Τα “Πόθεν Έσχες” των βουλευτών είναι άνευ σημασίας διότι εδώ και πολλά χρόνια τα κατέστησαν άνευ σημασίας η ίδια η ελεγκτική κοινοβουλευτική λειτουργία και η ενοχική συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων. Φέτος, ειδικά, μετατρέπονται για μερικές ώρες σε ένα θερινό αφήγημα πόλωσης και σε κουτσομπολιό για…καθημένους στα “κόκκινα” τουριστικά θέρετρα.
Υπάρχει, όμως, ένα στοιχείο των δηλώσεων του πολιτικού προσωπικού της χώρας που δικαίως έλκει την προσοχή και αναδεικνύει την απόσταση μας από τις δυτικές αστικές δημοκρατίες. Ο (υψηλός) δανεισμός του πρωθυπουργού, υπουργών και βουλευτών όλων των κομμάτων.
Βασική παραδοχή: Οι πολιτικοί είναι και πολίτες και ως εκ τούτου έχουν το ίδιο δικαίωμα να δανείζονται από το τραπεζικό σύστημα. Δεν ήταν, άλλωστε, πολιτικοί από τα γεννοφάσκια τους (πλην γνωστών εξαιρέσεων), είχαν πιθανότατα προηγούμενη επαγγελματική δραστηριότητα, αγόρασαν σπίτια με στεγαστικά δάνεια, ή είχαν ανάγκη ρευστότητας σε κάποια στιγμή του βίου τους.
Η “γκρίζα ζώνη” -όταν υπάρχει- αφορά την σχέση τους ως δανειολήπτες με τις τράπεζες. Τυγχάνουν, για παράδειγμα, ειδικής μεταχείρισης, εξασφαλίζουν δάνεια χωρίς εγγυήσεις και προσημειώσεις, απολαμβάνουν ρυθμίσεων που δεν μπορεί να εξασφαλίσει ένας κοινός δανειολήπτης, δέχονται οι τράπεζες κάποια προνομιακή αποπληρωμή, επαρκούν τα εισοδήματά τους για την εξόφληση των υποχρεώσεών τους σε ορατό χρόνο;
Αυτά, και άλλα, είναι τα εύλογα ερωτήματα που διατυπώνουν οι πολίτες, οι οποίοι δικαίως αντιμετωπίζουν με καχυποψία τέτοιες περιπτώσεις.
Είναι λογικό ένας υπουργός να μπορεί να δανείζεται με “collateral” ένα από τα δεκάδες ακίνητα που του έχουν κληρονομήσει οι γονείς του. Είναι, όμως, παράλογο να μην μπορεί να δανειστεί μία μικρομεσαία επιχείρηση, ή να της ζητούνται εξασφαλίσεις που καθιστούν απαγορευτικό τον δανεισμό.
Λειτουργούν οι επιθετικές εισπρακτικές εταιρείες με τον ίδιο τρόπο όταν έχουν απέναντί τους έναν πολιτικό και έναν πολίτη;
Μπορεί -κακώς, κάκιστα- να θεωρείται πλέον λογικό να δημοσιοποιούνται τα “έσχες” χωρίς τα “πόθεν”, αποτελεί, όμως, στέβλωση της λειτουργίας του πολιτεύματος να μην ζητούνται στοιχεία για το ύψος του δανεισμού υπουργών και βουλευτών, τον τρόπο με τον οποίο δανειοδοτήθηκαν, τα επιτόκια, την αναλυτική κατάσταση αποπληρωμής και άλλα πολλά.
Η απάντηση κάποιων είναι πως αυτό αποτελεί δουλειά των τραπεζών, και επιπλέον ρόλο των (ανεξάρτητων) αρχών εποπτείας. Θα ήταν ανόητο, ωστόσο, να περίμενε κανείς το τραπεζικό σύστημα να ελέγξει ένα πολιτικό πρόσωπο -ιδιαίτερα εάν βρίσκεται σε κόμμα εξουσίας-, όταν εξαρτάται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Και είναι ακόμα πιο ανόητο να πιστέψει κανείς πως οι ελεγκτικές αρχές θα έκαναν κάτι τέτοιο, όταν απαρτίζονται σε μεγάλο βαθμό από διορισμένα στελέχη. Το ίδιο ισχύει και για την Τράπεζα της Ελλάδος.
Μόνο με συμφωνία των πολιτικών δυνάμεων, ήτοι της ίδιας της Βουλής, θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο.Αλλά όταν δεν υπάρχει έλεγχος για την φαραωνική δανειοδότηση των κομμάτων (εν προκειμένω ΝΔ, ΠΑΣΟΚ), είναι μάλλον ουτοπικό να αναμένει κανείς κάτι τέτοιο.