Σαν σήμερα πριν 25 χρόνια, την 23-6-1996, πέθανε «ένας από τους πλέον σημαίνοντες πολιτικούς ηγέτες στη σύγχρονη ελληνική ιστορία και μια εξέχουσα φυσιογνωμία – κλειδί για τη διασφάλιση του θριάμβου της δημοκρατίας στη χώρα, που γεννήθηκε» (Μπιλ Κλίντον, Πρόεδρος ΗΠΑ), «ένας μεγάλος πρωταγωνιστής της ζωής στη σύγχρονη Ελλάδα» (Όσκαρ Λουίτζι Σκάλφαρο, Πρόεδρος Ιταλίας), μια «από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες της Ελλάδας» (Ζακ Σιράκ, Πρόεδρος Γαλλίας), που «συνέβαλε όσο σχεδόν κανείς άλλος στη διαμόρφωση της σύγχρονης Ελλάδας» (Χέλμουτ Κολ, Καγκελάριος Γερμανίας), όπως χαρακτηρίσθηκε ο Ανδρέας Παπανδρέου από ορισμένους εκ των σημαντικότερων 100 διεθνών προσωπικοτήτων, που παρέστησαν στην κηδεία του μαζί με εκατομμύρια Έλληνες.
Του Γιάννη Μαντζουράνη
Υπήρξε ο πολιτικός ηγέτης με τη μεγαλύτερη επίδραση στη διαμόρφωση του σύγχρονου ελληνικού πολιτικού και κομματικού συστήματος, που προκάλεσε τα πιο έντονα συναισθήματα αγάπης στους απλούς ανθρώπους, που ο ίδιος αποκαλούσε «μη προνομιούχους», και μίσους στους εκπροσώπους και στα μέλη της ντόπιας και ξένης ολιγαρχίας, που ο ίδιος ονόμασε «κατεστημένο».
Στην διάρκεια της ζωής του αλλά και μετά θάνατον η συμβολή του στη διαμόρφωση και εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας είναι καταλυτική, αφού προχώρησε σε ριζικές αλλαγές του κοινωνικού, οικονομικού και πολιτικού statusquo, που μεταμόρφωσαν την Ελλάδα σε σύγχρονο ευρωπαϊκό δημοκρατικό κοινωνικό κράτος δικαίου. Και αυτό, γιατί:
- δημιούργησε το πρώτο κόμμα εξουσίας στην ελληνική ιστορία με μαζική οργάνωση και πολιτική παρουσία σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου βίου και σε κάθε γωνιά της χώρας
- πάντρεψε το κοινωνικό πρόβλημα με το εθνικό ζήτημα της Ελλάδας και έφερε «εις γάμου κοινωνία» τις δημοκρατικές και σοσιαλιστικές ιδέες με τον πατριωτισμό των Ελλήνων, που συμπυκνώθηκαν στο τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία – Λαϊκή Κυριαρχία – Κοινωνική Απελευθέρωση» και γι’ αυτό συσπείρωσε στο ΠΑΣΟΚ εαμογενείς αριστερούς, μαρξιστές και μη σοσιαλιστές, σοσιαλδημοκράτες, ριζοσπάστες δημοκράτες, κεντρώους πατριώτες και άλλους πολίτες, με σημεία αναφοράς το ΕΑΜ και την Εθνική Αντίσταση, τη γενιά του 114 και τη γενιά του Πολυτεχνείου, σε ένα γόνιμο ιδεολογικό – πολιτικό μείγμα και συμπαγή κομματικό οργανισμό με έντονα κινηματικά χαρακτηριστικά στοιχεία και έτσι συγκρότησε ένα ισχυρό πλειοψηφικό ρεύμα στη κοινωνία, που συντομότατα έγινε και πολιτική πλειοψηφία.
- ανέτρεψε την – μέχρι το 1981 – πολιτικά κυρίαρχη διαίρεση των Ελλήνων σε Εθνικόφρονες και μη, και επέβαλε το δίπολο Δεξιά και Αντιδεξιά.
Στις τρεις πρωθυπουργικές θητείες του μετά τις ισάριθμες εκλογικές νίκες τον Οκτώβριο 1981, Ιούνιο 1985 και Οκτώβριο 1993 σημάδεψε την νεοελληνική ιστορία με την επούλωση των πληγών του εμφυλίου πολέμου και την εμβάθυνση και διεύρυνση της δημοκρατίας όχι μόνο λόγω της αναγνώρισης της Εθνικής Αντίστασης και της εμπέδωσης της ισονομίας, άλλα κυρίως με την είσοδο των μη προνομιούχων Ελλήνων στα ερμητικά περίκλειστα δώματα της εξουσίας. Και αυτό, γιατί δεν αρκέστηκε στη Κυβέρνηση, αλλά οδήγησε το αρχικά διωκόμενο και μετέπειτα παραγκωνισμένο τμήμα των Ελλήνων στα άδυτα της εξουσίας, ενώ παράλληλα κατήργησε κάθε άβατο για τον λαό εξουσιαστικό μηχανισμό.
Η απρόσμενη «εισβολή» των απλών πολιτών στα κέντρα λήψης αποφάσεων και ο «έλεγχος όλων των αρμών της εξουσίας» από τη λαοπρόβλητη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, μαζί με την δραστική αναδιανομή πλούτου και πολιτικής ισχύος υπέρ των αδυνάτων και καταφρονημένων, έπληξε καίρια τα συμφέροντα του κατεστημένου, άλλαξε ριζικά το συσχετισμό δυνάμεων και σημάδεψε ανεξίτηλα και θετικά τις πολιτικές εξελίξεις στην πατρίδα μας.
Όλα τα παραπάνω έγιναν ύστερα από σκληρή αντιπαράθεση με τις δυνάμεις της συντηρητικής και αντιδραστικής Δεξιάς, που πολέμησαν λυσσαλέα τα μέτρα, όπως:
- ο εκδημοκρατισμός του συνδικαλιστικού κινήματος αλλά και των Ενόπλων Δυνάμεων,
- η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ), που έσωσε τους πολίτες στη πρόσφατη πανδημία παρά την εγκατάλειψη και υπονόμευση του από τις δυνάμεις της νεοφιλελεύθερης Δεξιάς,
- η ίδρυση του Ανώτατου Συμβουλίου Επιλογής Προσωπικού (ΑΣΕΠ),
- η παγίωση του κοινοβουλευτισμού με τη Συνταγματική Αναθεώρηση του 1985-1986, ο οποίος λειτουργεί μέχρι σήμερα,
- η μεταρρύθμιση του Οικογενειακού Δικαίου με την καθιέρωση της ισότητας των δύο φύλων, την κατάργηση του αναχρονιστικού θεσμού της προίκας, τη νομιμοποίηση του πολιτικού γάμου,
- οι αλλαγές στη πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και ανώτατη εκπαίδευση με την κατάργηση της ομοιόμορφης σχολικής ενδυμασίας, την κατάργηση του επιθεωρητή εκπαίδευσης, τη συμμετοχή γονέων και δασκάλων στη διαμόρφωση της λειτουργίας και ενγένει δραστηριότητας στη σχολική και εξωσχολική ζωή των μαθητών, την εισαγωγή του μονοτονικού συστήματος, κλπ., καθώς και με την κατάργηση του θεσμού της έδρας στα ΑΕΙ, την θέσπιση 4 βαθμίδων Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού, την εισαγωγή μορφώνσυνδιοίκησης από διδάσκοντες και διδασκόμενους κ.α.,
- οι μεταβολές στην εκλογική νομοθεσία με την ψήφο στα 18 έτη,
- οι μεταρρυθμίσεις στο Εργατικό Δίκαιο με την προστασία της συνδικαλιστικής ελευθερίας και δράσης, τηνθεσμοθέτηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων, την θέσπιση της υποχρεωτικής διαιτησίας, την αναγνώριση του εργατικού ατυχήματος,
- οι δικαιοκρατικές παρεμβάσεις στο σωφρονιστικό σύστημα με εξανθρωπισμό των συνθηκών διαβίωσης των κρατουμένων,
- η κατάργηση πολλών μεταξικών και μετεμφυλιοπολεμικών νόμων, όπως οι νόμοι περί κατασκοπείας και τεντιμποϊσμού, κ.α. καθώς και ποινικών διατάξεων, όπως η περιύβριση αρχής, κλπ.
Προς επίτευξη εθνικής συμφιλίωσης αναγνωρίσθηκε το ΕΑΜ ως οργάνωση Εθνικής Αντίστασης και οι αγωνιστές απέκτησαν δικαιώματα, όπως τα μέλη άλλων αντιστασιακών οργανώσεων, πολτοποιήθηκαν οι φάκελοι φρονημάτων, που διατηρούντο στις αρχές Ασφαλείας και την ΚΥΠ για πολλούς Έλληνες πολίτες, επετράπη ο επαναπατρισμός πολλών πολιτικών προσφύγων στις πρώην κομμουνιστικές χώρες από την εποχή του εμφυλίου πολέμου.
Με την ενοποίηση της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής και τη δημιουργία της Ελληνικής Αστυνομίας καταργήθηκε η Χωροφυλακή, που ταυτιζόταν με αυταρχικές πρακτικές των Κυβερνήσεων της Δεξιάς και έτσι εξαφανίσθηκε ο διαδεδομένος «φόβος του χωροφύλακα», που κυριαρχούσε στην ύπαιθρο χώρα.
Η κεϊνσιανική οικονομική πολιτική ενίσχυσης της εσωτερικής ζήτησης και της εγχώριας παραγωγής με την δραστική αναδιανομή εισοδήματος υπέρ των ασθενέστερων τάξεων δέχθηκε σφοδρή κριτική και συχνότατα αβάσιμη, άδικη, μονομερή και πάντοτε με ταξικά χαρακτηριστικά πολεμική. Μάλιστα ακόμα και σήμερα η κοινή γνώμη βομβαρδίζεται από τα συστημικά ΜΜΕ με το εμμονικό μοτίβο ότι ο Α. Παπανδρέου είναι υπεύθυνος ακόμη και για την χρεοκοπία της Ελλάδας το 2009 και την συνακόλουθη επιβολή των Μνημονίων.
Αντίπαλοι εκτός ΠΑΣΟΚ και εχθροί εντός ΠΑΣΟΚ επικεντρώνουν τα δηλητηριώδη βέλη τους στην αύξηση του πληθωρισμού, των δημοσίων δαπανών και του δημόσιου χρέους, μολονότι οι περισσότεροι εξ αυτών άριστα γνωρίζουν ότι τα στοιχεία στις επίσημες στατιστικές του ΔΝΤ, της Eurostat και της ΕΛΣΤΑΤ διαψεύδουν τους ισχυρισμούς τους.
Χαρακτηριστικά αναφέρονται τα εξής:
α) Το ΠΑΣΟΚ τον Οκτώβριο 1981 παρέλαβε πληθωρισμό στο 24,2% και τον Ιούνιο 1989 παρέδωσε πληθωρισμό το 13,1%, ο οποίος το 1990 επί συγκυβέρνησης ΝΔ και Συνασπισμού εκτινάχθηκε στο 20,4% και το 1991 ήταν 19,5%.
β) οι δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ το 1980 ήταν 30% και το 1990 γύρω στο 50%.
γ) το δημόσιο χρέος από 18-10-1981 έως 23-11-1989 αυξήθηκε κατά 33,14% με μέση ετήσια αύξηση 4,14%, ενώ από 13-10-1993 έως 22-1-1996 αυξήθηκε συνολικά κατά 1,05% με μέση ετήσια αύξηση 0,34%. Αντίθετα την περίοδο 1989 – 1993, που στις δύο πρώτες συμμαχικές κυβερνήσεις κυριαρχούσε η ΝΔ, η οποία μετέπειτα σχημάτισε μονοκομματική Κυβέρνηση, δηλαδή σε λιγότερο από 4 χρόνια, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 40,47% με μέση ετήσια αύξηση 9,04% και εκτινάχθηκε στο 100,2% του ΑΕΠ.
Επίσης το δημόσιο χρέος αυξήθηκε συνολικά από την ένταξη στην Ευρωζώνη, ήτοι από το 2002 έως το 2009 κατά 21,89% με μέση ετήσια αύξηση 4,42% και από το 2008 μέχρι σήμερα κατά 49,89% με μέση ετήσια αύξηση 5%.
Κοντολογίς, στα 11 χρόνια με Πρωθυπουργό τον Α. Παπανδρέου το δημόσιο χρέος αυξήθηκε συνολικά κατά 33% και ετήσια 3,1% έναντι πολύ μεγαλύτερης αύξησης αυτού τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλα κράτη στην Ευρωζώνη σε άλλες χρονικές περιόδους (Βλέπε: https://www.imf.org/external/pubs/ft/weo/2019/01/weodata/index.aspx)
Όλα τα παραπάνω συνέβησαν σε ένα ελάχιστα ειδυλλιακό εσωτερικό και διεθνές οικονομικό περιβάλλον, αφού το 1981 η ελληνική οικονομία ήταν σε ύφεση λόγω της 2ης πετρελαϊκής κρίσης, που σε συνδυασμό με δυσβάστακτες δημόσιες κοινωνικές δαπάνες επέτεινε το στασιμοπληθωρισμό. Εξάλλου οι πληροφορίες και εκτιμήσεις, που περιέχονται στη περίφημη Έκθεσητου τότε Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Γ. Ράλλη, Ευάγγελου Αβέρωφ για την Ελληνική Οικονομία, ουδεμία αμφιβολία αφήνουν για την «καμένη γη», που παρέλαβε η Κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ τον Οκτώβριο 1981.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, ο Α. Παπανδρέου προχώρησε σε αυξήσεις των κατώτερων μισθών και ημερομισθίων κατά 60% και σε διπλασιασμό των κατώτατων συντάξεων του Δημοσίου, ΙΚΑ, ΟΓΑ, ΤΕΒΕ κλπ., με συνέπεια μια βίαιη ανακατανομή εισοδήματος υπέρ των αδυνάτων μη προνομιούχων, που «έφαγαν για πρώτη φορά γλυκό ψωμί στη σκληρή ζωή τους», όπως επισημαίνεται από τον κάθε άλλο παρά φιλοπαπανδρεϊκό κορυφαίο οικονομικό αναλυτή Ν. Νικολάου. (Βλ. Ν. Νικολάου: «Πρόσωπα της Οικονομίας», Εκδ. Λιβάνη 2008, σελ. 121 επομ.)
Παράλληλα ελήφθησαν φιλεργατικά μέτρα, όπως πενθήμερη εργασία την εβδομάδα, 40 ώρες εργασία εβδομαδιαία, ετήσια άδεια 4 εβδομάδων, θεσπίσθηκαν φορολογικές ελαφρύνσεις για μισθωτούς, αυξήθηκαν τα οικογενειακά επιδόματα κατά 100%, τέθηκαν φραγμοί στις ομαδικές απολύσεις, κυρώθηκε η 135 Διεθνής Σύμβαση Εργασίας και ίσχυσαν κανόνες υγιεινής και ασφάλειας εργασίας.
Παρά το μεγάλο κόστος όλων αυτών των μέτρων η πορεία της οικονομίας δεν εκτροχιάσθηκε, ενώ ταυτόχρονα υψώθηκε ανάχωμα προστασίας για να μην επιστρέψει στη μιζέρια του κοινωνικού περιθωρίου η μεγάλη πλειοψηφία των μη προνομιούχων Ελλήνων.
Υπό αυτούς τους όρους, η αύξηση των δημοσίων δαπανών και των προσλήψεων στο δημόσιο τομέα δικαιολογείται απόλυτα, γιατί ήταν όχι απλά χρήσιμη αλλά αναγκαία για την αποκατάσταση στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης με ευεργετικές συνέπειες για την οικονομική πρόοδο και την πολιτική ομαλότητα, αλλά και «όρος εκ των ων ουκ άνευ» για την οικοδόμηση ενός μέχρι τότε ανύπαρκτου κοινωνικού κράτους.
Άλλωστε σύμφωνα με επίσημα στοιχεία την περίοδο 1981 – 1989 το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων βελτιώθηκε, αφού το κατά κεφαλήν πραγματικό εισόδημα σε δολάρια ΗΠΑ από 13.443 το 1981 αυξήθηκε σε 14.148 το 1989, δηλαδή υπήρξε συνολική αύξηση 5,2%.
Με άλλες λέξεις, τη δεκαετία του ’80 η ελληνική κοινωνία άλλαξε ριζικά και οι κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου είχαν κορυφαίο ρόλο σε αυτόν τον μετασχηματισμό. Οι αλλαγές ήταν πιο έντονες και ριζοσπαστικές στην επαρχία και έτσι εξηγείται και η μακρόχρονη διείσδυση του ΠΑΣΟΚ στο εκεί εκλογικό σώμα. Σχεδόν αμέσως μετά το 1981, η επαρχία απαλλάχτηκε οριστικά και αμετάκλητα από τον «φόβο του χωροφύλακα», η θέση των γυναικών βελτιώθηκε σημαντικά, δημιουργήθηκαν αθλητικά και πολιτιστικά σωματεία σε όλη τη χώρα, το Εθνικό Σύστημα Υγείας έφερε για πρώτη φορά σύγχρονη ιατρική περίθαλψη σε πολλές απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, αυξήθηκαν δραστικά οι μισθοί και τα ημερομίσθια με αποτέλεσμα την εμφάνιση ενός ανάλογου με τα δυτικοευρωπαϊκά standards καταναλωτισμού, η ενδυνάμωση της τοπικής αυτοδιοίκησης οδήγησε σε ένα πρωτοφανές επίπεδο λαϊκής συμμετοχής σε κοινωνικο-πολιτικά θέματα, και οι κομματικές οργανώσεις του ΠΑΣΟΚ πολέμησαν και συχνά διέλυσαν την ισχύ των παραδοσιακών μηχανισμών εξουσίας που στηρίζονταν συνήθως στα ισχυρά «τζάκια» του πολιτικού κοτζαμπασισμού σε κάθε περιοχή.
Στην εξωτερική πολιτική ο Α. Παπανδρέου χάραξε μια ανεξάρτητη πολυδιάστατη πορεία με οδηγό τη θεμελιώδη θέση ότι «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες». Μέσα σε αυτό το πλαίσιο κινήθηκε έναντι τόσο των ΗΠΑ όσο και της τότε ΕΟΚ, αλλά και στη προσέγγιση των κρατών του «αδέσμευτου κόσμου» και στον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων της Ελλάδας με τα κράτη του υπαρκτού σοσιαλισμού και των Βαλκανίων. Με αποκλειστικό γνώμονα το εθνικό συμφέρον επαναπροσδιόρισε τις προτεραιότητες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής με επίκεντρο την απειλή της Τουρκίας και όχι των βορείων γειτόνων. Μάλιστα τον Φεβρουάριο του 1982 πραγματοποιεί την πρώτη επίσημη επίσκεψη Έλληνα Πρωθυπουργού στη Κύπρο μετά την εισβολή του Αττίλα και την τουρκική κατοχή με εμφανή πρόθεση να δείξει στους Κύπριους, στους Τούρκους και στο διεθνή παράγοντα τη σταθερή απόφαση της Ελλάδας να συμπαραταχθεί με το Κυπριακό Ελληνισμό. Η μεταγενέστερη διαμόρφωση του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδας και Κύπρου επιβεβαιώνει την ελληνική αποφασιστικότητα προς κάθε κατεύθυνση.
Το 1987 κινητοποιεί της Ένοπλες Δυνάμεις για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων με μόνη την αναγγελία διενέργειας ερευνών στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου από το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Σισμίκ» με άμεση συνέπεια την ταχύτατη τουρκική αναδίπλωση.
Την 24-2-1994 με πρωτοβουλία βουλευτών του ΠΑΣΟΚ αναγνωρίζεται από την Ελληνική Βουλή η γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου παρά τις τουρκικές αντιδράσεις.
Η αταλάντευτη στάση στα εθνικά ζητήματα σε συνδυασμό με την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων με σύγχρονα οπλικά συστήματα είχε ευρεία απήχηση στο σώμα των Ελλήνων Αξιωματικών και Υπαξιωματικών, η οποία διευκόλυνε μέτρα εκδημοκρατισμού των Ενόπλων Δυνάμεων, απογαλακτισμού τους από τα ακροδεξιά και χουντικά κατάλοιπα και διασφάλισης της προσήλωσης τους στη δημοκρατική νομιμότητα.
Στην τότε ΕΟΚ ο Ανδρέας Παπανδρέου αγωνίσθηκε για «να γεφυρωθούν οι διαπεριφερειακές ανισότητες και να ενισχυθούν οι χώρες του Νότου», ενώ τον Ιανουάριο του 1985 δεν δίστασε να απειλήσει ευθέως τον τότε Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζακ Ντελόρ, με άσκηση ελληνικού veto στην είσοδο Ισπανίας και Πορτογαλίας στην ΕΟΚ για να εξασφαλίσει την αποδοχή της πρότασης για τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ) από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο το Μάρτιο 1985, τα οποία εγκαινίασαν την ευρωπαϊκή διαρθρωτική πολιτική, η οποία το 1988 αποκρυσταλλώθηκε στο πρώτο «Πακέτο Ντελόρ».
Η καλύτερη αποτίμηση της ευρωπαϊκής πολιτικής του Α. Παπανδρέου έγινε από την σκληρή πολέμια των σοσιαλιστικών ιδεών και των κοινοτικών παροχών στα κράτη του Νότου, Μ. Θάτσερ, η οποία είχε πει:
«Δεν τον συμπάθησα ποτέ, αλλά ποτέ δεν έφυγε από Διάσκεψη Κορυφής της ΕΟΚ, χωρίς να πάρει κάτι για τη χώρα του».
Επιπλέον δημιούργησε στέρεους δεσμούς με τον αραβικό κόσμο και τον ηγέτη της P.L.O., Γιασερ Αραφάτ, και υποστήριξε την ίδρυση ανεξάρτητου Παλαιστινιακού Κράτους.
Επίσης πρωτοστάτησε στην Πρωτοβουλία των 6 Ηγετών των 4 Ηπείρων για την Ειρήνη και τον Αφοπλισμό μαζί με τον ΟύλαφΠάλμε, την Ίντιρα Γκάντι, τον Ραούλ Αλφονσίν, Μιγκέλ Ντελαμαντρίτ και Τζούλιους Νιερέρε.
Όλα τα προαναφερθέντα επιτεύγματα του Α. Παπανδρέου παραβλέπονται ή παραποιούνται από τους μέχρι τότε ιδιοκτήτες του εθνικού πλούτου, τους νομείς πολιτικής εξουσίας και τους κληρονόμους τους, που αντάμα με κάποιους βαστάζους της αντιδραστικής και συντηρητικής Δεξιάς στα συστημικά ΜΜΕ επιχειρούν να αμαυρώσουν το ιστορικό αποτύπωμά του με το χιλιοειπωμένο παραμύθι του λαϊκισμού, αφού δόλια συγχέουν το λαϊκισμό με την λαϊκότητα.
Άλλωστε είναι τόσο μακριά από τις αγωνίες και ανάγκες των απλών ανθρώπων και γι’ αυτό αδυνατούν να εξηγήσουν και κατανοήσουν γιατί ο Α. Παπανδρέου 25 χρόνια μετά το θάνατό του παραμένει ο πιο δημοφιλής Πρωθυπουργός της Ελλάδας από το 1974 μέχρι σήμερα, όπως αποδεικνύεται από όλες τις μέχρι σήμερα διενεργηθείσες δημοσκοπήσεις (Βλέπε: Καθημερινή 12-12-2007, RealNews 3-1-2010 και ThePaper.gr 25-2-2013).
Προφανώς και η Ιστορία θα καταγράψει και λάθη, παραλείψεις, υποχωρήσεις, ατυχείς επιλογές προσώπων, ιδιαίτερα στο τέλος της ζωής του Ανδρέα, που κόστισαν στην προοδευτική παράταξη και στον ίδιο. Καμιά σχέση όμως όλων αυτών με τη μετά θάνατο επιχείρηση συκοφάντησής του, η οποία έχει να κάνει μάλλον με σημερινές επιδιώξεις, παρά με την ιστορική αλήθεια.
Στις σημερινές συνθήκες ο Αλέξης Τσίπρας είναι ο ηγέτης και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ η πολιτική δύναμη που επιδιώκουν να υπερασπιστούν και να διευρύνουν τις προοδευτικές κατακτήσεις του λαού μας. Επειδή η μεγάλη δημοκρατική προοδευτική παράταξη είχε, έχει και θα έχει σημαντικό ρόλο στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, η ζωντανή ιστορική μνήμη επιβάλλει υποχρεώσεις σε όσους επιδιώκουν να εκπροσωπήσουν τα συμφέροντα των προοδευτικών πολιτών και να εκφράσουν τις πατριωτικές και σοσιαλιστικές ιδέες. Το καθήκον βαρύτατο, η ευθύνη μεγάλη και το φορτίο πολύτιμο.
(Ο Γιάννης Μαντζουράνης είναι δικηγόρος και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Από το 1981 έως το 1985 υπήρξε αρχικά Γενικός Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου και μετέπειτα Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Προεδρίας της Κυβέρνησης)