Είναι γνωστό πως στο Υπουργείο Εξωτερικών επικρατεί ένα χάος. Κάτι αντίστοιχο με το αεροδρόμιο της Καμπούλ, που όλοι προσπαθούν να ανέβουν σ’ ένα αεροπλάνο και να την κάνουν από τη χώρα.
Στο ΥΠΕΞ, μπορεί να μην έχουν ακόμα ελικόπτερο στην ταράτσα για να φύγουν και να σωθούν διπλωμάτες που έχουν βρεθεί στο στόχαστρο της διττής ηγεσίας του Υπουργείου, όμως πολλοί το σκέφτονται να πάρουν τα σαρκία τους και να πάνε αλλού ή να γίνουν αόρατοι.
Η αιχμή του δόρατος της εξωτερικής πολιτικής αλλά και της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας, το Υπουργείο Εξωτερικών, μοιάζει με το χαλιφάτο της Βαγδάτης όπου Μεγάλος Βεζίρης είναι ο Ιζνογκούντ, που θέλει να γίνει χαλίφης στη θέση του χαλίφη.
Στην περίπτωση του ΥΠΕΞ με τους δυο χαλίφηδες οι Ιζνογκούντ είναι πολλοί.
Το όνομα Ιζνογκούντ είναι λογοπαίγνιο από την αγγλική έκφραση “He is no good” στο “Iznogoud” στη γαλλική προφορική έκδοση, που στα ελληνικά σημαίνει “είναι άχρηστος”.
Παρότι η κυβέρνηση μας έχει τονίσει σε όλους τους τόνους για την αριστεία της, τελικά αποδεικνύεται ότι μαζεύτηκαν πολλοί Ιζνογκούντ.
Τόσοι πολλοί που προσπαθούν να «φάνε» όσους μπορούν περισσότερους, με τους δυο χαλίφηδες και το περιβάλλοντα τους να κάνουν άοκνες προσπάθειες να μείνουν στο απυρόβλητο.
Οι κωμικοτραγικές σκηνές που έχουν εκτυλιχτεί στο ΥΠΕΞ και οι κουβέντες που έχουν ακουστεί, θα ήταν μια καταπληκτική κωμική σειρά στην ελληνική τηλεόραση.
Αυτό όμως που προκαλεί ανησυχία είναι το αποτέλεσμα που φέρνουν αυτές οι τραγικές αστοχίες, που κατά διαστήματα έχουμε αναφέρει στο ΑN.
Τελευταίο φιάσκο για το ΥΠΕΞ, η προσπάθεια απεγκλωβισμού ελληνικού ενδιαφέροντος Αφγανών πολιτών συνεργατών των ελληνικών δυνάμεων εκεί και των οικογενειών τους.
Μεταξύ αυτών κι ενός σκηνοθέτη, ο οποίος γιατί άραγε χρίστηκε ως ελληνικού ενδιαφέροντος; Οι πληροφορίες λένε ότι μπήκε στη λίστα μετά από απαίτηση Ελληνίδας με πολλές άκρες στην Κυβέρνηση, η οποία είχε εργασιακή σχέση μαζί του.
Όσοι ασχολούνται με το ΥΠΕΞ, γνωρίζουν τα πρωτόκολλα που ενεργοποιούνται σε τέτοιες περιπτώσεις και σε καμιά περίπτωση δεν τίθεται σε κίνδυνο η ζωή του διπλωματικού προσωπικού.
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ενεργοποιούνται ειδικά εκπαιδευμένες στρατιωτικές μονάδες, δεν χρησιμοποιείται το κυβερνητικό αεροσκάφος, αλλά στρατιωτικό με ειδικό σχέδιο πτήσης που διασφαλίζει την ασφάλεια όλου του προσωπικού.
Και φυσικά όλες αυτές οι προσπάθειες και ετοιμασίες γίνονται με άκρα μυστικότητα για λόγους ασφαλείας. Ενώ θα πρέπει να συμμετάσχει και να ερευνήσει η ΕΥΠ, ενώ το Διπλωματικό Γραφείο του Πρωθυπουργού να επικοινωνήσει με αντίστοιχα γραφεία σε φίλιες χώρες.
Έγινε κάτι απ’ όλα αυτά;
Γιατί το ΥΠΕΞ με ανακοίνωση του ενημέρωσε, ως μη όφειλε το κοινό και κάθε ενδιαφερόμενο, ότι ο Έλληνας Πρέσβης στο Ισλαμαμπάντ θα μεταβεί στην Καμπούλ. Όπως γράψαμε στο ΑN, ο Πρέσβης αμέσως έγινε στόχος.
Βέβαια το ΥΠΕΞ, έβαλε και μια παράγραφο στο τέλος της ανακοίνωσης για να βγάλει την ουρά του απ’ έξω. Μόνο και εάν το επιτρέψουν οι συνθήκες, για την πραγματοποίηση της αποστολής. Τώρα το ποιος θα έκρινε τις συνθήκες και θα έδινε το οκ μένει να διερευνηθεί.
Η αποστολή τελικά έγινε, απεγκλωβισμός όμως δεν έγινε.
Το κάρφωμα όμως προς τον Πρέσβη έγινε μέσω άρθρου από δημοσιογράφο του καναπέ. Όλες οι πληροφορίες λογικό να ήταν διαβαθμισμένες, οπότε εγείρεται το ερώτημα ποιος από τους μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού θα μπορούσε να τις διαρρεύσει;
Ο Πρέσβης της Ελλάδας στο Ισλαμαμπάντ Ανδρέας Παπασταύρου, ένας ιδιαίτερα ικανός βετεράνος διπλωμάτης, αντικατέστησε στην Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία στην ΕΕ, τη σημερινή Πρέσβη της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον και πρώην Διευθύντρια του Διπλωματικού Γραφείου του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Όλως τυχαίως η Πρέσβης βρίσκεται αυτό το διάστημα στην Ελλάδα και συμμετείχε στη χτεσινή συνάντηση με τον Γερουσιαστή Robert Menendez.
Συμπτώσεις μπορεί να πει κάποιος, όμως η αντίδραση του Νίκου Δένδια για τη διαρροή δείχνει ότι δεν γνώριζε τίποτα. Συνεπώς το περιβάλλον του άλλου χαλίφη του ΥΠΕΞ, ίσως(:) έκανε τη διαρροή, που δεν εκθέτει τον Πρέσβη που πάντα ακολουθεί εντολές, εκθέτει πρώτιστα το Υπουργείο αλλά και τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών.
Όταν οι προσωπικές εμπάθειες υπερισχύουν του εθνικού έργου της εξωτερικής πολιτικής, το μέλλον φαντάζει δυσοίωνο.