«Ούτε μία λιγότερη, ούτε μια ακόμη νεκρή»
Susana Chávez, Μεξικανή ποιήτρια, υπέρμαχος των γυναικείων δικαιωμάτων. Το πτώμα της βρέθηκε το 2011 σε ένα χαντάκι με ακρωτηριασμένο το χέρι της.
Της Αλεξάνδρας Κορωναίου*
Η δολοφονία της Καρολάιν από το σύζυγο της (μετά από δική του ομολογία) αποτελεί μια τραυματική αλλά και εμβληματική περίπτωση γυναικοκτονίας για την ελληνική κοινωνία. Σηματοδοτεί, συγχρόνως, μια τομή σε σχέση με δύο τουλάχιστον πραγματικότητες. Η πρώτη αφορά στον τρόπο με τον οποίο διάφοροι θεσμικοί παράγοντες και η «πολιτιστική» βιομηχανία των ΜΜΕ χειρίζονται τις έμφυλες ανισότητες αλλά και τις προσωπικότητες θυμάτων και θυτών. Μια έντονη δυσοσμία κατέκλυσε τις «κοινωνικές φούσκες» στις οποίες εγκλωβιστήκαμε τον τελευταίο καιρό.
Ο προκλητικός λόγος της δικαστικής συντάκτριας του ΣΚΑΙ, συμπυκνωμένος στη φράση «Δεν ήταν του χαρακτήρα του να την τεμαχίσει», έδωσε γραμμή και έγραψε ιστορία. Αν ο δολοφόνος μιας γυναίκας είναι ένας κοινός άνδρας, πολύ περισσότερο αν είναι Αλβανός ή Γεωργιανός μετανάστης, τότε η γλώσσα γίνεται κοφτερό μαχαίρι.
Δηλώνουμε χωρίς αστερίσκους ότι πρόκειται για «Το τέρας» που κυκλοφορεί ανάμεσά μας κι αλίμονο μας. Εάν όμως πρόκειται για έναν άνδρα μορφωμένο, πιλότο VIP με αγγελική φυσιογνωμία και βίλλα στα Γλυκά Νερά, τότε ο λόγος αντανακλά στην εικόνα ενός «ευγενούς» άνδρα και οι συμπαραδηλώσεις αποπνέουν τον ανάλογο σεβασμό.
Η δεύτερη τομή αφορά στον όρο γυναικοκτονία. Μολονότι φεμινιστικές συλλογικότητες, κοινωνικοί επιστήμονες και αριστερά πολιτικά κινήματα είχαν ήδη χρησιμοποιήσει τον όρο, είναι η πρώτη φορά που αυτός περνά στο δημόσιο λόγο. Το αίτημα να ενταχθεί ο όρος στο Ποινικό Δίκαιο διατυπώθηκε με σαφήνεια από το Τμήμα Φεμινιστικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και όχι μόνο. Όμως βαρύνουσα σημασίαέχει η σχεδόν γενικευμένη πλέον χρήση της λέξης στην καθημερινή γλώσσα.Γιατί αυτή η γλώσσα είναι που διαμορφώνει αντιλήψεις και νοηματοδοτεί τις αξιακές μας πρακτικές.
Βεβαίως, ο όρος «γυναικοκτονία» εξακολουθεί να προκαλεί επιστημονικού και νομικού τύπου συζητήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.
Αξίζει, ωστόσο, να αναφέρουμε ότι τον οφείλουμε στηνDianaE. H. Russell, διακεκριμένη καθηγήτρια κοινωνιολογίαςκαι ακτιβίστρια που έφυγε από τη ζωή το 2020, μια ζωή αφιερωμένη στον αγώνα κατά των εγκλημάτων γυναικών (Femicide, ThePolitics of Woman Killing, 1992).
Έκτοτε ο όρος «ταξίδεψε» σε πάνω από 120 χώρες για να χαρακτηρίσει τη δολοφονία γυναικών από άνδρες με κίνητρο το μίσος, την περιφρόνηση, την ικανοποίηση από την ιδιοποίησή τους. Είχαν προηγηθεί πολλές δολοφονίες γυναικών, η εξωφρενική μαζική εξόντωση νεογέννητων κοριτσιών στην Κίνα στο πλαίσιο της πολιτικής « ένα παιδί ανά οικογένεια», καθώς και το κύμα άγριων γυναικοκτονιών στην Ciudad Juarez του Μεξικό.
Είναι, ακριβώς, σε αυτές τις χώρες της Λατινικής Αμερικής (Χιλή, Αργεντινή, κ.ά.) με μακρά παράδοση δικτατορικών καθεστώτων και μεγάλη αντίσταση στην ισότητα των φύλων που ταγυναικεία κινήματα έδωσαν και δίνουν μάχες για την υιοθέτηση του όρου από τα δικαστικά συστήματα.
Σήμερα ο όρος εμφανίζεται στον ποινικό κώδικα δέκα χωρών της Λατινικής Αμερικής, καθώς και στην Ισπανία όπου η κυβέρνηση Θαπατέρο χρηματοδότησε με 220 εκατομμύρια ευρώ το πλέον πρωτοποριακό πρόγραμμα κατά της έμφυλης βίας.
Στη Γαλλία, όπου μια γυναίκα πεθαίνει από τα χτυπήματα ενός συζύγου ή πρώην συντρόφου κάθε 48 ώρες, ο όρος εγγράφηκε στο Le Petit Robertτο 2015, όχι όμως και στο Ποινικό Δίκαιο, με την αναφορά: «Δολοφονία μίας ή περισσότερων γυναικών ή κοριτσιών λόγω της γυναικείας τους ιδιότητας».
Σημασία έχει, ωστόσο, ένα οδυνηρό ερώτημα. Πώς γίνεται στον 21ο αιώνα η ανδρική βία να αποτελεί την κύρια αιτία θανάτου για γυναίκες ηλικίας 16 έως 44 στον κόσμο;
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος προτείνει και ανάλογες κατηγοριοποιήσεις, πρόκειται για «σκόπιμη ανθρωποκτονία γυναικών απλώς και μόνο επειδή είναι γυναίκες». Αυτό ισχύει είτε πρόκειται για λιθοβολισμό και εγκλήματα τιμής είτε επειδή ο κυρίαρχος σύζυγος αποφάσισε ότι η γυναίκα του δεν έχει δικαίωμα να τον εγκαταλείψει, ή επειδή χαμογέλασε, ή επειδή φορούσε κοντή φούστα. Πολλοί οι λόγοι που επικαλούνται οι θύτες.
Μία όμως η ουσία. Οι γυναίκες – θύματα δεν συμπεριφέρονται όπως τις δίδαξε η σεξιστική πατριαρχική κοινωνία στην οποία εξακολουθούμε να ζούμε. Και γι’αυτό τιμωρούνται.
Ευτυχώς που στη διαδήλωση που έγινε στο Σύνταγμα πολλοί νεαροί άνδρες στέκονταν δίπλα στις νεαρές γυναίκες υψώνοντας πλακάτ υπέρ των αιτημάτων τους. Όταν μίλησα μαζί τους κατάλαβα πόσο τραυματικά και επώδυνα ήταν τα πρόσφατα γεγονότα και για τη δική τους ταυτότητα. Αυτά τα νεαρά παιδιά επιθυμούν ισότιμες σχέσεις και την αποδόμηση του συστήματος που οδηγεί στη βία κατά των γυναικών. Αυτά τα νεαρά παιδιά, τα παιδιά όλων μας, είναι η ελπίδα και η επένδυσή μας στο μέλλον.
*Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας – Κοσμήτορας Σχολής Κοινωνικών Επιστημών Πάντειο Πανεπιστήμιο