολλούς πως λέει ψευδή είδηση. Έτσι, η συζήτηση για τις παραποιημένες ειδήσεις μπορεί να γίνει αφορμή για τυπικές ή άτυπες διακρίσεις εναντίον εναλλακτικών απόψεων κι αυτό είναι κάτι που πρέπει να το αποφύγουμε πάση θυσία, γιατί θα μπούμε στη ζώνη ενός νέου μακαρθισμού.
* Ωστόσο, ψευδείς και ψευδεπίγραφες ειδήσεις δεν αναπαράγονται μόνο από τα νέα μέσα (ενημερωτικές ιστοσελίδες) αλλά και από τα παραδοσιακά μέσα, ιδίως την τηλεόραση. Δύο τρανταχτά παραδείγματα: το ένα στον ΣΚΑΪ για την παρουσίαση της πορείας της ελληνικής οικονομίας, αντέστρεψε τον οριζόντιο άξονα του χρόνου, ώστε να δίνεται η εντύπωση της ύφεσης, και το δεύτερο στο Star, η συνέντευξη με «μαϊμού σύζυγο» ιπτάμενου της Πολεμικής Αεροπορίας. Σε σχέση με το παρελθόν, διαπιστώνετε αυτή την τάση στα παραδοσιακά μέσα;
Οι παραποιημένες ειδήσεις, ψευδείς ή ψευδεπίγραφες, είναι σταθερό φαινόμενο στην ιστορία των μέσων. Αυτό συνδέεται αφενός με τη φύση των ειδήσεων: ποτέ δεν είναι αντικειμενικές, γιατί είναι γεγονότα δοσμένα υπό το πρίσμα μιας άποψης. Άρα, οι προϋποθέσεις για ψεύδος υπάρχουν δομικά σ’ αυτό που λέμε «ειδήσεις». Το δύσκολο είναι να μην πουν ψέματα οι δημοσιογράφοι, να σκάψουν για τεκμήρια των γεγονότων, όχι το αντίστροφο. Αφετέρου οφείλονται στον επιδιωκόμενο σκοπό, δηλαδή να αναπαραχθούν ή να αμφισβητηθούν εδραιωμένα στερεότυπα στην οικονομία, την κοινωνική ζωή, την πολιτική κ.α.
Τα δύο παραδείγματα που αναφέρατε πιθανόν ανήκουν στις ψευδεπίγραφες ειδήσεις αν και σε διαφορετική κατηγορία τους. Το πρώτο φαίνεται να συνιστά μεταβολής της καθιερωμένης χρήσης των αξόνων των τιμών στο γράφημα (χωρίς ωστόσο να έχουν αλλοιωθεί τα δεδομένα), ενώ το δεύτερο συνιστά ψευδές γεγονός και στην καλύτερη περίπτωση ψευδεπίγραφο. Όπως κι αν έχει, ο εμπορικός ανταγωνισμός και ο πόλεμος της προπαγάνδας θα παράγουν όλο και πιο συχνά τέτοιες παρεκβάσεις από τη δημοσιογραφική δεοντολογία.
* Ποιος είναι ο ρόλος των δημοσιογράφων, πιστεύετε; Οι επαγγελματίες της είδησης είναι παράλληλα αυτοί που διαδίδουν τις ψευδεπίγραφες ειδήσεις και οι ίδιοι που «θεραπεύουν» αυτά τα φαινόμενα.
Πρέπει να ξεφύγουμε από μια ατομοκεντρική ερμηνεία των γεγονότων. Είναι γοητευτική για την κινηματογραφική ή λογοτεχνική αφήγηση, αλλά όχι για την τεκμηριωμένη ερμηνεία. Οι δημοσιογράφοι είναι γρανάζια μιας μηχανής, αυτής της παραγωγής ειδήσεων, όπου τον πρώτο και βασικό ρόλο τον έχει η ιδιοκτησία και οι πέριξ αυτής συνεργάτες της. Αυτοί καθορίζουν εν τέλει την πολιτική του μέσου. Αυτό που ίσως πρέπει να κάνουν οι δημοσιογράφοι είναι να διεκδικήσουν τη δημιουργία οργάνου που θα τους προστατεύει όταν ο εργοδότης τους ζητά να αντιγράφουν ειδήσεις ή ότι «πετάει ο γάιδαρος» προκειμένου να αυξηθούν οι πωλήσεις, η διαφήμιση ή η επιχορήγηση.
* Να περάσουμε στα κοινωνικά δίκτυα. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη (Reuters 2017) όπου οι πολίτες εμπιστεύονται περισσότερο τα social media απ’ ό,τι τα παραδοσιακά ΜΜΕ. Πιστεύουν επίσης ότι είναι πιο ικανά να διαχωρίζουν την αλήθεια από το ψέμα, ενώ ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Σε τι οφείλεται αυτή η πλάνη;
Πριν απ’ όλα, στο γεγονός ότι με την κρίση έχει περιοριστεί η κατανάλωση παραδοσιακών μέσων, ιδιαίτερα των έντυπων. Δεύτερο, στην πολιτιστική ομοφυλία που συνδέει κοινό και μέσα: τείνουμε να εκτιθέμεθα σε απόψεις που συμφωνούν με τις δικές μας κι αυτό είναι περισσότερο δυνατό στο Διαδίκτυο, όπου δεν υπάρχουν αρκετοί περιορισμοί των παραδοσιακών μέσων. Τρίτο, στην αμφισβήτηση των νεωτερικών θεσμών, όπως τα επαγγελματικά μέσα, που είναι μια γενικότερη πολιτιστική προκατάληψη στη χώρα, που τη βλέπουμε και στην εκπαίδευση, την υγεία κ.ο.κ.
* Οι αυθόρμητες αναρτήσεις των χρηστών στο Facebook γίνονται εμπορεύσιμο υλικό για την πλατφόρμα, όπως έδειξε η υπόθεση πώλησης προσωπικών δεδομένων στην Cambridge Analytica. Πιστεύετε ότι φέρουν ευθύνη και οι χρήστες του Facebook;
Φυσικά έχουν. Αλλά ακόμα κι αν περιοριστούν στις ελάχιστες δυνατές οι αναρτώμενες πληροφορίες, πάλι είναι αρκετές για εμπορική χρήση. Έτσι, ναι, οι χρήστες του Facebook έχουν τόση ευθύνη όση ευθύνη έχουν και οι επιβάτες που παίρνουν τα μοναδικά διαθέσιμα σαπιοκάραβα για να πάνε στα νησιά. Μπορούν να μην τα πάρουν, αλλά δεν θα πάνε κιόλας… Ή όση ευθύνη έχουν οι επιβάτες που έπαιρναν το μετρό στις Βρυξέλλες…
————
Ο Γιώργος Πλειός είναι Καθηγητής και Διευθυντής του Εργαστηρίου Κοινωνικής Έρευνας στα ΜΜΕ του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Κατά το παρελθόν εργάστηκε στα Πανεπιστήμια Κρήτης και Ιωαννίνων. Έχει διδάξει ως επισκέπτης καθηγητής στη Σχολή Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Kadir Has της Κωνσταντινούπολης, στη Σχολή Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Fudan της Σαγκάης στην Κίνα, στο Ινστιτούτο Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου του Κιέβου “Taras Shevchenko”, στο Τμήμα Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Σόφιας “St Kliment Ohridski” και στο Τμήμα Δημοσιογραφίας του Πανεπιστημίου Frederick, ενώ έχει δώσει διαλέξεις σε πανεπιστήμια της Πορτογαλίας, της Ουγγαρίας, της Κύπρου και της Μαλαισίας, καθώς και σε άλλα ελληνικά πανεπιστήμια.