Όταν την Κυριακή ο πρόεδρος της Τυνησίας Κάις Σαΐντ προχώρησε αιφνίδια στη διάλυση του κοινοβουλίου με τη στήριξη του στρατού, επικαλέστηκε το Σύνταγμα της χώρας και συγκεκριμένα το άρθρο 80, το οποίο παρέχει στον πρόεδρο το δικαίωμα να λαμβάνει έκτακτα μέτρα σε περίπτωση “σοβαρής απειλής για την ενότητα, την ασφάλεια και την ανεξαρτησία της χώρας”.
Επιπλέον ο Σαΐντ θεμελιώνει την απόφασή του, την οποία η αντιπολίτευση χαρακτηρίζει πραξικοπηματικού χαρακτήρα, λέγοντας ότι είχε ενημερώσει τα υπόλοιπα θεσμικά όργανα, τον πρωθυπουργό της χώρας Χισέμ Μεσίσι και τον πρόεδρο του κοινοβουλίου Ρασίντ Αλ Γκανούσι.
Συνταγματική και πολιτική αντιπαράθεση
Ωστόσο κάτι τέτοιο διαψεύδει ο Γκανούσι, πρόεδρος του μετριοπαθούς ισλαμιστικού κόμματος Ενάχντα. Δεν ζητήθηκε η γνώμη του προέδρου της βουλής και ούτε μπορεί να γίνει λόγος για “κατάσταση έκτακτης ανάγκης” λέει χαρακτηριστικά. Πρόκειται για “ένα πραξικόπημα κατά της επανάστασης και του Συντάγματος” δήλωσε στο Reuters.
Όπως εκτιμά ο ο Γιοχάνες Καντούρα, επικεφαλής του γραφείο του Ιδρύματος Φρίντριχ Έμπερτ στην Τυνησία: “Ο Σαΐντ εμφανίζεται ως αμερόληπτος. Θεωρεί την καταπολέμηση της διαφθοράς κύριο καθήκον του. Θέλει να οδηγήσει τις πολιτικές συνθήκες σε σημείο, ώστε να διασφαλίσει περισσότερη σταθερότητα. Ωστόσο το τελευταίο του βήμα θεωρείται από τους επικριτές του αντισυνταγματικό. Εκπρόσωποι της Ενάχντα καθώς και επικριτές από το σοσιαλδημοκρατικό φάσμα λένε ότι αυτό το βήμα δεν είναι συνταγματικό, ότι το νομικό πλαίσιο που αφορά τις προεδρικές αρμοδιότητες δεν το επιτρέπει”
Ο νομικός κόσμος στην Τυνησία παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις προσπαθώντας να δώσει απαντήσεις. “Μαύρη μέρα για την Τυνησία. Δική του ερμηνεία στο Σύνταγμα κάνει ο πρόεδρος” αναφέρει η Τυνήσια δικηγόρος Σανά Μπεν Αχούρ, ενώ ο καθηγητής Νομικής Ραμπέχ Κραϊφί θεωρεί ότι “μόνο ο πρόεδρος έχει το δικαίωμα να ερμηνεύει το επίμαχο άρθρο υπό την παρούσα κατάσταση”, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν νεοεκλεγέντες συνταγματικοί δικαστές στην Τυνησία.
Η μακροχρόνια οικονομική κρίση η πραγματική αιτία
Πέρα από τη διαμάχη για την ερμηνεία του Συντάγματος, υπάρχει βέβαια και πολιτική διάσταση του θέματος αλλά και η οικονομική. Για τον Καντούρα οι συνεχιζόμενες πολιτικές έριδες στην Τυνησία έχουν οδηγήσει στον οικονομικό αποκλεισμό της χώρας.Η πραγματική αιτία της τρέχουσας πολιτικής και συνταγματικής κρίσης είναι η μακροχρόνια οικονομική δυσπραγία από την Αραβική Άνοιξη και μετά: “Ο κόσμος είναι δυσαρεστημένος από την κυβέρνηση αλλά και από το κόμμα Ενάχντα. Οι οικονομικές συνθήκες για τον λαό δεν έχουν βελτιωθεί μετά την επανάσταση. Υπάρχει μεγάλη απογοήτευση. Βουλευτές και κυβέρνηση θεωρούνται υπεύθυνοι και δυσλειτουργικοί”.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, το εθνικό χρέος της Τυνησίας ανέρχεται στο 84% του ΑΕΠ, η ανεργία είναι πάνω από το 17% και μονολόνι έχει ανακοινωθεί νέο πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο αυτό δεν έχει ολοκληρωθεί. Σε όλα αυτά προστίθεται η πανδημία.Μόλις το 7% του γενικού πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο, ενώ σύμφωνα με την Τυνησιανή Ένωση Νέων Γιατρών στις αρχές Μαΐου η κατάσταση στα νοσοκομεία της χώρας “έμοιαζε με πόλεμο”.
Όλα αυτά, σύμφωνα με τον Γιοχάνες Καντούρα, όξυναν τη δυσαρέσκεια των πολιτών, που εδώ και καιρό διαδηλώνουν ζητώντας αλλαγές. Το πώς θα διαχειριστεί ο πρόεδρος την κρίση από εδώ και στο εξής παραμένει ασαφές. Εξαρτάται από ποια στάση θα κρατήσουν όλες οι πλευρές. Για τον Καντούρα καθοριστικός θα είναι τέλος και ο ρόλος των δυνάμεων ασφαλείας. Όπως λέει χαρακτηριστικά: “Ένα ερώτημα φυσικά είναι πώς θα συμπεριφερθούν οι δυνάμεις ασφαλείας. Μέχρι στιγμής η αστυνομία δεν έχει πάρει το μέρος κανενός και ο στρατός παραμένει στο παρασκήνιο”
Kέρστεν Kνιπ, Χάλεντ Σαλαμέχ
Επιμέλεια: Δήμητρα Κυρανούδη
Πηγή: Deutsche Welle