Μέχρι πριν μερικές εβδομάδες οι πληροφορίες θέλουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη να έχει πάνω στο γραφείο του στο Μέγαρο Μαξίμου εισηγήσεις για την προκήρυξη πρόωρων εκλογών τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο. Έκτοτε τα πράγματα άλλαξαν με δραματικό τρόπο, και η ανεξέλεγκτη μεταβλητή της μετάλλαξης Δέλτα καθώς και η παράμετρος της Μυκόνου με το lockdown στη νυχτερινή διασκέδαση φαίνεται ότι έχουν απομακρύνει για τα καλά ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Τις ίδιες πληροφορίες είχαν και στην Κουμουνδούρου. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν έκρυβε στους συνομιλητές του ότι υπολόγιζε πολύ μία τέτοια πιθανότητα και προετοίμαζε κατάλληλα τον κομματικό μηχανισμό. Οι επισκέψεις του στην περιφέρεια -ακόμα κι αυτή στην Μύκονο- εντασσόταν σε αυτό το σενάριο προετοιμασίας.
Τα δείγματα γραφής περί ενός εκλογικού αιφνιδιασμού, ωστόσο, δεν λείπουν. Το γεγονός, δηλαδή, ότι μεσούντος του θέρους λαμβάνονται αποφάσεις για αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 2% (πρόταση Χατζηδάκη) δεν διαλάθει της προσοχής των αναλυτών. Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη εξαγγείλει πως όταν γίνει κυβέρνηση θα τον αυξήσει στα 800 ευρώ παρασύρει ως φαίνεται και την κυβέρνηση. Είτε ως “αντίδοτο” στις σκληρές αποφάσεις περί υποχρεωτικότητας των εμβολιασμών, είτε για να ξεκινήσει πιθανώς μια εκλογική εκστρατεία από ανάλογη βάση με την αξιωματική αντιπολίτευση.
Τα εκλογικά σενάρια, ωστόσο, έχουν μάλλον μπει στο συρτάρι του πρωθυπουργικού γραφείου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αντιλαμβάνεται, όπως πληροφορείται το “ΑΝ”, ότι ακόμα κι αν οι δημοσκοπήσεις του εξασφαλίζουν ικανό προβάδισμα από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ το ρίσκο δεν είναι αμελητέο. Ιδιαίτερα το γεγονός ότι στην κάλπη της απλής αναλογικής είναι εύκολο να εκφραστούν τάσεις που συνδέονται ακόμα και με το αντιεμβολιαστικό κίνημα, ή με την ογκούμενη δυσφορία της νεολαίας και άλλων τμημάτων του πληθυσμού (επαγγελματίες κ.ά) που πλήττονται από το γενικότερο κλίμα. Ως αντίβαρο οι κυβερνητικοί μετρούν το αρκετά θετικό κλίμα στον τουρισμό, με προβλέψεις -αν και επισφαλείς- ότι η τουριστική κίνηση μπορεί να φτάσει ακόμα και το 60% εκείνης του “χρυσού” 2019.
Οι αποφάσεις θα ληφθούν το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου, οι μετρήσεις, πάντως, που φθάνουν στο Μέγαρο Μαξίμου αποτυπώνουν ένα περίεργο κλίμα. Οι εμβολιασμοί είναι δύσκολο να φτάσουν το 75% του πληθυσμού, όπως έχει δημοσίως τοποθετηθεί η κυβέρνηση, και πάνω από 800.000 πολίτες άνω των 50 ετών δεν έχουν ακόμα αποφασίσει εάν και πότε θα επιδιώξουν την πρώτη δόση. Οι συγκεντρώσεις, δε, των αντιεμβολιαστών -όπως συμβαίνει και σε πολλές ευρωπακές χώρες- δεν περνούν απαρατήρητες. Κατά τις μετρήσεις αυτές, περίπου το 40% εκείνων που είτε είναι αρνητές, είτε απρόθυμοι να εμβολιαστούν, προέρχονται από την πολιτική “μήτρα” της Ν.Δ ή φλερτάρουν με κόμματα δεξιότερα αυτής.
Η “Ελληνική Λύση” του Κυριάκου Βελόπουλου εμφανίζεται ενισχυμένη, ενώ δεν είναι τυχαίο πως ακόμα και το κόμμα Τράγκα (που υπό άλλες συνθήκες θα απασχολούσε μόνο τους γραφικούς) αποκτά εντελώς αντιεμβολιαστική υπόσταση μετά και την προσθήκη του “σταρ” των “ψεκασμένων” Γρηγόρη Πετράκου.
Στην πρώτη αναμέτρηση, λοιπόν, της απλής αναλογικής ουδείς μπορεί να προβλέψει πως θα εκφραστεί ένας μεγάλος αριθμός πολιτών που είτε δεν θέλουν να εμβολιαστούν, είτε έχουν θυμώσει με τις πολιτικές της κυβέρνησης και το κλίμα υποχρεωτικότητας και διχασμού της κοινωνίας σε εμβολιασμένους και μη. Δεν μπορεί να αποκλείσει κανείς “τερατουργήματα” που θα ανακατέψουν την εκλογική τράπουλα και θα καταστήσουν αβέβαιη την δεύτερη αναμέτρηση με το νέο εκλογικό νόμο ακόμα και σε συνθήκες μεγάλης πόλωσης.
Η οικονομία παραμένει -και ενισχύεται- ως σοβαρή παράμετρος των εξελίξεων. Είτε στην εκδοχή της καθημερινότητας με επιχειρήσεις και νοικοκυριά να δυσφορούν για τα βάρη που έχει σωρρεύσει η πανδημία (η τακτοποίηση των οποίων θεωρείται ανεπαρκής και θα ξεκινήσει από τη νέα χρονιά), είτε στο μεγάλο κάδρο των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης. Ως προς το δεύτερο οι συμβάσεις με τους μεγάλους εγχώριους επχιειρηματικούς παίκτες θα αρχίσουν να μπαίνουν στο τραπέζι από το φθινόπωρο αλλά κυρίως το 2022, και μέχρι τότε όλοι θα βρίσκονται σε κατάσταση αναμονής και αβεβαιότητας. Οι δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί είναι πολλές, όπως και οι προσδοκίες, και οτιδήποτε διαταρράξει αυτή την πορεία μπορεί να προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις.
Χωρίς, λοιπόν, να μπορεί να αποκλείσει κανείς τον αιφνιδιασμό, ως πιθανότερη προβάλλει πλέον η εκδοχή για μετατόπιση των (διπλών;) εκλογών για το τέλος της άνοιξης, ή την αρχή του καλοκαιριού του 2022. Και πάντως πριν τον Οκτώβριο της επόμενης χρονιάς, όταν η κυβέρνηση θα πρέπει να αποκαλύψει τις προθέσεις της για σκληρά μέτρα λιτότητας στο προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2023.